Η τουρκική λίρα “απειλεί” τα ελληνικά ψάρια
Στην υποτίμηση της τουρκικής λίρας και στις πιέσεις που δέχονται λόγω αυτού του γεγονότος από τις τουρκικές εταιρείες οι ελληνικές εταιρείες ιχθυοκαλλιέργειας, αποδίδει η διοίκηση της Νηρεύς την υποχώρηση των μεγεθών της το πρώτο εξάμηνο του έτους συμφωνα με το capital.gr.
“Οι ελληνικές εταιρείες της ιχθυοκαλλιέργειας δέχονται, λόγω της υποτίμησης της τουρκικής λίρας, πολύ σοβαρές ανταγωνιστικές πιέσεις από τις τουρκικές εταιρείες, οι οποίες τα τελευταία χρόνια έχουν αυξήσει µε υψηλούς ρυθμούς την παραγωγή τους. Με την υποτίμηση της τουρκικής λίρας είναι προφανές ότι η πίεση για τις ελληνικές εταιρείες αλλά και συνολικά τις ευρωπαϊκές, θα γίνει εντονότερη”, αναφέρεται στην οικονομική έκθεση της εισηγμένης. Επισημαίνεται επίσης πως “από τις αρχές του έτους η τουρκική λίρα έχει βυθιστεί σε µία συνεχόμενη υποτίμηση έναντι του ευρώ, άνω του 50%, µε ιδιαίτερη πτωτική πορεία κυρίως στο δεύτερο τρίμηνο του 2018 όπου η τουρκική λίρα έφθασε από περίπου 4,9 λίρες στις αρχές Απριλίου σε 7,9 λίρες τέλος Αυγούστου έναντι του ευρώ, σηματοδοτώντας τη μεγαλύτερη υποτίμηση μεταξύ των νοµισµάτων αναπτυσσόμενων κρατών”.
Οι πωλήσεις της Νηρεύς το πρώτο εξάμηνο υποχώρησαν στα 98,3 εκατ. ευρώ από 102 εκατ. ευρώ που ήταν το αντίστοιχο διάστημα του 2017, τα αποτελέσματα προ φόρων γύρισαν σε ζημιές 17,2 εκατ. ευρώ ενώ οι καθαρές ζημιές διευρύνθηκαν στα 13,6 εκατ. ευρώ όταν το πρώτο εξάμηνο του 2017 ήταν ζημιές 2,6 εκατ. ευρώ.
Παρ’ όλα αυτά το λειτουργικό EBITDA (προ της επίδρασης της αποτίμησης των βιολογικών στοιχείων σε εύλογη αξία) ανήλθε σε 3,2 εκατ. ευρώ από 2,8 εκατ. ευρώ το πρώτο εξάμηνο του 2017, αύξηση κατά 14,3%. Η αύξηση του λειτουργικού EBITDA οφείλεται κυρίως στη μείωση του κόστους παραγωγής των ψαριών η οποία υπερκάλυψε την αρνητική επίδραση της μείωσης της μέσης τιμής πώλησης. Ωστόσο το EBITDA μετά την επίδραση της αποτίμησης των βιολογικών στοιχείων σε εύλογη αξία κινήθηκε σε αρνητικό έδαφος (8,9 εκατ. ευρώ) έναντι 5,3 εκατ. ευρώ το πρώτο εξάμηνο του 2017 κυρίως λόγω της μειωμένης μέσης τιμής αποτίμησης των βιολογικών αποθεμάτων ως αποτέλεσμα των μειωμένων τιμών πώλησης