Ειδήσεις

Ελλάδα

Λαογραφικά και Εκκλησιολογικά στοιχεία για τις Απόκριες

Η ελληνική αποκριά έχει τις ρίζες της στην αρχαία Ελλάδα και συνδέεται άρρηκτα µε τη λατρεία του Διόνυσου. Αποτελεί τη συνέχεια αρχαιότατης συνήθειας των Ελλήνων να μεταμφιέζονται και να διασκεδάζουν χορεύοντας και τραγουδώντας στους δρόμους, τιμώντας έτσι τον θεό του κρασιού, της γονιμότητας και του παιχνιδιού. Αυτή η παράδοση τελικά εξαπλώθηκε και σε άλλα μέρη του κόσμου µέσω της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας και την ανακάλυψη του Νέου Κόσμου. Όμως, οι παγανιστικές πρακτικές ήταν τόσο βαθιά ριζωμένες που δεν καταργήθηκαν τελείως. Αργότερα, όταν εμφανίστηκε ο χριστιανισμός, αν και οι άνθρωποι σταμάτησαν να λατρεύουν τους θεούς του Ολύμπου, οι συνήθειες των Ελλήνων να μεταμφιέζονται και να γιορτάζουν στους δρόμους παρέμειναν.

Η αγγλική λέξη «carnival» προέρχεται από το λατινικό «carnem levare» ή «carnis levamen», που σημαίνει «άρση της κρεοφαγίας», ενώ πρόδηλη είναι η σημασία της ελληνικής λέξης «αποκριά»–αποχή από το κρέας.

Οι συνηθέστεροι τύποι μεταμφίεσης -κύριο γνώρισμα της Αποκριάς- που συναντούμε την περίοδο αυτή είναι «ο γαμπρός και η νύφη», η καμήλα, η αρκούδα κλπ. ανάλογα με την έμπνευση της στιγμής, τις δυνατότητες μεταμφίεσης και την παράδοση του τόπου. Πολλές φορές οι μεταμφιεσμένοι σχηματίζουν ομίλους και δίνουν υπαίθριες – κωμικού περιεχομένου – παραστάσεις που εξελίχθηκαν από αρχαϊκούς αγερμούς. Άλλοτε πάλι απαγγέλλουν αυτοσχέδιους σατιρικούς στίχους με έντονη αθυροστομία που έχουν σχέση με πρόσωπα και πράγματα του τόπου ή με περιστατικά της καθημερινής ζωής.

Σκοπός της αποκριάς «είναι η μαγική υποβοήθηση της γης να βλαστήσει με τη βοήθεια των χορών-πηδημάτων, των ποικίλων λαϊκών δρωμένων και των μεταμφιέσεων, να εξευμενίσουν τα βλαπτικά πνεύματα», όπως αναφέρει ο λαογράφος Δημ. Λουκάτος.

Με τον όρο «Αποκριά» συνήθως δηλώνεται η τελευταία ημέρα που επιτρέπεται η κρεοφαγία πριν αρχίσει η νηστεία και έχει ταυτιστεί με την πρώτη περίοδο του Τριωδίου που περιλαμβάνει τις τέσσερις πρώτες Κυριακές πριν τη Μεγάλη Τεσσαρακοστή.

Η πρώτη εβδομάδα του Τριωδίου λέγεται Προφωνή ή Προφωνέσιμη, επειδή παλαιότερα προφωνούσαν, δηλαδή διαλαλούσαν, ότι άρχιζαν οι Αποκριές και καθένα έπρεπε να φροντίσει για τις απαραίτητες προμήθειες κρέατος.

Η ίδια εβδομάδα λέγεται από τον λαό και Συγκόκαλη ή Απόλυτη επειδή κατά το εκκλησιαστικό αλλά και τό λαϊκό παραδοσιακό τυπικό, την εβδομάδα αυτή δεν τηρείται η νηστεία της Τετάρτης και της Παρασκευής. Άλλη ονομασία της εβδομάδας αυτής είναι Αμολυτή ή Απολυτή «γιατί τότε απολύονται οι ψυχές των αποθαμένων και βγαίνουν στον Απάνω Κόσμο».

Η δεύτερη εβδομάδα λέγεται Κρεατινή. Η Κυριακή της εβδομάδας αυτής, η Κυριακή της Απόκρεω, έχει καθιερωθεί από την Εκκλησία ως τελευταία ημέρα κρεοφαγίας της όλης περιόδου του Τριωδίου. Την εβδομάδα αυτή κανονικά τηρείται η νηστεία της Τετάρτης και της Παρασκευής. Η τρίτη τέλος εβδομάδα λέγεται Τυρινή ή της Τυροφάγου, επειδή στη διάρκεια της επιτρέπεται η βρώση μόνο γαλακτοκομικών προϊόντων.

Ιδιαίτερη θέση στην αποκριάτικη περίοδο έχει η Πέμπτη της Κρεατινής εβδομάδας, η λεγόμενη Τσικνοπέμπτη, γιατί την ημέρα αυτή όλα τα σπίτια ψήνουν κρέας ή λιώνουν το λίπος από τα χοιρινά και η τσίκνα είναι διάχυτη. Η Τσικνοπέµπτη είναι µια ετήσια τελετή, της οποίας η αρχή χάνεται μέσα στους αιώνες. Είναι η μέρα που τρώγεται κρέας και γιορτάζεται την Πέμπτη που είναι 11 μέρες πριν την Καθαρά Δευτέρα. Είναι μια μέρα χαράς αλλά και προετοιμασίας για τους Ελληνορθόδοξους χριστιανούς, καθώς η περίοδος της Σαρακοστής πριν το Πάσχα πλησιάζει. Σε κάποια μέρη στην Ελλάδα, ιδιαίτερα στην
Πελοπόννησο, την εβδομάδα της Τσικνοπέµπτης, οι άνθρωποι σφάζουν τα γουρούνια τους και ετοιμάζουν νόστιμους μεζέδες: «πηχτή», «οµάτια», «τσιγαρίδες», λουκάνικα, κτλ.

ΨΥΧΟΣΣΑΒΑΤΑ

Αλλά ενώ η Πέμπτη της Κρεατινής είναι ημέρα ιδιαίτερης χαράς, το Σάββατο της ίδιας εβδομάδας καθώς και τα δυο επόμενα Σάββατα, της Τυρινής και της πρώτης εβδομάδας της Σαρακοστής, των αγίων Θεοδώρων όπως λέγεται, είναι αφιερωμένα στη λατρεία των νεκρών, με επισκέψεις στους τάφους, διανομή κολλύβων για συγχώρεση και με διακοπή κάθε εργασίας. Πηγαίνοντας πίσω στους αρχαίους Έλληνες, αυτή ήταν μια εποχή γιορτής για την αναμονή της άνοιξης. Παραδόξως, αυτή η γιορτή περιελάβανε τελετουργικά αφιερωμένα και στην «νέα ζωή» (το μπουµπούκιασµα των δέντρων, των κλημάτων, των λουλουδιών, κτλ.) και στις ψυχές των νεκρών που πίστευαν ότι ανέβαιναν στον «πάνω κόσμο», περίπου την 1η Μαρτίου. Με την ανατολή του χριστιανισμού η Εκκλησία προσπάθησε να υποβιβάσει τις παγανιστικές τελετές και να τις αντικαταστήσει µε χριστιανικές πρακτικές. Για αυτό, κατά τη διάρκεια αυτών των ημερών τελούνται ειδικές λειτουργίες και μνημόσυνα στα τρία Ψυχοσάββατα όπου οι άνθρωποι πηγαίνουν βρασµένο σιτάρι (κόλλυβα) στην εκκλησία και τα μοιράζουν στο εκκλησίασμα.

Παρά την εκκλησιαστική καθιέρωση των Ψυχοσάββατων, φαίνεται ότι σ’ αυτά υπόκειται επιβίωση αρχαίου εθίμου. Γιατί την ίδια περίπου εποχή που σήμερα πανηγυρίζονται οι Αποκριές, στην αρχαιότητα τελούνταν τα Αθηναϊκά Ανθεστήρια, εορτή όχι μόνο των ανθέων αλλά και των ψυχών. Οι δυο πρώτες ημέρες των Ανθεστηρίων, τα Πιθοίγια και οι Χόες, ήταν αφιερωμένες στον Διόνυσο, ενώ η τρίτη, οι Χύτροι, ήταν ημέρα των ψυχών, με προσφορές πανσπερμίας στους νεκρούς και σπονδές από νερό πάνω στους τάφους.

Από τα χαρακτηριστικά έθιμα της Αποκριάς είναι και οι φωτιές που ανάβονται σε πολλούς τόπους, σε πλατείες και σταυροδρόμια κατά τις βραδινές ώρες, κυρίως την τελευταία Κυριακή. Ονομάζονται (α)φανοί, κλαδαριές, καψαλιές, καλολόγος κ.λπ. Γύρω τους στήνονται χοροί ή τις υπερπηδούν οι συγκεντρωμένοι με ευχές για υγεία και καλή τύχη. Πρόκειται για συνήθεια που βρίσκουμε και σε άλλες τακτές ημέρες του χρόνου, με γνωστότερη περίπτωση τις φωτιές που ανάβονται στις 23 Ιουνίου, παραμονή της εορτής του Γενεσίου του αγίου Ιωάννου του Προδρόμου. Το έθιμο στηρίζεται στην αρχέγονη πίστη ότι η φωτιά κρύβει μέσα της δύναμη, που μεταδίδεται σε όποιον έρθει μαζί της σε κάποια ιεροτελεστική χρήση.

Ο παραδοσιακός εορτασμός της Αποκριάς κορυφώνεται την τελευταία Κυριακή, της Τυροφάγου. Μεταμφιέσεις, χοροί, τραγούδια, διασκεδάσεις συνεχίζονται όλη την ημέρα. Το δείπνο παίρνει τη μορφή συνεστίασης συγγενικών και φιλικών οικογενειών.

Μακαρόνια και Μακαρώνια

Από τα κύρια παραδοσιακά φαγητά του τραπεζιού της Τυρινής είναι τα μακαρόνια, γι’ αυτό η εβδομάδα αυτή λέγεται και Μακαρονού. Η προτίμηση στα ζυμαρικά δεν φαίνεται άσχετη με τη λατρεία των ψυχών την περίοδο αυτή. Όπως λέγει ο Φαίδων Κουκουλές, αρχικά η λέξη «μακαρώνια» σήμαινε τροπάρια μακαριστικά, αναπαύσιμους μακαρισμούς στις κηδείες ή στα περίδειπνα, στα οποία προσφέρονταν συνήθως ζυμαρικά. Στη λαϊκή όμως συνείδηση, ο συσχετισμός των ζυμαρικών με τις ψυχές και τους μακαρισμούς δεν ήταν δύσκολος.

Στα περισσότερα μέρη το δείπνο της Τυρινής τελειώνει με αβγό και με σχετικούς αστεϊσμούς αλλά και μαντικές παρατηρήσεις. Με το δείπνο της Τυρινής Κυριακής και τον πανηγυρισμό την επομένη, της Καθαράς Δευτέρας, κλείνει η χαρούμενη αποκριάτικη περίοδος και αρχίζει η σωματική και ψυχική προετοιμασία για το Πάσχα.

ΤΡΙΩΔΙΟ

Ο όρος Τριώδιο (τρεις ωδές) οφείλεται στο γεγονός ότι πολλοί από τους Κανόνες (είδος υμνολογικού ποιήματος) που περιέχονται σε αυτό έχουν μόνο τρεις ωδές, σε αντίθεση με τους συνήθεις κανόνες, που έχουν 9 ωδές.

Τα συναξάρια της περιόδου αυτής αντί για προοίμιο έχουν τους εξής στίχους: «Ο δημιουργός των άνω και των κάτω, τρισάγιον μεν ύμνον εκ των αγγέλων, τριώδιον δε παρ’ανθρώπων δέχου». Σύμφωνα με τους στίχους αυτούς, οι άγγελοι αναπέμπουν στον «δημιουργόν των άνω» τον τρισάγιον ύμνο, ενώ οι άνθρωποι ψάλλουν στον «δημιουργόν των κάτω» τριωδίους ύμνους. «Από αυτούς τους τριωδίους ύμνους, τα τριώδια», γράφει ο Ι.Μ. Φουντούλης, «έλαβε το όνομά της η μεγάλη περίοδος του λειτουργικού έτους, που κινείται μαζί με το Πάσχα και το περιβάλλει σαν προεόρτιος και μεθεόρτιος περίοδος. Γιατί
όλο αυτό το τμήμα του εκκλησιαστικού έτους παλαιότερον εχαρακτηρίζετο μ’ αυτό το όνομα: Τριώδιον. Ανάλογα δε με τον ιδιαίτερον χαρακτήρα του το διέκριναν σε Τριώδιον κατανυκτικόν, απ’ αρχής μέχρι του Πάσχα, και Τριώδιον χαρμόσυνον, από του Πάσχα μέχρι της Κυριακής των αγίων Πάντων, που κατακλείει τον κύκλο των κινητών εορτών.
Τριώδιο λέγεται από την αρχαιοπρεπή συνήθεια, που διετηρείτο κατά την περίοδο αυτή, να μην ψάλλονται καθημερινώς κατά την ακολουθία του όρθρου και οι εννέα ωδές τους ψαλτηρίου, και επομένως και ολόκληροι οι εννεαώδιοι κανόνες, αλλά μόνο τρεις ωδές,
η 8η και η 9η και μια από τις προηγούμενες κατά τη σειρά των ημερών. Αυτός ο αρχαίος τρόπος της ψαλμωδίας διατηρήθηκε εν μέρει μόνον μέχρι σήμερα, και μάλιστα μόνον για τις καθημερινές της Μεγάλης Τεσσαρακοστής».

Η κύρια σημασία του Τριωδίου κατά τους πατέρες είναι η προετοιμασία για τη Μεγάλη Τεσσαρακοστή, να δημιουργήσει στην ψυχή κλίμα μετανοίας.

Οι Κυριακές των Απόκρεω -Εκκλησιολογικά

Η πρώτη Κυριακή του Τριωδίου, όπως έχει ήδη προαναφερθεί, είναι αυτή του Τελώνη και του Φαρισαίου, καθώς ονοματοθετείται από την ευαγγελική περικοπή. Στην παραβολή αυτή τονίζεται η ανάγκη του ανθρώπου για προσευχή αλλά και προβάλλεται η μέγιστη των αρετών, η ταπείνωση που είναι η αρχή της αληθινής μετάνοιας.

Τη δεύτερη Κυριακή του Τριωδίου διαβάζεται η γνωστή παραβολή του Ασώτου Υιού. Η παραβολή αυτή παρουσιάζει τη μετάνοια σαν επιστροφή του ανθρώπου από την εξορία και μας δείχνει το μέγεθος της αγάπης του Θεού και της έμπρακτης ευσπλαχνίας του. Η Εκκλησία με την παραβολή του Ασώτου έρχεται να μας θυμίσει ότι κι εμείς μπορεί να είμαστε εξόριστοι, μας κάνει να αναλογιστούμε την αποξένωση μας από τον Θεό και το δέσιμό μας με τη ζωή του κόσμου και να γεννήσει έτσι μέσα μας τη βαθιά επιθυμία της μετάνοιας και της επιστροφής, την επιθυμία να ξαναβρούμε το πατρικό σπίτι και τις θείες
δωρεές που σκορπίσαμε και ξοδέψαμε άσωτα, προτιμώντας τη «μακρινή χώρα» από το όμορφο σπίτι του Πατέρα.

Η επόμενη Κυριακή ονομάζεται Κυριακή της Απόκρεω γιατί στη διάρκεια της εβδομάδας που ακολουθεί αρχίζει μια περιορισμένη νηστεία, απέχοντας μόνο από το κρέας. Η Εκκλησία αρχίζει να μας προσαρμόζει στη μεγάλη προσπάθεια που θα απαιτήσει από μας επτά μέρες αργότερα. Σταδιακά μας βάζει στον μεγάλο αγώνα, γιατί γνωρίζει την ευπάθειά μας και προβλέπει την πνευματική μας αδυναμία. Την παραμονή αυτής της Κυριακής η Εκκλησία προσεύχεται για τους «κεκοιμημένους». Ευαγγελικό ανάγνωσμα της Κυριακής αυτής είναι η παραβολή του Χριστού για την τελευταία Κρίση. Όταν ο Χριστός θα έρθει να μας κρίνει το μοναδικό του κριτήριο είναι η αγάπη η έμπρακτη που θα έχουμε επιδείξει προς τον κάθε ελάχιστο αδελφό, αφού ο καθένας μας έχει λάβει το δώρο και τη χάρη της αγάπης του Χριστού. Αυτή η απειρόχρονη συνύπαρξη και κοινωνία του ανθρώπου με τον Θεό ξεκινάει από τώρα και παρατείνεται στο διηνεκές. Ο Χριστιανός είναι σε κοινωνία με τον Θεό, μόνο εφόσον βρίσκεται σε αγαπητική κοινωνία με τον αδελφό του. Το πιο φωτεινό παράδειγμα δίνει η θυσιαστική αγάπη του Εσταυρωμένου Ιησού.

Η τελευταία Κυριακή πριν εισέλθουμε στην περίοδο της Μεγάλης Σαρακοστής είναι η Κυριακή της Τυροφάγου ή καλύτερα η Κυριακή της Συγγνώμης, οπότε η Εκκλησία μας θυμίζει την εξορία των Πρωτοπλάστων από τον Παράδεισο, αφού παρέβησαν τη θεϊκή εντολή της νηστείας, έφαγαν από το δέντρο του καλού και του κακού και από τότε έχασαν τη σχέση αγάπης με τον Κύριο, γέμισαν σκοτάδι και μπήκαν στην πορεία του θανάτου· «εκάθισεν Αδάμ, απέναντι του Παραδείσου, και την ιδίαν γύμνωσιν θρηνών ωδύρετο. Οίμοι, τον απάτη πονηρά πεισθέντα και κλαπέντα και δόξης μακρυνθέντα! Οίμοι,
τον απλότητι γυμνόν, νυν δε ηπορημένον! Αλλά ω Παράδεισε, ουκέτι σου της τρυφής απολαύσω, ουκέτι όψομαι τον Κύριον και Θεόν μου Πλάστην· εις γην γαρ απελεύσομαι εξ ης και προσελήφθην. Ελεήμον, Οικτίρμον, βοώ σοι· Ελέησόν με τον παραπεσόντα».

Η περίοδος του Τριωδίου είναι έξοχη σε πνευματικό πλούτο με ξεχωριστή σημασία για τη ζωή της Εκκλησίας και κάθε πιστού. Κατά την περίοδο αυτή η Εκκλησία, κυρίως μέσα από
τη λατρεία και την άσκηση, προβάλλει το δικό της τρόπο θέασης της ζωής, τις δικές της αξίες και καλεί τους Χριστιανούς να τις κάμουν πράξη, να τις εφαρμόσουν στην καθημερινή τους ζωή. Πρόκειται για έναν τρόπο ζωής που βρίσκεται στους αντίποδες του σημερινού: απέναντι στην κατανάλωση η Εκκλησία προβάλλει την άσκηση και τη λιτότητα του βίου, απέναντι στο θόρυβο, τη σιωπή, απέναντι στη δημοσιότητα και στην έπαρση την ταπείνωση, απέναντι στη φιλαρχία την αγάπη, απέναντι στην απιστία την πίστη.

Όλα αυτά όμως δεν αυτονομούνται, δεν λειτουργούν έξω από το βασικό σκοπό της Εκκλησίας, που είναι η ανακαίνιση και μεταμόρφωση του ανθρώπου, ώστε αυτός να γίνει
κατά χάριν Θεός. Γιατί η Εκκλησία δεν έχει απλώς σκοπό να βελτιώσει το χαρακτήρα του ανθρώπου αλλά να σώσει τον άνθρωπο, να τον διαφυλάξει δηλαδή σώο, ακέραιο, χωρίς τη
διαστροφή που επέφερε σε αυτόν η αμαρτία και έτσι να τον προσφέρει στον Θεό. Κάτω από αυτό το πρίσμα μπορούμε να αντιληφθούμε ότι και η περίοδος του Τριωδίου εντάσσεται σ’ αυτήν την προοπτική και υπηρετεί αυτό το σκοπό. Η νηστεία, η προσευχή, η φιλανθρωπία, η συμμετοχή στη λατρεία και στο μυστήριο της Θείας Ευχαριστίας, η μελέτη της Αγίας Γραφής αποτελούν τα μέσα για να φτάσουμε στον τελικό σκοπό, να ζήσουμε δηλαδή τη χαρά της Ανάστασης, να χαρούμε το Πάσχα, δηλαδή τη διάβαση, το πέρασμα από τον κόσμο της πτώσης στον κόσμο της θείας ευφρόσυνης. Γι’ αυτό το Τριώδιο μπορεί να θεωρηθεί ως ένα ταξίδι, μια πορεία με προορισμό το Πάσχα, που είναι το τέλος και ταυτόχρονα η αρχή –το τέλος του παλαιού κόσμου της πτώσης και της αμαρτίας και η αρχή της νέας ζωής που αποκαλύφτηκε «εν Χριστώ».

Το Θρησκευτικό νόημα

Το Τριώδιο είναι η κατανυκτικότερη περίοδος του εκκλησιαστικού έτους και ίσως η πιο παρεξηγημένη. Πολλοί συμπαρασύρονται από το κοσμικό πνεύμα και επιδίδονται σε διονυσιακές διασκεδάσεις και σε μία τυπολατρική τήρηση κάποιων «εθίμων», όπως π.χ. η νηστεία της Καθαράς Δευτέρας.

Για να ανακαλύψουμε όμως και την πνευματική ομορφιά του κατανυκτικού Τριωδίου, που ανοίγει την Κυριακή του Τελώνου και Φαρισαίου και φθάνει μέχρι την Κυριακή της Αναστάσεως, θα πρέπει να εστιάσουμε την προσοχή μας σε δύο κομβικά σημεία. Την Κυριακή της Τυρινής και τη Μεγάλη Παρασκευή. Η πνευματική σύνδεση των δύο αυτών ημερών, μας δίνει την δυνατότητα να κατανοήσουμε τον πλούτο των πνευματικών νοημάτων ολόκληρου του Τριωδίου ως μία πνευματική πορεία από την Κυριακή της Τυρινής, κατά την οποία μας παρουσιάζει την έξωση των Πρωτοπλάστων από τον Παράδεισο, έως τη Μεγάλη Παρασκευή, που μας παρουσιάζει την σταυρική θυσία του Θεανθρώπου και την ιερουργία του μυστηρίου της σωτηρίας ολοκλήρου της δημιουργίας.

Το γεγονός της «έξωσης» των Πρωτοπλάστων από τον Παράδεισο, μας υπενθυμίζει την αποστασία μας από την αγάπη του Θεού Πατέρα και την περιπλάνησή μας στα καταστρεπτικά μονοπάτια της αμαρτίας και των εγωιστικών θελημάτων. Οι Πρωτόπλαστοι, λόγω της υπερηφάνειας και της ανυπακοής τους, έχασαν τη θεϊκή αγάπη, έμειναν γυμνοί από τη λαμπρότητα της θεϊκής χάριτος, κάθισαν απέναντι του παραδείσου και έκλαψαν για την απώλεια της θεϊκής παρουσίας.

Για το λόγο αυτό, την περίοδο αυτή οι πατέρες της Ορθοδόξου Εκκλησίας, συστήνουν στους πιστούς να οπλιστούν με τα εξής πνευματικά εφόδια: προσευχή, νηστεία, ελεημοσύνη. Η προσευχή είναι η έκφραση του έμπονου αγώνα μας να αναζητήσουμε, να συναντήσουμε, να γνωρίσουμε και να συνομιλήσουμε με τον Χριστό. Η νηστεία είναι η έκφραση του βιώματος της ταπεινώσεως και της μετανοίας. Η ελεημοσύνη είναι ο εύχυμος καρπός της μετανοίας, αφού στην ταπεινή και μετανοημένη καρδιά έρχεται να κατοικήσει ο Χριστός, που είναι η αγάπη. Κι όποιος φλέγεται από την θυσιαστική σταυρική αγάπη του Χριστού, διακονεί τους αδελφούς του μέσα από την φιλανθρωπία, την συγχωρητικότητα, την υπομονή, την ανεξικακία και τις λοιπές θεοειδείς αρετές. Όπως λέει και ένας ύμνος στόν όρθρο,την Κυριακή της Τυρινής: «Το στάδιον των αρετών ηνέωκται, οι βουλόμενοι αθλήσαι εισέλθετε, αναζωσάμενοι τον καλόν της νηστείας αγώνα· οι γαρ νομίμως αθλούντες, δικαίως στεφανούνται· και αναλαβόντες την πανοπλία του σταυρού, τω εχθρώ αντιμαχησώμεθα, ως τείχος άρρηκτον κατέχοντες την Πίστιν, και ως θώρακα την προσευχήν, και περικεφαλαίαν την ελεημοσύνην· αντί μαχαίρας την νηστείαν, ητις εκτέμνει από καρδίας πάσαν κακίαν. Ο ποιών ταύτα, τον αληθινόν κομίζεται στέφανον, παρά του Παμβασιλέως Χριστού, εν τη ημέρα της Κρίσεως».

ESPA BANNER