Ιωσήφ Βρυέννιος: Η περιφρόνηση της αλληλογραφίας
Το ίντερνετ και οι τεχνολογικές εξελίξεις άλλαξαν πολλές παραδοσιακές συνήθειές μας. Μερικές τείνουν να τις εξαλείψουν κιόλας. Όπως για παράδειγμα την αλληλογραφία. Η εποχή που ο ταχυδρόμος μοίραζε τα γράμματα πέρασε ανεπιστρεπτί. Όμως αν στο νου μας έρχεται ως παρελθόν πρόσφατο η εποχή του ... γραμματόσημου τι να σκεφτεί κανείς για την βαθύτερη ιστορία της αλληλογραφίας. Δείγμα μερικών σκέψεων και συναισθημάτων που χάνονται από την ζωή μας αποτελεί ο Ιωσήφ Βρυέννιος, λόγιος του Βυζαντίου. Ο πρώτος που σε πύρρειο λόγο του προφήτευσε -30 χρόνια πριν- την πτώση της Βασιλεύουσας. Άνθρωπος της σκέψης, του Θεού και της γραφής. Αλληλογραφούσε με το ιδιότυπο της εποχής. Ο πανεπιστημιακός Ν. Τωμαδάκης έσωσε και μετέφρασε αρκετές επιστολές του. Ανάμεσά τους και αυτή.
Aν ήξερα σίγουρα ότι και αυτές οι επιστολές μου δε θα ναυαγήσουν στη θάλασσα και ότι μετά την ανάγνωση δε θα τις πετάξεις στο χώμα ή τη φωτιά, ή το λιγότερο σε καμιά γωνιά, ίσως θα σου έστελνα πολλές και ομορφογραμμένες. Όσο όμως το θυμάμαι, τόσο περισσότερο τεμπελιάζω να σου γράψω. Κατάλαβε λοιπόν τι σημαίνει μάταια να αγοραστεί το χαρτί και το μελάνι που πρέπει και μάταια το γυαλιστικό και το ψαλίδι και το καλαμάρι να τοποθετηθούν μπροστά μου, να στομώσει η γραφίδα. Και η βελόνα και η κλωστή και το κερί και ύστερα η σφραγίδα μάταια να ετοιμαστούν.
Την εποχή του Βρυέννιου η επιστολή ήταν μία ιεροτελεστία ολόκληρη. H περγαμηνή ή το χαρτί ήταν κομμένα σε φύλλα, τα οποία ράβονταν μεταξύ τους. Γι' αυτό απαραίτητα όργανα ήταν το ψαλίδι, η βελόνα και το νήμα. Έγραφαν με τον κάλαμο, ειδικά ξυσμένο καλάμι για γραφή, τον οποίο βουτούσαν στο μελάνι. Tον κάλαμο, που ονόμαζαν επίσης καλαμίδα, γραφίδα ή δόνακα, τον τοποθετούσαν σε ειδική θήκη, η οποία πολλές φορές ήταν έτσι κατασκευασμένη, ώστε να μπορεί κανείς να την φορέσει στη μέση του. H επιστολή έμπαινε σε φάκελο που σφραγιζόταν με κερί. Βουλοκέρι!
Kαι αυτά είναι τα εξωτερικά στοιχεία. Eγώ ποιά και πόσα πρέπει να κάνω; Nα σκεφτώ το περιεχόμενο, το αναγκαιότερο και πιο κουραστικό από όλα. Nα σκύψω το κεφάλι, να στυλώσω το βλέμμα μου, να χρησιμοποιήσω την τέχνη του χεριού μου και να κινήσω τα δάκτυλά μου, να λυγίσω τα γόνατά μου, να τραβήξω τις γραμμές, να κάνω ωραία γράμματα, να έχουν ωραίο νοηματικό περιεχόμενο και καμιά φορά να φανερώνουν κάποια μυστήρια. Όταν έπειτα βρεθεί και παρακληθεί ο ταχυδρόμος να το μεταφέρει και διανύσει με πλοίο μεγάλο ταξίδι, φτάνει η επιστολή στα χέρια εκείνου προς τον οποίο εστάλη. Aν αυτός λοιπόν, μόλις τη διαβάσει, την αφήσει στη γωνιά και το σκοτάδι, αντιλαμβάνεσαι πόσο πολύ περιφρονεί τον αποστολέα και όλα τα καλά που έκανε.
Η ανάγκη της απόκρισης δεν γνωρίζει αιώνες. Ήταν και είναι πάντα το ζητούμενο. Να δείξεις πως σέβεσαι, κατανοείς, διαφωνείς, αντιδράς αλλά να αποκρίνεσαι. Η σιωπή εκλαμβάνεται ως προσβολή. Ως απόρριψη. Και κάποια πράγματα είναι διαχρονικά. Όπως αυτή η στυφή γεύση στην έλλειψη της απόκρισης.
Γι' αυτό και οι παλαιοί δεν είχαν αυτή τη συνήθεια, αλλά το αντίθετο. Όταν έστελναν ή δέχονταν γράμματα, οι μεν αποστολείς, πριν δώσουν την επιστολή στα χέρια του γραμματοκομιστή, την αντέγραφαν σε ένα βιβλίο, όπου είχαν και τα άλλα γραπτά τους. Oι αποδέκτες, μόλις τη λάβαιναν, την επιδείκνυαν στους συντρόφους τους λογίους, την αποστήθιζαν πρώτοι και την αντέγραφαν στα δικά τους βιβλία. Oι φίλοι τους πάλι την έπαιρναν και την έβαζαν στα βιβλία τους, την αποστήθιζαν και την επιδείκνυαν, και στο σπίτι τους, στην αγορά, στους δρόμους, στις συγκεντρώσεις και σε οποιεσδήποτε συναντήσεις, αντί να αργολογούν, επαναλάμβαναν προφορικά το χρήσιμο περιεχόμενό της.
Τότε που η αλληλογραφία δεν ήταν προσωπική υπόθεση. Μετέφερε σπουδαία μαντάτα που έψαχναν πολλαπλούς αποδέκτες. Άλλωστε το ταξίδι της ήταν κοπιώδες. Πολλοί αναμειγνύονταν στην μεταφορά. Η αλληλογραφία των ιστορικών προσώπων πάντα γοήτευε. Το πρώτο ενικό πρόσωπο και οι αφτιασίδωτες αλήθειες τους. Οι έρωτες, τα συναισθήματα της απόρριψης, οι απογοητεύσεις, οι προβληματισμοί. Όσα δεν χώρεσε καμία ιστορική καταγραφή αλλά μοιάζουν πιο πολύτιμα και ανθρώπινα. Ο Βρυέννιος γράφει χωρίς περιστροφές τον "πόνο" του. Ένας πόνος που ταξίδεψε με κόπο για να φτάσει ως παράπονο και "γιατί" στα χέρια του παραλήπτη του.
Όταν προσδοκούμε δεν αναλλογιζόμαστε καν τις συνθήκες του άλλου. Ο παραλήπτης μπορεί για λόγους ανωτέρας βίας να μην φάνηκε συνεπής. Στην περίπτωση του Βρυέννιου ακριβώς αυτό είχε συμβεί. Εν τούτοις, το παράπονο έμεινε ως ιστορικός "μάρτυρας" μιας εποχής που η επιστολή διέσχιζε σαράντα κύματα μέχρι να φτάσει στον προορισμό της. Ενώ τώρα όπως έλεγε το εύστοχο διαφημιστικό σλόγκαν "πατάς ένα κουμπί κι ... έφυγε το mail".
Το παρόν άρθρο δημοσιεύεται στο ekriti και υπόκειται στους νόμους περί πνευματικής ιδιοκτησίας. Απαγορεύεται ρητά η αναπαραγωγή του καθ’ οιονδήποτε τρόπο χωρίς την απαραίτητη παραπομπή (link) στην ιστοσελίδα που το δημοσίευσε.