Τον Ιανουάριο του 1914, ελάχιστοι Ευρωπαίοι μπορούσαν να φανταστούν ότι, επτά μήνες αργότερα, οι πολιτικοί και στρατιωτικοί ηγέτες τους θα έριχναν τον πλανήτη σε έναν κατακλυσμιαίο πόλεμο. Η προσοχή των λαών στις περισσότερες πρωτεύουσες εκείνη την περίοδο, ήταν αλλού.
Η Βρετανία ασχολιόταν μανιωδώς με την κρίση της στεγαστικής νομοθεσίας της Ιρλανδίας και άλλα εθνικά προβλήματα. Ολο το Παρίσι δεν μιλούσε για τίποτα άλλο παρά την υπόθεση Caillaux, στην οποία η σύζυγος Γάλλου πολιτικού πυροβόλησε θανάσιμα τον διευθυντή της εφημερίδας Le Figaro, δικάστηκε για φόνο και αθωώθηκε.
Σύμφωνα με τα απομνημονεύματα του Βλαντιμίρ Κοκοβτσόφ, η ρωσική πολιτική της Αγίας Πετρούπολης στις αρχές του 2014 εκτυλισσόταν γύρω από την προσωπικότητα του Γκριγκόρι Ρασπούτιν, του υπνωτιστικού υπέρτατου σύμβουλου του Τσάρου. Την ίδια ώρα, ένας άφραγκος 24χρονος Αυστριακός ζωγράφος περιφερόταν στο Μόναχο, προσπαθώντας πάση θυσία να αποφύγει την στρατιωτική θητεία στην γενέτειρά του. Το όνομά του ήταν Αδόλφος Χίτλερ.
Πριν περάσει ένας μήνας από την δολοφονία στις 28 Ιουνίου στο Σαράγεβο του πρίγκηπα Φερδινάνδου, διαδόχου του θρόνου των Αψβούργων, οι διαμάχες ξέσπασαν σε πολλαπλά μέτωπα. Όταν τελείωσαν οι συρράξεις τον Νοέμβριο του 1918, ο πόλεμος είχε προκαλέσει τον θάνατο δεκάδων εκατομμυρίων στρατιωτών και αμάχων.
Αν και δεν υπάρχει ιδιαίτερος λόγος φόβου ότι ο πλανήτης το 2014 βρίσκεται στα πρόθυρα μιας ανάλογης επικής καταστροφής, υπάρχουν κάποιες ανησυχητικές ομοιότητες ανάμεσα στο τότε και το τώρα. Είναι απαραίτητο φέτος οι κυβερνήσεις και οι λαοί να τιμήσουν την μνήμη του ξεσπάσματος του πρώτου παγκοσμίου πολέμου με αξιοπρεπείς τελετές και σεβασμό προς τους νεκρούς, αλλά παράλληλα και με νηφάλια συναίσθηση των μαθημάτων που γέννησε η καταστροφή του 1914-18.
Ένα μάθημα είναι ότι οι τυχαίες αιτίες σύρραξης δεν πρέπει να συγχέονται με τις πιο βαθιές εντάσεις στις διεθνείς σχέσεις ή στις εσωτερικές υποθέσεις κάθε έθνους, που οδηγούν σε πόλεμο. Πολλοί σπόροι του α΄παγκοσμίου πολέμου είχαν φυτευτεί πολύ πριν την δολοφονία στο Σεράγεβο. Είναι πασίγνωστο πόσο δύσκολο είναι να αποτραπούν τέτοιου είδους τρομοκρατικές ενέργειες, τόσο στην εποχή μας όσο και στις αρχές του 20ου αιώνα, αλλά οι παγκόσμιες στρατιωτικές, πολιτικές και οικονομικές εντάσεις, είναι ζητήματα τα οποία οι ηγέτες οφείλουν και πρέπει να αντιμετωπίσουν. Εχουν την ευθύνη να δράσουν εντός των αποδεκτών διεθνών κανόνων και να διασφαλίσουν ότι κρατούν τα ηνία του ανταγωνισμού ανάμεσα στα έθνη και τους ανθρώπους.
Ένα άλλο μάθημα είναι ότι οι τριβές των ανταγωνιστικών εθνικοτήτων, τροφοδοτούμενες από περηφάνια, φιλοδοξία, άγνοια και συντηρούμενες από προαιώνιες αντιπαλότητες, δεν στερούνται σήμερα ικανότητας να προκαλέσουν πόλεμο. Ένας τέτοιος κίνδυνος είναι ιδιαίτερα έντονος όταν το διεθνές σύστημα ανασυντάσσεται λόγω της ανόδου νέων μεγάλων δυνάμεων και της συγκριτικής πτώσης των παλαιότερων.
Εκατό χρόνια πριν, ήταν η Γερμανία που έψαχνε μια θέση στον ήλιο εις βάρος της βρετανικής αυτοκρατορίας. Σήμερα είναι, όλο και πιο πολύ, η Κίνα με τις ΗΠΑ. Οι πρόσφατες εντάσεις στην Θάλασσα της Νοτίου Κίνας μεταξύ του Πεκίνου και των γειτόνων που έχουν την αμερικανική στήριξη, θυμίζουν τις τεταμένες σχέσεις της Γερμανίας με την Βρετανία, την Γαλλία και την Ρωσία πριν το 1914.
Είναι αναπόφευκτο να εκδηλώνονται επιδείξεις ισχύος στις διεθνείς σχέσεις, αλλά είναι απαραίτητο επίσης να γίνονται αντιληπτά και τα κίνητρα και τα έννομα συμφέροντα της κάθε πλευράς. Από αυτή την άποψη, η μετρημένη πρόοδος για την εύρεση συμβιβαστικής λύσης στην διαμάχη για το πυρηνικό πρόγραμμα του Ιράν, είναι υποσχόμενη.
Ένα τρίτο μάθημα είναι ότι είναι ανόητο να ξεκινάς έναν πόλεμο με την σκέψη ότι θα είναι σύντομος, φθηνός και με διαχειρίσιμες επιπτώσεις. Το 1914, ορισμένοι Ευρωπαίοι πολιτικοί και στρατηγοί, που τις προοπτικές τους σχηματοποιούσαν οι περιορισμένοι πόλεμοι με τους οποίους είχαν ενοποιηθεί η Γερμανία και η Ιταλία μισό αιώνα νωρίτερα, έτρεφαν αυτή την ψευδαίσθηση. Το ίδιο και η Ουάσιγκτον και το Λονδίνο, όταν εισέβαλαν στο Ιράκ το 2003. Πόσο πολύ έσφαλλαν οι πολεμικοί ηγέτες και στις δύο αυτές περιπτώσεις...
Ένα τελευταίο μάθημα είναι ότι, αν τελικά ξεσπάσει ο πόλεμος, είναι ζωτικής σημασίας να χτιστεί μια ασφαλής ειρήνευση, όταν τελειώσει. Οι συνθήκες ειρήνευσης 1919-23 των Παρισίων δεν το είχαν καταφέρει αυτό. Μέχρι το 1939, ο Αυστριακός σκιτσογράφος είχε φτάσει στο ζενίθ της ισχύος του στο Βερολίνο, και ο πλανήτης επρόκειτο να πληρώσει ένα τίμημα πιο βαρύ και από του 1914.
ΠΗΓΗ: FT.com