Έντονο στρες σε εργαζομένους της απορρύπανσης μπορεί να προκαλέσει η πετρελαιοκηλίδα
Σχεδόν ένα μήνα μετά από τη βύθιση του δεξαμενόπλοιου «Αγία Ζώνη ΙΙ» και πολλά ερωτήματα όσον αφορά τις άμεσες αλλά και τις μακροπρόθεσμες παρενέργειες στον ανθρώπινο οργανισμό παραμένουν αναπάντητα. Ο καθηγητής πνευμονολογίας Παναγιώτης Μπεχράκης, με συνέντευξή του στο "Πρακτορείο Fm" και στην εκπομπή 104,9 "Μυστικά υγείας", συστήνει επιφυλακτικότητα μέχρι να βγουν τα αποτελέσματα που αναμένονται προς τα τέλη του μήνα από έναν πρώτο κύκλο αναλύσεων που κάνει το ΕΛΚΕΘΕ και, όπως ήδη έχουν δηλώσει στο ΑΠΕ-ΜΠΕ επιστήμονες του κέντρου, τότε θα υπάρξει μια πιο ολοκληρωμένη εικόνα σχετικά με τις επιπτώσεις από την πετρελαιοκηλίδα.
Ο Π. Μπεχράκης συστήνει στον κόσμο και ειδικά σε άτομα με αναπνευστικά προβλήματα, εγκύους και παιδιά να αποφεύγουν προς το παρόν έστω και τις βόλτες στις παραλίες που έχει εντοπιστεί το πρόβλημα, γιατί, όπως αναφέρει, σε αυτές τις ομάδες υπάρχει μεγαλύτερη ευαισθησία. «Έχει αποδειχτεί ότι αυτά τα οργανικά αιωρούμενα σωματίδια που παράγονται από μία τέτοια ρύπανση δυνητικά μπορεί να προκαλέσουν ακόμη και τερατογόνες επιδράσεις, ακόμη και να παρέμβουν στο γονιδιακό σύστημα του ανθρώπου. Ιδιαίτερο αντίκτυπο που εκδηλώνεται με έντονο στρες, έχουν στο κεντρικό νευρικό σύστημα, ιδίως των εργαζομένων στην απορρύπανση», αναφέρει χαρακτηριστικά.
Εντύπωση, πάντως, προκαλεί το γεγονός ότι ακόμη και κατά τη διαδικασία της απορρύπανσης παράγονται ουσίες που είναι ιδιαίτερα τοξικές, όπως εξηγεί ο κ. Μπεχράκης, ενώ όσον αφορά το οικοσύστημα φαίνεται να συντελείται το εξής παράδοξο: «Το πρόβλημα δεν εντοπίζεται τόσο στα ψάρια, που μεταβολίζουν το μεγαλύτερο ποσοστό των ρύπων, αλλά στα μαλάκια που αθροίζουν τους ρύπους μακροχρόνια, και ακόμα και όταν έχει λήξει η ρύπανση, εξακολουθούν να είναι ρυπογόνα».
Ακολουθεί το πλήρες κείμενο της συνέντευξης που παραχώρησε ο Παναγιώτης Μπεχράκης στο Πρακτορείο Fm και στην Τάνια Μαντουβάλου.
Ποιες είναι οι επιπτώσεις στο πνευμονολογικό σύστημα και ποιο είναι το επικίνδυνο για την υγεία μας στοιχείο;
Τα οργανικά αιωρούμενα σωματίδια που παράγονται από μία τέτοια ρύπανση είναι ο κύριος ρύπος και το επιθετικό για την υγεία μας στοιχείο. Είναι αλειφατικοί και αρωματικοί υδρογονάνθρακες που απαρτίζουν αυτά τα σωματίδια, ενώ υπάρχουν και βαρέα μέταλλα αλλά και άλλες ουσίες που παράγονται από την απορρύπανση που γίνεται και οι οποίες είναι τοξικές.
Πώς εκδηλώνεται η τοξικότητα τους και ποιους επηρεάζει περισσότερο;
Καταρχήν από την αναπνοή. Όταν εισπνέονται αυτά τα σωματίδια προκαλούν ερεθισμό της μύτης, του λαιμού, του φάρυγγα, της τραχείας, των βρόγχων και ερεθίζουν τα μάτια. Όταν εισπνεύσει κανείς αυτά τα σωματίδια σε μεγάλη ποσότητα ή τα εισάγει στον οργανισμό του μέσω του πεπτικού, τότε μπορεί να προκληθούν ναυτία, εμετός και ζάλη. Επιπλέον, έχουν επίδραση στο Κεντρικό Νευρικό Σύστημα που εκδηλώνεται με άγχος ή ανησυχία, ενώ έχει βρεθεί ότι προκαλούν και έντονο στρες στον εκτιθέμενο πληθυσμό και κυρίως στους εργαζόμενους της απορρύπανσης, οι οποίοι πρέπει να προστατεύονται και από ό,τι είδα στην τηλεόραση το κάνουν.
Το θέμα είναι αν προστατεύονται οι εθελοντές.
Η αλήθεια είναι ότι θα πρέπει να αποθαρρύνουμε τους εθελοντές. Γιατί θα πρέπει να φορούν γυαλιά, γάντια, ειδική στολή, μπότες, μάσκα, ώστε να μην εκτίθενται σε αυτά τα σωματίδια απροστάτευτοι.
Στους ανθρώπους που μένουν στις περιοχές που έχουν επηρεαστεί τι θα λέγατε;
Οι κάτοικοι των περιοχών αυτών, αλλά και οι αλιείς, είναι καλό να γνωρίζουν ότι εκτίθενται σε μία ρύπανση, έστω και αν δεν την βλέπουν, έστω και αν δεν την μυρίζουν. Πολλά από αυτά τα εισπνεόμενα σωματίδια είναι τελείως άοσμα, δεν τα βλέπει κανείς, δεν τα αισθάνεται και όμως προκαλούν βλάβες. Αυτό πρέπει να το καταλάβει καλά ο κόσμος.
Για πόσο καιρό μπορεί κάποιος να κινδυνεύει από αυτά τα σωματίδια;
Είναι δύσκολο να το απαντήσω αυτό, γιατί εξαρτάται πολύ και από τις καιρικές συνθήκες. Δηλαδή, μία ημέρα που υπάρχει νηνεμία, οι ρύποι μπορεί να είναι υψηλότεροι από μία ημέρα που υπάρχει αέρας. Πρέπει να γίνουν οι μετρήσεις του ΕΛΚΕΘΕ για να απαντήσουν το ερώτημα σας. Πάντως, μέχρις ότου έχουμε μετρήσεις, οι οποίες να μάς πείθουν ότι τα πράγματα είναι φυσιολογικά καλό είναι να αποφεύγουμε τις παραλίες.
Δηλαδή, από τη Σαλαμίνα έως τη Γλυφάδα που είναι οι περιοχές που έχουν επηρεαστεί, να μην πηγαίνουν βόλτα στην παραλία όσοι έχουν π.χ. ΧΑΠ;
Όχι μόνο όσοι έχουν ΧΑΠ. Και τα μικρά παιδιά εγώ δεν θα πήγαινα βόλτα, αλλά ούτε και τις εγκύους. Διότι η ευαισθησία είναι πολύ μεγαλύτερη σε αυτά τα άτομα και διότι αυτά τα εισπνεόμενα έχει αποδειχτεί ότι δυνητικά μπορεί να προκαλέσουν ακόμα και τερατογόνες επιδράσεις (δεν θέλω να προκαλέσουμε πανικό, δυνητικά τονίζω) ακόμη και να παρέμβουν στο γονιδιακό σύστημα του ανθρώπου. Δεν είναι «εύκολα» τοξικά στοιχεία, αυτά τα οποία παράγονται σε τέτοιου είδους ρυπάνσεις και για μένα η κολύμβηση θα έπρεπε να απαγορεύεται παντελώς μέχρι να διαπιστωθεί από υπεύθυνες μετρήσεις ότι έληξε εντελώς το συμβάν.
Και ποια είναι η απόσταση ασφαλείας; Όσοι μένουν επάνω στην παραλία τι κάνουν;
Έχουν πρόβλημα. Δεν μπορώ να πω ότι είναι ούτε ευχάριστο, ούτε ασφαλές. Την ακριβή απόσταση ασφαλείας δεν την γνωρίζω γι΄αυτό λέω ότι πρώτα πρέπει να γίνουν οι μετρήσεις. Για τους λόγους αυτούς χρειάζονται τα αποτελέσματα το συντομότερο δυνατόν για να ησυχάσουμε.
Ποιες μπορεί να είναι οι απώτερες συνέπειες από αυτή τη ρύπανση;
Το θέμα είναι τι γίνεται με όλους αυτούς τους ρύπους μέσα στη θάλασσα. Χωρίς να είμαι ειδικός λοιπόν, αλλά επειδή το μελέτησα, η βιβλιογραφία λέει ότι τα ψάρια λίγο βλάπτονται ή και καθόλου, γιατί μπορούν και μεταβολίζουν το μεγαλύτερο ποσοστό από αυτούς τους ρύπους. Εκεί που υπάρχει πρόβλημα είναι τα θαλασσινά όπως μύδια, στρείδια κλπ. Αυτά, αθροίζουν αυτούς τους ρύπους μακροχρονίως και ακόμη όταν λήξει η ρύπανση εξακολουθούν να είναι ρυπογόνα. Θα πρέπει να αποφευχθεί η χρήση τους, εκτός και αν γίνουν μετρήσεις και αποδείξουν ότι δεν υφίσταται ρύπανση στον ιστό τους. Θεωρούνται εξαιρετικά επικίνδυνα και σε πειράματα που έχουν γίνει αποδείχτηκε ότι προκαλούν βλάβες.
Από ανάλογες περιπτώσεις τι έχει διαπιστωθεί ότι μπορεί να συμβεί μακροπρόθεσμα στον άνθρωπο;
Αναπνευστικές επιπτώσεις έχουν καταγραφεί σε αυξημένα ποσοστά που μπορεί να φτάσουν και το 8 ή και το 15% πάνω από το φυσιολογικό. Ασθματικού τύπου εκδηλώσεις αλλά ελαφρές. Δεν θα πω ότι έχει παρατηρηθεί βαρύ άσθμα. Αναδεικνύεται, όμως, ότι οι άνθρωποι που εξετέθησαν σε αυτούς τους ρύπους έχουν μακροπρόθεσμα, σε πέντε η δέκα χρόνια συνέπειες, όχι κλινικά έντονες, αλλά ανιχνεύσιμες. Σε κάθε περίπτωση θέλω να πιστεύω ότι ο άνεμος «της περιοχής» θα δώσει ένα καλό τέλος γρήγορα. Ίσως και να το έχει ήδη δώσει. Είναι πολύ πιθανό οι μετρήσεις να είναι φυσιολογικές, αλλά μέχρι να τις δούμε καλό είναι να προσέχουμε.
* Ο Π. Μπεχράκης είναι διευθυντής του Ινστιτούτου Δημόσιας Υγείας του Αμερικανικού κολλεγίου Ελλάδος και τέως αν. καθηγητής των Πανεπιστημίων Αθηνών και Harvard