ΣτΕ: Συνταγματική η αναγραφή του ΑΜΚΑ ακόμα και όταν προδίδει την ηλικία των γιατρών
Στο Ανώτατο Ακυρωτικό Δικαστήριο είχε προσφύγει ο Ιατρικός Σύλλογος Αθηνών και η πρώην βουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ Άννα Φιλίνη - Ζητούσαν να μην αναγράφεται το Αριθμός Μητρώου Κοινωνικής Ασφάλισης τους (ΑΜΚΑ) όταν συνταγογραφούν στα συνταγολογία των Ασφαλιστικών Ταμείων.
Παρά το γεγονός ότι το ΑΜΚΑ προδίδει την ηλικία των γιατρών και της πρώην βουλευτού Άννας Φιλίνη, η αναγραφή του κατά τη συνταγογράφηση, κ.λπ. είναι συνταγματική και νόμιμη σύμφωνα με δύο αποφάσεις του Συμβουλίου της Επικρατείας και γίνεται για σκοπούς δημοσίου συμφέροντος και όχι μόνο.
Ειδικότερα, στο Ανώτατο Ακυρωτικό Δικαστήριο είχε προσφύγει ο Ιατρικός Σύλλογος Αθηνών και η Άννα Φιλίνη. Οι γιατροί ζητούσαν να μην αναγράφεται το Αριθμός Μητρώου Κοινωνικής Ασφάλισης τους (ΑΜΚΑ) όταν συνταγογραφούν στα συνταγολογία των Ασφαλιστικών Ταμείων, ενώ από την πλευρά της η πρώην βουλευτής ζητούσε να ακυρωθεί η χορήγηση του ΑΜΚΑ της, καθώς αποκαλύπτει το προσωπικό δεδομένο της ηλικίας της σε δημοσίους, τραπεζικούς υπαλλήλους, κ.λπ.
Αναλυτικότερα, από το έτος 2009 οι ασφαλιστικοί οργανισμοί και τα Ταμεία αντικατάστησαν τον αριθμό μητρώου των ασφαλισμένων με τον ΑΜΚΑ, ο οποίος είναι ένας 11ψήφιος αριθμός αποτελούμενος από 3 τμήματα. Το πρώτο τμήμα των 6 ψηφίων δηλώνει την ημεροχρονολογία γέννησης, με αποτέλεσμα να μπορεί να προσδιοριστεί έτσι η ηλικία.
Ο ΑΜΚΑ καταλαμβάνει εργαζόμενους και συνταξιούχους και αναγράφεται στα βιβλιάρια υγείας, κατά την συνταγολόγηση, κ.λπ. Μάλιστα, κατά τη συνταγολόγηση ο υπογράφων γιατρός πρέπει να αναγράφει και το δικό του ΑΜΚΑ.
Το Δ΄ Τμήμα του ΣτΕ με τις υπ΄ αριθμ. 517 και 518/2018 αποφάσεις του επισημαίνει ότι η επεξεργασία των προσωπικών δεδομένων που γίνεται μέσω του ΑΜΚΑ είναι κατ΄ αρχάς «νόμιμη και θεμιτή κατά το νόμο 2479/1977 για την προστασία των προσωπικών δεδομένων και αποβλέπει στην εξυπηρέτηση σαφών και θεμιτών συνταγματικών σκοπών δημοσίου συμφέροντος, οι οποίοι κατατείνουν στην εκπλήρωση της ευθέως προβλεπομένης από το άρθρο 21 παράγραφος 3 του Συντάγματος υποχρέωση παροχής υπηρεσιών υγείας».
Ακόμη, αποσκοπεί στην αποφυγή της υπερσυνταγογράφησης και στην ευχερή παρακολούθηση των φαρμακευτικών δαπανών.
Μάλιστα, αναφέρουν οι σύμβουλοι Επικρατείας η επεξεργασία των προσωπικών δεδομένων για την έκδοση αριθμού ΑΜΚΑ είναι νόμιμη, ακόμα και χωρίς τη συγκατάθεση του γιατρού.
Επιπρόσθετα, οι σύμβουλοι Επικρατείας επισημαίνουν ότι η αναγραφή του ΑΜΚΑ των γιατρών κατά τη συνταγογράφηση όχι μόνο είναι συνταγματική και δεν θίγει την αξιοπιστία του γιατρού, αλλά κρίνεται αναγκαία για σκοπούς δημοσίου συμφέροντος.
Παράλληλα, η αποκάλυψη της ηλικίας του γιατρού -και μάλιστα σε περιορισμένο αριθμό προσώπων, όπως είναι ασθενείς και φαρμακοποιοί- «δεν επηρεάζει την επιλογή του θεράποντος γιατρού από τον ασθενή, ο οποίος (ασθενής) ευλόγως δικαιούται να γνωρίζει την ηλικία του θεράποντος γιατρού».
Κατόπιν αυτών το ΣτΕ απέρριψε ως αβάσιμους όλους τους ισχυρισμούς του Ιατρικού Συλλόγου Αθηνών, κρίνοντας ότι ο ΑΜΚΑ είναι συνταγματικός και δεν παραβιάζει τις συνταγματικές αρχές της αναλογικότητας και της αξιοπρέπειας, ενώ είναι σύμφωνος και με το νόμο για την προστασία των προσωπικών δεδομένων και αποβλέπει σε σκοπούς δημοσίου συμφέροντος.
Άννα Φιλίνη
Η πρώην βουλευτής μόλις κατέθεσε το Φεβρουάριο του 2011 τα χαρτιά της για συνταξιοδότηση αυτόματα της χορηγήθηκε ΑΜΚΑ.
Αμέσως, στράφηκε κατά του υπουργείου Εργασίας, υποστηρίζοντας ότι με τον ΑΜΚΑ αποκαλύπτεται η ηλικία της κατά παράβαση της νομοθεσίας περί προστασίας των προσωπικών δεδομένων.
Η αποκάλυψη της ηλικίας της, υποστήριζε η πρώην βουλευτής, γίνεται σε απροσδιόριστο αριθμό προσώπων, όπως είναι δημόσιοι υπάλληλοι, υπάλληλοι Τραπεζών, εφοριακών υπαλλήλων, υπαλλήλων ασφαλιστικών Ταμείων, του ΟΑΕΔ και νοσοκομείων, φαρμακοποιών, κ.λπ., αλλά και σε διάφορες υπηρεσίες.
Οι σύμβουλοι Επικρατείας απέρριψαν και πάλι ως αβάσιμους όλους τους ισχυρισμούς της Άννας Φιλίνη, επισημαίνοντας ότι «η ηλικία είναι εύκολα διακριβώσιμη και από άλλα δημόσια παραστατικά που χρησιμοποιεί ο πολίτης στις καθημερινές συναλλαγές του, όπως είναι ταυτότητα, διαβατήρια, κ.λπ., επί των οποίων η ημερομηνία γεννήσεως αναγράφεται ευθέως».
Τέλος, το ΣτΕ απέρριψε την αίτηση της πρώην βουλευτού με τους ίδιος ισχυρισμούς περίπου που απέρριψε και των γιατρών.