Όλοι οι Έλληνες Πρόεδροι της Δημοκρατίας
Ο όγδοος Πρόεδρος της Ελληνικής Δημοκρατίας μετά την Μεταπολίτευση θα είναι γυναίκα. Όπως τόνισε ο Πρωθυπουργός, κατά το διάγγελμά του, στο οποίο ανακοίνωσε την πρότασή του για την υποψήφια Πρόεδρο, ανέφερε:
"Ο πολίτης είναι γένους αρσενικού. Η Δημοκρατία, η Ελλάδα και η Πρόοδος, ωστόσο, είναι γένους θηλυκού. Και αυτές μάς καλούν στη μεγάλη υπέρβαση. Θεωρώ ότι είναι η ώρα να αποκτήσει η πατρίδα μας μία άξια Ελληνίδα στην κορυφαία πολιτειακή της θέση". Και έτσι πρότεινε την πρόεδρο του Συμβουλίου της Επικρατείας, Αικατερίνη Σακελλαροπούλου.
Ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας είναι ρυθμιστής του Πολιτεύματος (άρθρο 30 παρ. 1). Εκλέγεται από τη Βουλή και έχει το δικαίωμα της επανεκλογής μία μόνο φορά. Η θητεία του Προέδρου είναι πενταετής.
Η θέση αυτή υπήρξε στις περιόδους 1924 έως 1935 και 1974 έως σήμερα, δηλαδή στις περιόδους που η Ελλάδα δεν είχε ως ανώτατο άρχοντα βασιλιά και από το σημείο που καταργήθηκε η Βασιλεία και μετά.
Από το 1975, ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας εκλέγεται από τη Βουλή των Ελλήνων με πενταετή θητεία. Ο θεσμός του Προέδρου της Δημοκρατίας καθιερώθηκε στην Ελλάδα για πρώτη φορά με το Σύνταγμα του 1924. Μετά το δημοψήφισμα που διενεργήθηκε και με το οποίο ανακηρύχθηκε η αβασίλευτη δημοκρατία, ο μέχρι τότε Αντιβασιλέας Παύλος Κουντουριώτης έγινε πρώτος προσωρινός Πρόεδρος της Δημοκρατίας.
Έως σήμερα, η Ελληνική Δημοκρατία μετρά δέκα άνδρες Προέδρους: Παύλος Κουντουριώτης, Θεόδωρος Πάγκαλος, Αλέξανδρος Ζαΐμης, Μιχαήλ Στασινόπουλος, Κωνσταντίνος Τσάτσος, Κωνσταντίνος Καραμανλής, Χρήστος Σαρτζετάκης, Κωνσταντίνος Στεφανόπουλος, Κάρολος Παπούλιας και ο νυν Προκόπης Παυλόπουλος.
Οι Πρόεδροι της Β Ελληνικής Δημοκρατίας 1924 - 1935
Παύλος Κουντουριώτης
Ο Παύλος Κουντουριώτης (1855-1935) υπήρξε ναύαρχος του Βασιλικού Ναυτικού, αρχηγός του Γενικού Επιτελείου Ναυτικού και αρχηγός του Β΄ Στόλου κατά τους Βαλκανικούς Πολέμους και συμμετείχε στην κυβέρνηση της Θεσσαλονίκης ως μέλος της τριανδρίας.
Έγινε προσωρινός (μέχρι την ψήφιση του νέου Συντάγματος) Πρόεδρος της Δημοκρατίας, εκλέχτηκε από την Δ' Συντακτική Εθνοσυνέλευση από τις 25 Μαρτίου 1924 έως τις 15 Μαρτίου 1926.
Το Μάρτιο του 1926, μετά την κατάληψη της εξουσίας από τον Θεόδωρο Πάγκαλο, παραιτήθηκε από το αξίωμα του Προέδρου, το οποίο ανέλαβε ο ίδιος ο Πάγκαλος και τον Αύγουστο του ίδιου χρόνου, ύστερα από την ανατροπή του τελευταίου, επανήλθε στον προεδρικό θώκο. Με το Σύνταγμα του 1927 καθιερώθηκε ο ρόλος του Προέδρου της Δημοκρατίας, ο οποίος περιοριζόταν στην άσκηση της εκτελεστικής εξουσίας.
Θεόδωρος Πάγκαλος
Προκήρυξε εκλογές για τις 4 Απριλίου για την ανάδειξη Προέδρου της Δημοκρατίας. Οι εκλογές έγιναν τελικά σε δύο δόσεις για τεχνικούς λόγους: στις 4 Απριλίου σε 12 νομούς και στις 11 Απριλίου στους υπόλοιπους 23. Μπροστά στην παρωδία εκλογών, που ετοίμαζε ο Πάγκαλος, τα κόμματα απέσυραν την υποστήριξή τους στον Κωνσταντίνο Δεμερτζή και ζήτησαν από το λαό να απόσχει από τις εκλογές. Ο Πάγκαλος εξελέγη πρόεδρος της Δημοκρατίας, λαμβάνοντας 782.589 ψήφους έναντι 56.126 του Δεμερτζή. Στις 18 Απριλίου ο νικητής των εκλογών Θεόδωρος Πάγκαλος ορκίστηκε Πρόεδρος της Δημοκρατίας και συγκέντρωσε πάνω του όλες τις εξουσίες.
Παύλος Κουντουριώτης
Μετά την ανατροπή του Πάγκαλου από τον Γεώργιο Κονδύλη στις 23 Αυγούστου 1926, ο Παύλος Κουντουριώτης ανέλαβε και πάλι καθήκοντα προσωρινού Προέδρου της Δημοκρατίας. Στις 3 Ιουνίου 1929 ο ναύαρχος Κουντουριώτης εξελέγη πρώτος Πρόεδρος της Δημοκρατίας σε κοινή συνεδρίαση Βουλής και Γερουσίας, κατ’ επιταγήν του Συντάγματος του 1927. Επί 309 ψηφισάντων έλαβε 259 ψήφους. Στις 9 Δεκεμβρίου 1929 υπέβαλλε την παραίτησή του για λόγους υγείας. Προσωρινός πρόεδρος ανέλαβε ο πρόεδρος της Γερουσίας Αλέξανδρος Ζαΐμης.
Αλέξανδρος Ζαΐμης
Ο Αλέξανδρος Ζαΐμης, λόγω του ότι ήταν Πρόεδρος της Γερουσίας, ο οποίος τελικά επιλέχθηκε από τη Γερουσία και τη Βουλή ως καταλληλότερος για το αξίωμα του Προέδρου. Ο Αλέξανδρος Ζαΐμης (1855-1936) διετέλεσε κατά περιόδους υπουργός, έξι φορές Πρωθυπουργός της Ελλάδας, δύο φορές Πρόεδρος της Βουλής και Ύπατος Αρμοστής της Κρήτης, διαδεχόμενος τον παραιτηθέντα Πρίγκιπα Γεώργιο. Είναι ο μόνος πολιτικός που κατέλαβε τόσα πολλά σημαντικά αξιώματα στην πολιτική σκηνή της σύγχρονης Ελλάδας. Επανεξελέγη το 1934 και παρέμεινε μέχρι το 1935, οπότε και λόγω της πολιτειακής μεταβολής καταργήθηκε ο θεσμός του Προέδρου της Δημοκρατίας.
Ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας ως θεσμός επανήλθε επί του δικτατορικού καθεστώτος των Συνταγματαρχών με το δεύτερο “Σύνταγμα” του 1973, το οποίο συγκέντρωνε δύναμη στο πρόσωπό του Προέδρου της Δημοκρατίας, καθιερώνοντας παράλληλα και τη θέση του Αντιπροέδρου.
Οι Πρόεδροι της Ελληνικής Δημοκρατίας μετά το 1974
Μετά το 1974 η Ελληνική Δημοκρατία μέχρι σήμερα είχε επτά άνδρες Προέδρους της Δημοκρατίας, όπως παρουσιάζονται από την ιστοσελίδα της Προεδρίας.
Μιχαήλ Στασινόπουλος, Κωνσταντίνος Τσάτσος, Κωνσταντίνος Καραμανλής, Χρήστος Σαρτζετάκης, Κωνσταντίνος Στεφανόπουλος, Κάρολος Παπούλιας και ο νυν Προκόπης Παυλόπουλος.
Μιχαήλ Στασινόπουλος
Ο Μιχαήλ Στασινόπουλος γεννήθηκε στην Καλαμάτα το 1903. Σπούδασε νομικά στο Πανεπιστήμιο Αθηνών και αναγορεύθηκε Διδάκτωρ Νομικής το 1934. Το 1937 διορίσθηκε Υφηγητής Διοικητικού Δικαίου στο Πανεπιστήμιο Αθηνών και το 1943 τακτικός Καθηγητής της Παντείου Ανωτάτης Σχολής Πολιτικών και Κοινωνικών Επιστημών της οποίας διετέλεσε Πρύτανης από το 1951 έως το 1958.
Κατά τη διετία 1951-1953 διετέλεσε Πρόεδρος του Εθνικού Ιδρύματος Ραδιοφωνίας. Το 1952 υπηρέτησε ως υπηρεσιακός Υπουργός Προεδρίας και Εργασίας στην Κυβέρνηση Κιουσόπουλου και το 1958 ως Υπουργός Προεδρίας στην Κυβέρνηση Γεωργακόπουλου.
Το 1929, επιτυχών πρώτος στο σχετικό διαγωνισμό δικαστών, εισήλθε ως Εισηγητής στο Συμβούλιο της Επικρατείας του οποίου διετέλεσε Πρόεδρος από το 1966 έως το 1969.
Συγγραφική πορεία
Ο Μιχαήλ Στασινόπουλος ανέπτυξε πλούσια συγγραφική δραστηριότητα. Πρωτοεμφανίστηκε ως λογοτέχνης, στο περιοδικό Μούσα (1920-1923). Δημοσίευσε πολυάριθμα επιστημονικά συγγράμματα και λογοτεχνικά έργα καθώς και μεταφράσεις έργων Γάλλων ποιητών και πεζογράφων. Το 1968 εξελέγη τακτικό μέλος της Ακαδημίας Αθηνών και κατά τα έτη 1969 και 1970 προτάθηκε από τον Πρόεδρο του Γαλλικού Συμβουλίου Επικρατείας Rene Cassin ως υποψήφιος για το Νόμπελ Ειρήνης.
Πολιτική πορεία
Στις βουλευτικές εκλογές του 1974, ο Μιχαήλ Στασινόπουλος, εξελέγη Βουλευτής Επικρατείας με το κόμμα της Νέας Δημοκρατίας. Μετά την καθιέρωση, με το δημοψήφισμα της 8ης Δεκεμβρίου 1974 της αβασίλευτης Δημοκρατίας ως οριστικού πολιτεύματος, ο Μιχαήλ Στασινόπουλος εξελέγη κατά πλειοψηφία από τη Βουλή ως προσωρινός Πρόεδρος της Δημοκρατίας. Άσκησε τα καθήκοντα αρχηγού του κράτους από την 18η Δεκεμβρίου 1974 μέχρι την 20η Ιουνίου 1975, δηλαδή μέχρι την οριστική διαμόρφωση του νέου πολιτεύματος από την Αναθεωρητική Βουλή.
Ο Μιχαήλ Στασινόπουλος απεβίωσε στις 31 Οκτωβρίου 2002.
Κωνσταντίνος Τσάτσος
Ο Κωνσταντίνος Τσάτσος γεννήθηκε το 1899 στην Αθήνα όπου και έζησε μέχρι το θάνατό του, το 1987. Ήταν παντρεμένος με την Ιωάννα Σεφεριάδου και είχε δυο κόρες. Σπούδασε νομικά στο Πανεπιστήμιο Αθηνών.
Σπουδές και διπλωματία
Παράλληλα με τις σπουδές του ασχολήθηκε με τα έργα των κλασσικών Ελλήνων και λατίνων συγγραφέων καθώς και με την νεοελληνική λογοτεχνία και την ποίηση. Δημοσίευσε δύο τόμους ποιημάτων και θεατρικών έργων με το ψευδώνυμο Ύβος Δελφός.
Μετά τον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο και μέχρι το 1920 τοποθετήθηκε στην ελληνική διπλωματική αντιπροσωπεία στο Παρίσι. Με την ιδιότητά του αυτή, συμμετείχε στις διαπραγματεύσεις για την υπογραφή της Συνθήκης των Σεβρών.
Μετά τις μεταπτυχιακές σπουδές του στη φιλοσοφία και φιλοσοφία του δικαίου στη Χαϊδελβέργη επέστρεψε στην Αθήνα. Ανακηρύχθηκε Διδάκτωρ Νομικής το 1929, υφηγητής το 1930 και έκτακτος καθηγητής στη Νομική Αθηνών το 1932 στην έδρα της Εισαγωγής στην Επιστήμη του Δικαίου και της Φιλοσοφίας του Δικαίου. Κατά τη διάρκεια της δικτατορίας Μεταξά, συνελήφθη και εκτοπίσθηκε στη Σκύρο, το 1941 απολύθηκε από το Πανεπιστήμιο και το 1944 διέφυγε στη Μέση Ανατολή.
Πολιτική πορεία
Επανήλθε στα πανεπιστημιακά του καθήκοντα μετά την απελευθέρωση και το 1945 ανέλαβε το Υπουργείο Εσωτερικών στη Κυβέρνηση Βούλγαρη, καθώς και το Υπουργείο Τύπου και Πληροφοριών στην Κυβέρνηση Κανελλόπουλου. Το 1946 παραιτήθηκε από το Πανεπιστήμιο και πολιτεύθηκε με το κόμμα των Φιλελευθέρων. Χρημάτισε Υπουργός Εθνικής Παιδείας στην Κυβέρνηση Σοφούλη (1949), καθώς και Υφυπουργός Συντονισμού στη Κυβέρνηση Σ. Βενιζέλου (1951).
Το 1956 προσχώρησε στο νεοϊδρυθέν κόμμα της Εθνικής Ριζοσπαστικής Ένωσης (ΕΡΕ) με το οποίο και εξελέγη βουλευτής σε κάθε εκλογική αναμέτρηση. Υπηρέτησε ως Υπουργός Προεδρίας Κυβερνήσεως και Υπουργός Κοινωνικής Πρόνοιας στην Κυβέρνηση Καραμανλή (1961, 1963), καθώς και Υπουργός Δικαιοσύνης στη Κυβέρνηση Κανελλόπουλου (1967).
Μετά τη μεταπολίτευση το 1974, ανέλαβε το Υπουργείο Πολιτισμού στην Κυβέρνηση Εθνικής Ενότητας. Στις βουλευτικές εκλογές του 1974 εξελέγη Βουλευτής Επικρατείας με το κόμμα της Νέας Δημοκρατίας.
Στις 20 Ιουνίου 1975, ο Κωνσταντίνος Τσάτσος εξελέγη από τη Βουλή Πρόεδρος της Δημοκρατίας, με 210 ψήφους επί 295 παρόντων βουλευτών. Διετέλεσε Πρόεδρος της Ελληνικής Δημοκρατίας μέχρι το Μάιο του 1980.
Σημαντικές στιγμές
Ο Κωνσταντίνος Τσάτσος δημοσίευσε πλήθος επιστημονικών μελετών, νομικών και φιλοσοφικών συγγραμμάτων καθώς και λογοτεχνικών έργων. Το 1961 εξελέγη μέλος της Ακαδημίας Αθηνών, της οποίας διετέλεσε Αντιπρόεδρος και Πρόεδρος. Το 1979 εξελέγη ξένος εταίρος της Ακαδημίας Ηθικών και Πολιτικών Επιστημών της Γαλλίας και επίτιμος διδάκτωρ της Σορβόννης. Εξελέγη επίσης ξένος εταίρος των Ακαδημιών της Ρουμανίας και του Μαρόκου το 1980, καθώς και μέλος της Ευρωπαϊκής Ακαδημίας Επιστημών, Τέχνης και Γραμμάτων το 1981. Το 1980 του απονεμήθηκε το μέγα ευρωπαϊκό βραβείο Κούντενχοβε-Καλλέργη.
Κωνσταντίνος Καραμανλής
O Κωνσταντίνος Καραμανλής γεννήθηκε το 1907 στην κωμόπολη Πρώτη Σερρών της τότε υπόδουλης Μακεδονίας. Ο πατέρας του, δημοδιδάσκαλος, είχε μετάσχει ενεργά στο Μακεδονικό αγώνα. Μετά το πέρας των εγκύκλιων σπουδών του, σπούδασε νομικά στο Πανεπιστήμιο Αθηνών και, μετά την αποφοίτησή του, άσκησε, από το 1930, τη δικηγορία στην πόλη των Σερρών.
Πολιτική πορεία
Εξελέγη για πρώτη φορά βουλευτής του Λαϊκού Κόμματος στην περιφέρεια Σερρών το 1935. Συνολικά, στην ευρύτερη διάρκεια της πολιτικής του σταδιοδρομίας, εξελέγη 12 φορές βουλευτής, διαδοχικά, του Λαϊκού Κόμματος, του Ελληνικού Συναγερμού, της Εθνικής Ριζοσπαστικής Ενώσεως (ΕΡΕ) και της Νέας Δημοκρατίας (ΝΔ). Τα δυο τελευταία κόμματα ίδρυσε ο ίδιος, αντίστοιχα, το 1956 και το 1974. Διετέλεσε, μεταξύ 1946 – 1955, υπουργός Εργασίας, Μεταφορών, Κοινωνικής Πρόνοιας, Εθνικής Άμυνας και τέλος, Δημοσίων Έργων.
Ανέλαβε, τον Οκτώβριο του 1955, ως διάδοχος του Αλέξανδρου Παπάγου, την Πρωθυπουργία, την οποία και διατήρησε, μετά από τρεις επιτυχείς εκλογικές αναμετρήσεις, ως τον Ιούνιο του 1963, οπότε υπέβαλε την παραίτησή του εξαιτίας διαφωνίας με τον Βασιλέα Παύλο. Έκτοτε, παρέμεινε επί ενδεκαετία στο εξωτερικό διατυπώνοντας, κατά αραιά διαστήματα, τις απόψεις του για την ανάγκη της αποκατάστασης του δημοκρατικού πολιτεύματος πάνω σε νέες βάσεις. Επέστρεψε στην Ελλάδα, ενώ κατέρρεε η δικτατορία των Συνταγματαρχών, τη νύχτα της 24ης Ιουλίου 1974 και συγκρότησε, υπό την προεδρία του, την Κυβέρνηση Εθνικής Ενότητας, η οποία και αντιμετώπισε δραστικά την ανάγκη της άμεσης επαναλειτουργίας του δημοκρατικού πολιτεύματος και της αντιμετώπισης της εθνικής κρίσης που είχε προκληθεί μετά την τουρκική εισβολή στην Κύπρο. Επικράτησε σε δυο, διαδοχικές, εκλογικές αναμετρήσεις κατά τα έτη 1974 και 1977, εξασφαλίζοντας την αδιάλειπτη άσκηση της εξουσίας ως την παραίτησή του από την ενεργό πολιτική, το έτος 1980.
Σημαντικές στιγμές
Ο Κωνσταντίνος Καραμανλής εξελέγη Πρόεδρος της Δημοκρατίας, δυο φορές, στις 5 Μαΐου 1980 και στις 4 Μαΐου 1990.
Αποχώρησε οριστικά από τον δημόσιο βίο, το 1995, έχοντας συμπληρώσει 60 χρόνια πολιτικής ζωής. Στο διάστημα αυτό, διετέλεσε οκτώ χρόνια Υπουργός, δεκατέσσερα Πρωθυπουργός και δέκα Πρόεδρος της Δημοκρατίας. Ως Πρωθυπουργός, μεταξύ των ετών 1955- 1963, έθεσε τα θεμέλια για την οικονομική ανασυγκρότηση της χώρας και, μεταξύ 1974 – 1980, αποκατέστησε, σε νέες βάσεις, το δημοκρατικό καθεστώς, επέλυσε οριστικά το πολιτειακό πρόβλημα και εξασφάλισε την ένταξη της χώρας στην Ενωμένη Ευρώπη. Ως Πρόεδρος της Δημοκρατίας, κατοχύρωσε την ομαλή λειτουργία του δημοκρατικού πολιτεύματος, συνέβαλε στην ενίσχυση της εθνικής ομοψυχίας και εξύψωσε το κύρος της Ελλάδας στο διεθνή χώρο.
Τιμήθηκε με τα ευρωπαϊκά βραβεία Καρλομάγνου το 1978 και Σουμάν το 1980, το χρυσό μετάλλιο του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου το 1983 και το ανώτατο μετάλλιο των Πανεπιστημίων των Παρισίων το 1983 για την πίστη του στην ιδέα της Ενωμένης Ευρώπης και τον αγώνα του για την ένταξη της Ελλάδος σε αυτή. Τιμήθηκε επίσης με το χρυσό μετάλλιο του Ιδρύματος Ωνάση, το 1983, για τη συμβολή του στην αποκατάσταση της δημοκρατίας, την επίτευξη της ένταξης της Ελλάδας στην Ευρωπαϊκή Οικονομική Κοινότητα, το όραμά του για την αναγέννηση της ολυμπιακής ιδέας και τις προσπάθειές του για τη σταθεροποίηση της ειρήνης στα Βαλκάνια.
Ο Κωνσταντίνος Καραμανλής απεβίωσε στις 23 Απριλίου 1998.
Χρήστος Σαρτζετάκης
Ο Χρήστος Σαρτζετάκης γεννήθηκε το 1929 στη Θεσσαλονίκη. Πτυχιούχος της Νομικής Σχολής του Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης, μετά ολιγόμηνη δικηγορία, εισήλθε στον Δικαστικό κλάδο το 1955. Με εκπαιδευτική άδεια έκανε το 1965-1967 μεταπτυχιακές σπουδές στο Παρίσι στο εμπορικό δίκαιο και το Ευρωπαϊκό Κοινοτικό Δίκαιο. Είναι έγγαμος με την Έφη Αργυρίου και έχουν μία κόρη.
Δικαστική και πολιτική πορεία
Το 1963, υπηρετών στο Πρωτοδικείο Θεσσαλονίκης, έγινε και διεθνώς γνωστός ως Ανακριτής της υποθέσεως πολιτικής δολοφονίας του βουλευτού της αριστεράς Γρηγορίου Λαμπράκη, την οποία με επιτυχία διεξήγαγε.
Το 1968, επί δικτατορικού καθεστώτος, απολύθηκε από το Δικαστικό Σώμα και στη συνέχεια συνελήφθη δύο φορές, βασανίσθηκε και φυλακίσθηκε, χωρίς δίκη, επί ένα περίπου χρόνο. Με την κατάρρευση της δικτατορίας αποκαταστάθηκε στην υπηρεσία του τον Σεπτέμβριο του 1974 με τον βαθμό του Εφέτου. Το 1981 προάγεται στον βαθμό του Προέδρου Εφετών και το 1982 στον βαθμό του Αρεοπαγίτου.
Κατά την προεδρική εκλογή του 1985 ο Χρήστος Σαρτζετάκης προτείνεται από το κόμμα του ΠΑΣΟΚ και εκλέγεται από αυτό και τα κόμματα της Αριστεράς στις 29 Μαρτίου 1985 ως Πρόεδρος της Δημοκρατίας, ενώ παρέμεινε στη θέση αυτή έως τις 5 Μαΐου 1990.
Σημαντικές Στιγμές
Ο Χρήστος Σαρτζετάκης είναι Επίτιμο μέλος του Ανωτάτου Δικαστηρίου της Πορτογαλίας, Επίτιμος Διδάκτωρ του Τμήματος Ιστορίας και Εθνολογίας του Δημοκριτείου Πανεπιστημίου Θράκης, Επίτιμο μέλος της Εταιρείας Λογοτεχνών Θεσσαλονίκης και μέλος επιστημονικών εταιρειών στην Ελλάδα και το Εξωτερικό. Έτυχε διαφόρων τιμητικών διακρίσεων και των ανωτάτων παρασήμων ξένων κρατών και είναι Επίτιμος δημότης πολλών Δήμων και Κοινοτήτων της χώρας μας. Δημοσίευσε διάφορες μελέτες νομικού και πολιτικού περιεχομένου.
Κωνσταντίνος Στεφανόπουλος
O Κωνσταντίνος Στεφανόπουλος γεννήθηκε στην Πάτρα στις 15 Αυγούστου 1926. Σπούδασε νομικά στο Πανεπιστήμιο Αθηνών και από το 1954 άσκησε ενεργό δικηγορία μέχρι το 1974, ως μέλος του Δικηγορικού Συλλόγου Πατρών. Άρχισε να πολιτεύεται στις εκλογές του 1958 με την Εθνική Ριζοσπαστική Ένωση (ΕΡΕ) και εξελέγη για πρώτη φορά βουλευτής Αχαΐας το 1964. Επανεξελέγη βουλευτής Αχαΐας, με τη Νέα Δημοκρατία (ΝΔ) στις εκλογές του 1974, 1977, 1981 και 1985. Διετέλεσε Γραμματεύς της Κοινοβουλευτικής ομάδος και κοινοβουλευτικός εκπρόσωπος από το 1981 μέχρι το 1985.
Πολιτική πορεία
Το 1974 μετείχε στην κυβέρνηση Εθνικής Ενότητας του Κωνσταντίνου Καραμανλή ως Υφυπουργός Εμπορίου. Τα επόμενα επτά χρόνια υπήρξε μέλος των κυβερνήσεων της ΝΔ ως Υπουργός Εσωτερικών από το Νοέμβριο του 1974 μέχρι το Σεπτέμβριο του 1976, Υπουργός Κοινωνικών Υπηρεσιών (Σεπτέμβριος 1976 – Νοέμβριος 1977) και Υπουργός Προεδρίας της Κυβερνήσεως (1977-1981).
Τον Αύγουστο του 1985, ο Κ. Στεφανόπουλος αποχώρησε από τη Νέα Δημοκρατία και στις 6 Σεπτεμβρίου του ιδίου έτους ίδρυσε το κόμμα της Δημοκρατικής Ανανέωσης (ΔΗΑΝΑ). Εξελέγη βουλευτής Α΄ Αθηνών στις εκλογές του 1989, ενώ παρέμεινε πρόεδρος του κόμματος αυτού μέχρι τον Ιούνιο του 1994, οπότε το κόμμα αυτό ανέστειλε τη δράση του.
Προεδρική θητεία
Ενόψει των προεδρικών εκλογών του 1995, το κόμμα της Πολιτικής Άνοιξης (ΠΟΛΑΝ) πρότεινε και στήριξε ως υποψήφιο Πρόεδρο Δημοκρατίας, τον Κωνσταντίνο Στεφανόπουλο ο οποίος με τη στήριξη και του ΠΑΣΟΚ εξελέγη στις 8 Μαρτίου 1995, κατά την τρίτη ψηφοφορία, με 181 ψήφους ως ο πέμπτος Πρόεδρος Δημοκρατίας μετά τη μεταπολίτευση του 1974 και την αποκατάσταση του δημοκρατικού πολιτεύματος.
Ο Κωνσταντίνος Στεφανόπουλος διαδέχθηκε τον Κωνσταντίνο Καραμανλή στις 10 Μαρτίου 1995. Επανεξελέγη στο Προεδρικό αξίωμα στις 8 Φεβρουαρίου 2000 με την πρώτη ψηφοφορία αφού έλαβε 269 ψήφους επί 298 παρόντων βουλευτών, παραμένοντας στη θέση αυτή μέχρι τις 12 Μαρτίου 2005.
Έτυχε διαφόρων τιμητικών διακρίσεων και των ανωτάτων παρασήμων ξένων κρατών και αποτελούσε επίτιμο δημότης πολλών Δήμων και Κοινοτήτων της χώρας μας. Ο Κωνσταντίνος Στεφανόπουλος απεβίωσε στις 20 Νοεμβρίου του 2016.
Κάρολος Παπούλιας
Γεννήθηκε στις 4 Ιουνίου 1929 στα Γιάννινα, γενέθλιο τόπο της μητέρας του. Ο πατέρας του, Υποστράτηγος Γρηγόρης Παπούλιας, Εύελπις της ηρωικής τάξεως του 1911, υπέκυψε το Σεπτέμβριο του 1936 στις κακουχίες της Μικρασιατικής εκστρατείας του 1921.Τελείωσε το δημοτικό σχολείο Πωγωνιανής και εφοίτησε στα γυμνάσια Πωγωνιανής, Ζωσιμαίας Ιωαννίνων, Παλαιού Φαλήρου και 7ου Παγκρατίου Αθηνών. Η ναζιστική κατοχή τον βρήκε μαθητή του γυμνασίου Πωγωνιανής. Εντάχθηκε από τους πρώτους στην ένοπλη αντίσταση εναντίον των εισβολέων.
Νομική – Συνδικαλιστική πορεία
Δικηγόρος σπούδασε νομικά στα Πανεπιστήμια Αθηνών, Μιλάνου και Κολωνίας όπου και ανηγορεύθη διδάκτωρ της Νομικής Σχολής με θέμα, “Κτήση και Απώλεια της Νομής κατά το Ελληνικό και Γερμανικό Δίκαιο” υπό την επίβλεψη του διαπρεπούς νομομαθούς, καθηγητού του Ιδιωτικού Διεθνούς Δικαίου Gerhard Kegel. Υπήρξε επιστημονικός συνεργάτης του Ινστιτούτου Νοτιοανατολικής Ευρώπης του Μονάχου.
Έγραψε επιτομή της ελληνικής αντίστασης που κυκλοφόρησε στο γνωστό γερμανικό εκδοτικό οίκο Suhrkamp. Μελέτες και άρθρα του έχουν δημοσιευθεί σε ξένες εφημερίδες και περιοδικά. Το στρατιωτικό πραξικόπημα του 1967 τον βρήκε στην Ομοσπονδιακή Γερμανία. Εκεί πρωτοστάτησε στην οργάνωση της Σοσιαλιστικής Δημοκρατικής Ένωσης Εξωτερικού, η οποία οργάνωσε και κινητοποίησε τους Έλληνες εργαζομένους, φοιτητές και επιστήμονες της Δυτικής Ευρώπης εναντίον της χούντας των συνταγματαρχών. Υπήρξε επίσης ιδρυτικό μέλος της πρώτης συνδικαλιστικής αντιστασιακής οργάνωσης και ήταν ένας από τους τακτικότερους συνεργάτες της Ντόϊτσε Βέλλε.
Πολιτική πορεία
Από το Δεκέμβριο του 1974 εκλέγεται αδιαλείπτως μέλος της Κεντρικής Επιτροπής του ΠΑΣΟΚ. Υπήρξε μέλος του Συντονιστικού Συμβουλίου, μέλος του Εκτελεστικού Γραφείου και μέλος της Πολιτικής Γραμματείας, Γραμματέας της Επιτροπής Διεθνών Σχέσεων του ΠΑΣΟΚ από τον Απρίλη του 1975 μέχρι το 1985. Διετέλεσε επί σειρά ετών μέλος της συντονιστικής Επιτροπής των Σοσιαλιστικών και Προοδευτικών κομμάτων της Μεσογείου.
Το 1974 έλαβε μέρος στις εθνικές εκλογές ως υποψήφιος του ΠΑΣΟΚ στο Νομό Ιωαννίνων, δεν εξελέγη, αν και κατετάγη πρώτος σε αριθμό ψήφων του κόμματος του. Το 1977 εξελέγη για πρώτη φορά βουλευτής Ιωαννίνων και επανεκλεγόταν συνεχώς μέχρι τις εκλογές του 2004.Από το 1981 έως το 1985, επί κυβερνήσεων Ανδρέα Παπανδρέου, διετέλεσε Υφυπουργός, Αναπληρωτής Υπουργός, και από το 1985 έως 1989 και από το 1993 έως 1996, Υπουργός Εξωτερικών. Κατά τη διάρκεια της Οικουμενικής Κυβέρνησης διατέλεσε Υπουργός Αναπληρωτής Εθνικής Άμυνας (1989-1990). Επί πρωθυπουργίας του κ. Κ. Σημίτη διετέλεσε επί σειρά ετών, 1998 έως 2004, Πρόεδρος της Διαρκούς Επιτροπής Εθνικής Άμυνας και Εξωτερικών Υποθέσεων.
Κατά τη διάρκεια της μακρόχρονης υπουργικής του θητείας ταυτίστηκε με μια διορατική και πολυεπίπεδη εξωτερική πολιτική. Τη δεκαετία του 1980 πρωταγωνίστησε σε όλες τις προσπάθειες επίλυσης του μεσανατολικού ζητήματος με κορυφαίο γεγονός την επιτυχή διαμεσολάβηση του για την ασφαλή αποχώρηση των εγκλωβισμένων μαχητών της παλαιστινιακής αντίστασης και του ίδιου του Αραφάτ με ελληνικά πλοία από την Τρίπολη του Λιβάνου (1983). Απέδωσε ιδιαίτερη σημασία στη δημιουργία στέρεων σχέσεων με τον αραβικό κόσμο, είναι δε ενδεικτική η εξομάλυνση των ελληνοαιγυπτιακών σχέσεων και η θεσμοθέτηση της τριμερούς συνεργασίας Ιράν-Αρμενίας-Ελλάδος. Συνομίλησε με δώδεκα συνολικά Υπουργούς Εξωτερικών της Τουρκίας και ήταν σταθερά προσανατολισμένος στη διαρκή και επίπονη προσπάθεια εξομάλυνσης των ελληνοτουρκικών σχέσεων. Η προσπάθεια αυτή κορυφώθηκε με την υπογραφή του Μνημονίου Παπούλια-Γιλμάζ το 1988. Υποστήριξε την ευρωπαϊκή προοπτική της Τουρκίας υπό τον όρο του σεβασμού του διεθνούς δικαίου και του κοινοτικού συστήματος αξιών.
Την τριετία 1993-96 υπήρξε σημαντική η συμβολή του στην έναρξη των ενταξιακών συνομιλιών της Κυπριακής Δημοκρατίας, ιδιαίτερα στον καθοριστικό για την ένταξη της συμβούλιο κορυφής της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΕΕ) στο Εσσεν. Ως προεδρεύων της ΕΕ 1994 και ως μέλος της Ομάδος Επαφής για την πρώην Γιουγκοσλαβία, μαζί με τους κ.κ. Κρίστοφερ, Κίνκελ, Ζιπέ, Κόζιρεφ και Βαν ντερ Μπρούκ, κατέβαλε κάθε δυνατή προσπάθεια για την υπέρβαση της κρίσης στη Βοσνία-Ερζεγοβίνη. Υπέγραψε την ενδιάμεση συμφωνία με την πρώην Γιουγκοσλαβική Δημοκρατία της Μακεδονίας (Σεπτέμβριος 1995).
Διατηρούσε ανοιχτούς διαύλους επικοινωνίας με όλους τους Βαλκάνιους ηγέτες και λειτούργησε κατ’ επανάληψη ως μεσολαβητής της ΕΕ. Είχε έντονο ενδιαφέρον για τις σχέσεις Ελλάδος με τις βαλκανικές χώρες και με δική του πρωτοβουλία πραγματοποιήθηκε η πρώτη διαβαλκανική διάσκεψη Υπουργών Εξωτερικών στο Βελιγράδι (1988) όπου πέτυχε την έναρξη συνομιλιών με τη Βουλγαρία και την τότε ΕΣΣΔ για τον πετρελαιαγωγό Μπουργκάς-Αλεξανδρούπολης. Προσπάθησε και επέτυχε την υπογραφή πρωτοκόλλου αμοιβαίας πολιτικοστρατιωτικής συνδρομής με τη Βουλγαρία μεσούντος του ψυχρού πολέμου. Απεκατέστησε σχέσεις φιλίας και καλής γειτονίας με την Αλβανία αίροντας την εμπόλεμο κατάσταση που μέχρι τότε επικρατούσε στις ελληνοαλβανικές σχέσεις.
Ο Κάρολος Παπούλιας υποστήριξε με αμείωτο ενδιαφέρον κάθε θετικό βήμα προς την κατεύθυνση της ύφεσης της ειρήνης και του αφοπλισμού. Στο πλαίσιο αυτό εντάσσονται: Η “πρωτοβουλία των έξη” για την ειρήνη και τον αφοπλισμό (Αλφονσίν, Ντελαντρίντ, Νυερέρε, Πάλμε, Γκάντι, Α. Παπανδρέου). Η συμμετοχή στη Διάσκεψη για τον αφοπλισμό και την ειρήνη στην Ευρώπη, στη Διάσκεψη για την κατάργηση των χημικών όπλων, οι προτάσεις για τη δημιουργία αποπυρηνικής ζώνης στα Βαλκάνια, η προώθηση της ιδέας για τη μετατροπή της Μεσογείου σε θάλασσα ειρήνης και συνεργασίας. Υπήρξε εμπνευστής της τριμερούς Διάσκεψης συνεργασίας Ελλάδος-Βουλγαρίας-Ρουμανίας (JANNINA 1) και ένθερμος υποστηρικτής της Διάσκεψης των παρευξεινίων χωρών, της οποίας διατέλεσε και πρόεδρος επί σειρά ετών. Την περίοδο 1997-2003 διετέλεσε Πρόεδρος της επιτροπής της Ελληνικής Βουλής για τον Οργανισμό Ασφάλειας και Συνεργασίας της Ευρώπης.
Με την επίσκεψή του στην Ουάσιγκτον το 1985 και την αντεπίσκεψη του τότε επικεφαλής του Στέϊτ Ντιπάρτμεντ Τζ. Σούλτς συνέβαλε σημαντικά στην επανατοποθέτηση και εξομάλυνση των ελληνοαμερικανικών σχέσεων που τα προηγούμενα χρόνια είχανε δοκιμαστεί σκληρά.
Υπήρξε πρωταθλητής Ελλάδος στο άλμα επί κοντώ, παίκτης της εθνικής ομάδος βόλεϊμπολ και πρόεδρος για είκοσι πέντε χρόνια του ιστορικού Σωματείου του Εθνικού Γυμναστικού Συλλόγου. Γνωρίζει τρεις ξένες γλώσσες, γερμανικά, γαλλικά, ιταλικά. Είναι παντρεμένος με τη Μαίη Πάνου και έχει τρεις κόρες.
Προκόπιος Παυλόπουλος
Ο Προκόπιος Παυλόπουλος γεννήθηκε το 1950 στην Καλαμάτα. Το 1968 εισήχθη στη Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών, από την οποίαν αποφοίτησε με άριστα το 1973. Συνέχισε, σε μεταπτυχιακό επίπεδο, τις σπουδές του στο Παρίσι και συγκεκριμένα στο Πανεπιστήμιο Paris II. Το 1974 έλαβε Δίπλωμα Μεταπτυχιακών Σπουδών στο Δημόσιο Δίκαιο (DEA de Droit Public) και το 1977 αναγορεύθηκε με άριστα διδάκτωρ (Doctorat d’ État). Το 1982 εξελέγη και ακολούθως διορίσθηκε Εντεταλμένος Υφηγητής στη Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών και, μετά από διαδοχικές κρίσεις στις βαθμίδες του Επίκουρου Καθηγητή (1983) και του Αναπληρωτή Καθηγητή (1985), εξελέγη Καθηγητής της ίδιας Σχολής το 1989. Επιπροσθέτως, δίδαξε και διεξήγαγε έρευνα ως Επισκέπτης Καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Paris II (1986).
Πολιτική διαδρομή
Ο Προκόπιος Παυλόπουλος υπήρξε ενεργός πολιτικός, αρχής γενομένης από το 1974-1975, κατά την άσκηση καθηκόντων Γραμματέα του πρώτου (προσωρινού) Προέδρου της Δημοκρατίας Μιχαήλ Στασινόπουλου. Διετέλεσε μέλος της Οικουμενικής Κυβέρνησης Ξ. Ζολώτα (1989-1990), στην οποίαν μετείχε ως Αναπληρωτής Υπουργός Προεδρίας, αρμόδιος για τα ΜΜΕ και Κυβερνητικός Εκπρόσωπος. Το 1990 ανέλαβε καθήκοντα Διευθυντή του Νομικού Γραφείου της Προεδρίας της Δημοκρατίας, επί προεδρίας Κωνσταντίνου Καραμανλή, θέση στην οποία παρέμεινε έως το 1995. Μεταξύ 1995 και 1996 ήταν Εκπρόσωπος Τύπου της Νέας Δημοκρατίας. Το 1996 εξελέγη Βουλευτής Επικρατείας της Νέας Δημοκρατίας και ως το 2000 άσκησε καθήκοντα Τομεάρχη Δημόσιας Διοίκησης, Δημόσιας Τάξης και Δικαιοσύνης. Από το 2000 ως το 2014 εκλεγόταν συνεχώς Βουλευτής Α΄ Αθηνών. Από το 2000 έως το 2004 ήταν Κοινοβουλευτικός Εκπρόσωπος της Νέας Δημοκρατίας. Μεταξύ 2004-2009 διετέλεσε, αδιαλείπτως, Υπουργός Εσωτερικών στις Κυβερνήσεις Κώστα Καραμανλή, με την ενιαία μορφή που είχε τότε το Υπουργείο αυτό. Στις 18 Φεβρουαρίου του 2015 εξελέγη Πρόεδρος της Δημοκρατίας με πλειοψηφία 233 ψήφων επί 300.
Συγγραφικό έργο
Το συγγραφικό έργο του Προέδρου της Δημοκρατίας κ. Προκοπίου Παυλοπούλου συντίθεται από βιβλία, ελληνόγλωσσα άρθρα, γνωμοδοτήσεις και ξενόγλωσσα άρθρα.