Με λουκέτο βρήκε η επόμενη μέρα άρσης των μέτρων πολλά εμπορικά καταστήματα στο κέντρο του Ηρακλείου. Η πανδημία του covid-19 ήρθε να προστεθεί σαν επιστέγασμα της ήδη υπάρχουσας δεινής κατάστασης στην οποία είχαν περιέλθει αρκετές μικρομεσαίες επιχειρήσεις εξαιτίας και της μακροχρόνιας οικονομικής κρίσης της ελληνικής οικονομίας.
Αν και μετά την επαναλειτουργία των καταστημάτων πολλοί ήταν οι καταναλωτές που έσπευσαν τις πρώτες μέρες να πραγματοποιήσουν τις αγορές τους, λίγες μέρες μετά η κίνηση στα μαγαζιά του κέντρου φαίνεται να έχει πέσει εμφανώς. Οι εικόνες από τους πιο κεντρικούς εμπορικούς δρόμους της πόλης σήμερα είναι αποκαρδιωτικές. Αρκετές είναι οι βιτρίνες στις οποίες φιγουράρουν ενοικιαστήρια ή εκποιήσεις σε τιμές κόστους λόγω κλεισίματος των επιχειρήσεων.
Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις της Ομοσπονδίας, Επαγγελματιών Βιοτεχνών και Εμπόρων Νομού Ηρακλείου, η γενική πτώση του τζίρου στην Κρήτη ανέρχεται σε ποσοστό της τάξης του 75-80%, συγκριτικά με την προ κορωνοϊού εποχή.
Παρά τις εξαγγελίες της Κυβέρνησης για δανειοδότηση των επαγγελματιών του κλάδου, η κατάσταση για πολλά καταστήματα φαίνεται να είναι μη αναστρέψιμη. Πολλοί είναι μάλιστα εκείνοι οι οποίοι επέλεξαν να μην ανοίξουν καθόλου τα καταστήματα τους.
Μεγάλο πλήγμα φαίνεται να έχουν υποστεί ειδικότερα, και τα τουριστικά καταστήματα της πόλης, καθώς το μεγαλύτερο μέρος της τουριστικής σεζόν έχει ήδη χαθεί.
Σύμφωνα με μαρτυρίες καταστηματαρχών του κλάδου, οι εισπράξεις μετά την επαναλειτουργία τους είναι σχεδόν μηδενικές, αφού και ο εσωτερικός τουρισμός είναι μηδαμινός, ενώ παράλληλα πολλοί είναι εκείνοι που αδυνατούν υπό αυτές τις συνθήκες να καλύψουν τα λειτουργικά έξοδα των επιχειρήσεων τους.
Οι καταστηματάρχες περιμένουν να δουν πως θα κινηθεί η αγορά από την 1η Ιούλη και μετά, που αναμένονται οι πρώτες πτήσεις charter.
Η νέα κατάσταση που έχει διαμορφωθεί έρχεται να προσθέσει ακόμα περισσότερους ανέργους, στα ήδη υψηλά ποσοστά ανεργίας, καθότι πλήθος εμποροϋπαλλήλων βρίσκεται χωρίς δουλειά είτε λόγω του οριστικού λουκέτου σε επιχειρήσεις, είτε λόγω της αδυναμίας εποχιακής απασχόλησης.