Αφιερωματα

Ταξίδια

Οδοιπορικό στη Μεσοποταμία

Οδοιπορικό στη Μεσοποταμία.. Νοτιοανατολικά  σύνορα της Τουρκίας. Ντιγιάρμπακιρ, στάση πρώτη.  Η πρωτεύουσα του Κουρδιστάν, όπως λέγεται, καθότι κατοικείται από περισσότερο από δυο εκατομμύρια Κούρδων, το Ντιγιάρμπακιρ, μια σύγχρονη πόλη, μας καλωσορίζει. Περιτριγυρισμένη από το Τείχος, το δεύτερο μεγαλύτερο στον κόσμο μετά από το κινέζικο και πρώτο στο κόσμο σε ύψος, σε καθηλώνει με την απεραντοσύνη του. Μέσα στα πολυώροφα διαμερίσματα, τις πολυκατοικίες, τα εμπορικά καταστήματα, τα καφέ και τα εστιατόρια με κεμπάπ και τοπικές σπεσιαλιτέ, ξαφνιάζεσαι  ευχάριστα όταν πάνω που έχεις ξεχάσει ότι βρίσκεσαι στην Ανατολή μέσα στο πολύβουο αστικό κέντρο του Ντιγιάρμπακιρ, μια γυναίκα με μαντήλα, ένας βρακοφόρος γεράκος, ή οι ψαλμοί του ιμάμη από το τζαμί,  σε πλημμυρίζουν με τα πικάντικα μπαχαρικά της γλυκιάς υπενθύμισης για το τόπο όπου βρίσκεσαι. Ο σύγχρονος περιηγητής αρκεί να αφεθεί στη μυστική γοητεία του βλέπειν,  να δει δηλαδή τον κόσμο με περισσότερη συγκατάβαση. Έτσι το ταξίδι αυτό μπορεί να αποτελέσει  ένα μουσειακό ταξιδιωτικό παιγνίδι στα έγκατα του χρόνου.

Μάρντιν. Στάση δεύτερη. Το τοπίο αλλάζει. Τα σπίτια αραιώνουν, οι ήχοι γίνονται πιο παλαιικοί. Αισθάνεσαι την ανεπάρκεια της γλώσσας προφορικής ή γραπτής να αποδώσει με επινόηση λεκτικών σχημάτων την επιτομή της απίστευτης αειθαλούς ομορφιάς του Μάρντιν. Πεδιάδες μέχρι εκεί που φθάνει το μάτι σου. Αποχρώσεις του πράσινου και του χρυσού παιχνιδίζουν μπροστά σου καθώς  τα διαφόρων ειδών καλλιεργημένα χωράφια σε χαιρετούν. Όλα διαγράφονται με τέτοια ευκρίνεια που λες πως ο κόσμος έχει μόλις γεννηθεί.

Άνθρωποι απλοί, του μόχθου, στενά συνδεδεμένοι με τη γη. Η επικοινωνία είναι δύσκολη, μα βρίσκουμε περισσότερα πράγματα να μας ενώνουν παρά να μας χωρίζουν. Η παράδοση, η μουσική, τα βιώματα. Δε γνωρίζουν έθνος, γλώσσα και θρησκεία.  Φθάνουμε λίγο πριν τη τελευταία αναπνιά του ηλιοβασιλέματος, την ώρα που στο ροζ πέπλο του ουρανού διαγράφονται οι σιλουέτες από τις κορυφές των μιναρέδων ενώ το περίγραμμα τους αχνοσβήνει από τον αρωματισμένο καπνό που βγαίνει από τα χιλιάδες νοικοκυριά καθώς οι φωτιές έχουν ανάψει για τη προετοιμασία του βραδινού.

Η πόλη είναι με πέτρα και χώμα κτισμένη και αν τη κοίταζες από ψηλά κατά τη διάρκεια της μέρας θύμιζε ξεχασμένο νεκροταφείο.  Το βράδυ, τη σκέπαζε το πέπλο του φεγγαριού και με τα μυριάδες φωτάκια από σπίτια κτίρια και μιναρέδες μεταμορφωνόταν σε διαμάντι. Το διαμάντι της Μεσοποταμίας. Οι δρόμοι πλακοστρωμένοι σε προκαλούν να ισορροπήσεις ανάμεσα σε παρελθόν παρόν και μέλλον, τα σοκάκια με μια ανάσα ρομαντισμού κάτω από τα καλντερίμια, τα σπίτια όμορφα αγγιγμένα από το πέρασμα του χρόνου, παραδίδονται σιγά σιγά στην ανεπανόρθωτη φθορά.

Βρισκόμαστε ανάμεσα στο ποταμό Τίγρη και τον ποταμό Ευφράτη. Μπροστά μας ξεχύνεται η Μεσοποταμία σε όλο της μεγαλείο. Έρημος, μια απέραντη θάλασσα στις αποχρώσεις της ερήμου μας ξεγελά με το που χάνεται η τελευταία αναπνιά του ήλιου. Θαρρείς και βρίσκεσαι μπροστά από ένα τεράστιο λιμάνι όπου μυριάδες καΐκια βγήκαν να ψαρέψουν. Το ψάρι της ερήμου. Χρώματα ποικίλα. Αποχρώσεις του πράσινου την άνοιξη, του καφέ και του χρυσού το φθινόπωρο. Η αγορά γεμάτη με λογής λογής μπαχαρικά, ξηρούς καρπούς, τσάγια, καφέδες, φρούτα, λαχανικά, τυριά, μαντήλια, ρούχα παπούτσια και κοσμήματα.  Πάνω από καμπυλόσχημα ποτήρια γεμάτα από σκούρο τσάι, παζαρεύουμε να αγοράσουμε τα φημισμένα σαπούνια του Μάρντιν από δαφνόφυλλα. Η αγορά υπόσχεται τα πιο ετερόκλητα εμπορεύματα για τον επισκέπτη. Όλα κάτω από τους ψαλμούς του ιμάμη που υποχρεώνει τους πιστούς στη διακοπή κάθε δραστηριότητας καθώς η φωνή του απλώνεται στον αέρα.

Το να φας στο Μάρντιν αποτελεί εμπειρία που εμπεριέχει βαθιά απόλαυση και έναν άρρηκτο δεσμό με το παρελθόν. Τα φαγητά  με έντονες γεύσεις και δυνατά μπαχαρικά, ενεργοποιούν ένα ηδονικό παραλήρημα στους γευστικούς κάλυκες της γλώσσας, το οποίο για να μερώσει απαιτεί το αϊράν, ένα γαλακτοκομικό πόσιμο σκεύασμα. Ένα από εκείνα τα πρωτόγνωρα για τον ουρανίσκο μας φαγητά ήταν το κιουνεφέ. Ζαχαρωτό που φτιάχνεται από στρώση λευκού τυριού το οποίο έχει περαστεί πρώτα σαν κιμάς από πολύ λεπτά σύρματα, τηγανίζεται στη συνέχεια και σερβίρεται μέσα σε μία λίμνη από σιρόπι ψιλής ζάχαρης, πασπαλισμένο με αλεσμένα πράσινα φιστίκια. Φέρνει στο στόμα σου γεύση από φωτιά καπνό και γη, με την ιδιαίτερη του αίσθηση να μην έχει καταφέρει να αλλοιώσει το πέρασμα των αιώνων.

Παίρνω το χωματένιο δρόμο ανάμεσα σε αγροκτήματα ελαιώνες, πορτοκαλιές, κόβω ένα πορτοκάλι, βουλιάζω το νύχι στη φλούδα, μετά στο στόμα, στύβω πορτοκαλόφλουδα στο μάτι πιάνω το δάκρυ, σηκώνω τα μάτια και βλέπω απέναντι το θαύμα: ολόκληρη τη Μεσοποταμία να απλώνεται προκλητικά μπροστά μου.  Το θέαμα του τοπίου, οι απαλές γραμμές, οι καμπύλες των γύρω λόφων. Όλα με άλλο φως στον ανοιχτό ορίζοντα. Το πρωί αφού φάγαμε ντομάτες ψωμί ελιές τυρί και αυγά, ξεκινήσαμε για το ορθόδοξο χριστιανικό μοναστήρι στα σύνορα με τη Συρία.

Ένα πλούσιο δάσος από ελιές στεφανώνει τη γύρω περιοχή καθώς το βλέμμα μας χάνεται στον ατελείωτο ορίζοντα της Μεσοποταμίας. Η ιερότητα του χώρου γέμισε με ενέργεια τα σώματα μας, και το μυαλό άδειαζε για να γεμίσει η ψυχή από το θείο μεταλάβωμα.

Πριν μπούμε στους ελαιώνες του Θεού, περπατάμε στους κήπους των ανθρώπων. Ανάβουμε κερί στο Δημιουργό. Ανθισμένος τόπος. Παράδεισος. Τα κελιά στη σειρά, οι μοναχοί αόρατοι και παντού. Αυστηρό, καθαρό. Τόπος για γονάτισμα περισυλλογή και προσευχή.

Ο ξεναγός, ένας όμορφος μελαχρινός νεαρός, άραβας, υπήρξε μαθητής σε αυτό το μοναστήρι όπου ψάλλουν στα ιουδαϊκά, στο άκουσμα της καμπάνας, ενώνει τα τρία ακροδάχτυλα του και τα ακουμπά στο μέτωπο, τη κοιλιά και στους ώμους του.  Ένα ρεύμα  κατανυκτικής συγκίνησης με κυριεύει, βλέποντας για ακόμα μια φορά πόσο διαφορετικοί και πόσο ίδιοι είμαστε. Που να το περίμενα στα βάθη της Ανατολής να συναντήσω χριστιανούς ορθόδοξους.

Ο θεός στο Μάρντιν λατρεύεται σε κτήρια που ποικίλουν από ορθόδοξες χριστιανικές εκκλησίες μέχρι τζαμιά. Είναι αξιοθαύμαστο πως βρίσκονται το ένα δίπλα στο άλλο, με τρόπο φυσικό, ακριβώς όπως και οι πιστοί που ανήκουν στο καθένα από αυτά συνυπάρχουν, εργάζονται και αγαπιούνται εδώ και χιλιάδες χρόνια Κούρδοι, Τούρκοι και Άραβες συμβιώνουν αρμονικά μέσα στο καθημερινό μόχθο.  Κύλησαν χιλιάδες χρόνια γεμάτα εισβολές, αλλαγές και αφομοιώσεις του ενός λαού από τον άλλο. Εκείνο που χαρακτηρίζει τη περιοχή είναι μια εύθυμη και χαλαρή ατμόσφαιρα φιλελεύθερη και ειρηνική.

Η μουσική στολισμένη με ανατολίτικα ταξίμια, άλλοτε σε γρήγορο ρυθμό με φλάουτο, μπαγλαμά, τζουρά και ντέφι. Άλλοτε με μια βαθιά θλίψη συνοδευόμενη από βουβή κραυγή. Μελωδίες που διασώζονται ακόμη στο θρόισμα των φύλλων των ιερών δέντρων που προσφέρουν απλόχερα το νοστιμότατο λάδι.

Το κρουστό όργανο έδινε το ρυθμό και το ακορντεόν έστρωνε μαγευτικό χαλί με τα ακόρντα του. Σα το απαλό δροσαέρι που χαϊδεύει τα στάχυα στο καυτό απομεσήμερο ξεχύθηκε η μουσική από το μπαγλαμά και όταν ο ντένγκμπιζ, ο άντρας που τραγουδάει, άνοιξε το στόμα του, η μελωδική του φωνή πλημμύρισε το χώρο, ξύπνησε το συναίσθημα που σαν το ποτήρι που δε χωρά άλλο νερό, ξεχείλισε και μετουσιώθηκε σε γλυκάλμυρο δάκρυ. Το πρώτο μεταλάβωμα στη μουσική του Κουρδιστάν μας ταξίδεψε πέρα από τόπο και χρόνο. Μας ένωσε σε ένα σώμα μια ψυχή αγνή, δίχως εθνικότητα, δίχως θρησκεία, καθάρια, αμάλαγη. Το πρώτο βάπτισμα στη κούρδικη μουσική ήταν σε νερά που χοχλακούσαν. Οι κουβέντες περί παράδοσης φτεροκοπούσαν και χάνονταν στο σύθαμπο, ενώ τα άστρα τρεμόπαιζαν στο βάθος του ουρανού όπως τα νυσταγμένα μας βλέφαρα.

Νωρίτερα όταν ακόμα το φαγητό ψηνόταν, χορεύαμε κούρδικους χορούς κάνοντας πότε πότε το σήμα της ελευθερίας.  Όταν η επιθυμία να ανταλλάξουμε και να μοιραστούμε γινόταν έντονη, τότε σε κύκλο πιασμένοι από τις άκρες των μικρών μας δακτύλων χορεύαμε σε κούρδικο τέμπο βγάζοντας πρωτόγονους αλαλαγμούς. Καταπιεσμένος λαός, διψασμένος για αναγνώριση του δικαιώματος του να λέγονται Κούρδοι, όχι Τούρκοι, να μιλούν τη γλώσσα τους, να τη διδάσκονται στα σχολεία, και να τηρούν τις παραδόσεις τους, τα έθιμα και τις γιορτές τους.

Με τα πνευμόνια μας γεμάτα από τον αέρα του Κουρδιστάν, τη ματιά μας γαληνεμένη από τις ελκυστικές καμπύλες των γύρω λόφων, με τα αυτιά μας παραδομένα στην αντάρτικη ομορφιά της μουσικής των Κούρδων, αποχαιρετούμε τούτο τον τόπο όπως όταν αποχωριζόμαστε ένα αγαπημένο μας πρόσωπο, και κινούμε για τη δύση.

Χρυσούλα Τζωρτζάκη


Το παρόν άρθρο δημοσιεύεται στο ekriti και υπόκειται στους νόμους περί πνευματικής ιδιοκτησίας. Απαγορεύεται ρητά η αναπαραγωγή του καθ’ οιονδήποτε τρόπο χωρίς την απαραίτητη παραπομπή (link) στην ιστοσελίδα που το δημοσίευσε.

ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ

Λογότυπο Ράδιο Κρήτη FM 101.5FM
ESPA BANNER