Στο Συμβούλιο της Επικρατείας προσέφυγε υπάλληλος του υπουργείου Εργασίας και συγκεκριμένα απασχολούμενος στο Σώμα Επιθεωρητών Εργασίας και ζητεί να ακυρωθεί ως αντισυνταγματική και παράνομη η απόφαση του πειθαρχικού συμβουλίου με την οποία υποβιβάστηκε δύο βαθμούς για παράβαση καθήκοντος κατά τον Ποινικό Κώδικα ή άλλους ποινικούς νόμους, επειδή για μια επταετία δεν δήλωνε στο πόθεν έσχες μεγάλα πακέτα μετοχών και εμβάσματα στο εξωτερικό του ίδιου και της συζύγου του.
Ο επίμαχος υπάλληλος κατά την επταετία αυτή είχε στείλει δύο εμβάσματα σε Ευρωπαϊκή χώρα. Το ένα έμβασμα ανερχόταν στα 807.043 ευρώ το οποίο όπως ισχυρίζεται προέρχεται από την πώληση αγροτικού ακινήτου και ακινήτου ιδιοκτησίας της γυναίκας του (κατά το 1/2) και το άλλο στο 1.467.350 ευρώ το οποίο προέρχεται από την πώληση άλλου δεύτερου αγροτικού ακινήτου.
Ακόμη, είχε δηλώσει το 2004 αμοιβαία κεφάλαια 342.000 ευρώ, προθεσμιακή κατάθεση του ίδιου 570.000 ευρώ και προθεσμιακή κατάθεση της συζύγου του 600.000 ευρώ, ενώ οι μετοχές που κατείχε ήταν σε μεγάλες ποσότητες και διαφόρων εταιρειών τόσο του ευρύτερου δημοσίου τομέα, όσο και του ιδιωτικού τομέα.
Όπως υποστηρίζει ο επίμαχος υπάλληλος, οι πωλήσεις των ακινήτων είχαν δηλωθεί στο Ε9, αλλά όχι στις δηλώσεις πόθεν έσχες (περιουσιακής κατάστασης).
Στην προσφυγή του αναφέρει ότι για τα περιουσιακά του στοιχεία έχουν ελεγχθεί από τον Γενικό Επιθεωρητή Δημόσιας Διοίκησης και από την Δ.Ο.Υ. της περιοχής που υπάγεται, αλλά δεν του καταλογίστηκε τίποτα.
Ακόμη, υποστηρίζει ότι η ποινή που του επιβλήθηκε είναι αντισυνταγματική γιατί δεν τηρήθηκε η προβλεπόμενη από το άρθρο 20 του Συντάγματος διαδικασία της ακρόασης.
Η ίδια διαδικασία προβλέπεται και από τον Κώδικα Διοικητικής Διαδικασίας, υποστηρίζει ο υπάλληλος, ενώ παράλληλα παραβιάζεται και η συνταγματική αρχή της αναλογικότητας, καθώς η ποινή είναι πολύ μεγάλη σε σχέση με το αδίκημα που διέπραξε.