Ο πατέρας του Μπόρις Τζόνσον μιλά για τον γιο του, το κορωνοϊό και τη βίλα στο Πήλιο
Πολιτικός, μαθητευόμενος κατάσκοπος, αξιωματούχος της ΕΕ, στέλεχος διεθνών χρηματοπιστωτικών οργανισμών, βραβευμένος περιβαλλοντικός ακτιβιστής, εξερευνητής, συγγραφέας, παίκτης ριάλιτι σόου και... αθεράπευτος γυναικάς. Πόσο άραγε μοιάζει με τον γιο του, τον βρετανό πρωθυπουργό;
Ο γιος του είναι ηγέτης της έκτης μεγαλύτερης οικονομίας του κόσμου και ένας από τους διασημότερους πολιτικούς στον πλανήτη (συχνά για τους λάθος λόγους). Σίγουρα, όμως, δεν του αξίζει να μνημονεύεται ως «ο πατέρας του Μπόρις». Πολύ απλά, διότι τα έργα και οι ημέρες του Στάνλεϊ Τζόνσον είναι σαφώς πιο εντυπωσιακά από εκείνα του παιδιού του: πολιτικός, μαθητευόμενος κατάσκοπος, αξιωματούχος της ΕΕ, στέλεχος διεθνών χρηματοπιστωτικών οργανισμών, βραβευμένος ακτιβιστής για το περιβάλλον και τα δικαιώματα των ζώων, εξερευνητής, συγγραφέας, αρθρογράφος, παίκτης ριάλιτι σόου - είναι ορισμένες από τις ιδιότητες που είχε κατά τη διάρκεια του περιπετειώδους βίου του. Και μία ακόμη: αθεράπευτος γυναικάς (οι απιστίες του έχουν απασχολήσει ουκ ολίγες φορές τον σκανδαλοθηρικό Τύπο), χαρακτηριστικό που, κατά τα φαινόμενα, κληροδότησε και στον γιο του...
Ο Στάνλεϊ, ο οποίος σε τρεις μήνες θα κλείσει τα 80, είναι αυτό που οι Αγγλοσάξονες αποκαλούν «larger than life». Ο ίδιος, βέβαια, δηλώνει «ένα απλό παιδί της Νοτιοδυτικής Αγγλίας», το οποίο είναι «αιωνίως ερωτευμένο με την Ελλάδα». Τόσο ερωτευμένο ώστε να χτίσει σπίτι στο Πήλιο: τη διάσημη, σήμερα, Villa Irene, που κάθε χρόνο φιλοξενεί τους Τζόνσον και τους (φανερούς ή κρυφούς) έρωτές τους.
Στην αποκλειστική συνέντευξή του στα «ΝΕΑ» , ο πατέρας του βρετανού πρωθυπουργού μιλάει για όλα: για τα Γλυπτά του Παρθενώνα, για τον κορωνοϊό, τον οποίο «προέβλεψε» πριν από 38 χρόνια, και για τις κρίσιμες ώρες του Μπόρις στην Εντατική.
Η συνέντευξη διεξάγεται, μοιραία, από τηλεφώνου. Η χώρα βρίσκεται ακόμη σε λόκνταουν και ο Τζόνσον ο πρεσβύτερος σπανίως ξεμυτίζει από το αγρόκτημά του στο Εξμουρ της Νοτιοδυτικής Αγγλίας. Τα 22 λεπτά της συνδιάλεξης είναι αρκετά για να αντιληφθώ τις κραυγαλέες ομοιότητες με τον βρετανό πρωθυπουργό. Στάνλεϊ, όπως Μπόρις: μιλά με νεύρο, χρησιμοποιεί εντυπωσιακές λέξεις, επαναλαμβάνει φράσεις για έμφαση.
Ο άρρωστος Μπόρις
Πατέρας και γιος έμοιαζαν ακόμη και στα κατάξανθα, ατημέλητα μαλλιά τους - η κόμη του Στάνλεϊ, βέβαια, είναι πια κατάλευκη. Πέντε εβδομάδες νωρίτερα, ο Μπόρις νοσηλευόταν στην Εντατική με κορωνοϊό. Οι πιθανότητες επιβίωσής του είχαν περιγραφεί ως 50% - 50%. Πώς βίωσε αυτή τη δοκιμασία; «Ενιωσα όπως νιώθει κάθε πατέρας που το παιδί του βρίσκεται στο κατώφλι του θανάτου. Μόνο αυτό» μού λέει παγωμένα. «Οπως κάθε πατέρας που το παιδί του βρίσκεται στο κατώφλι του θανάτου» επαναλαμβάνει, αποκαλύπτοντας ότι προσευχήθηκε για να σωθεί ο γιος του.
Η Βρετανία κατέγραψε τους περισσότερους νεκρούς από κορωνοϊό στην Ευρώπη. Επιστήμονες, πολιτικοί, μίντια και πολίτες κατηγορούν τον πρωθυπουργό για ανεπαρκή αντίδραση και πλημμελή προετοιμασία. Ο πατέρας του, όμως, διαφωνεί: «Δεν πρόσεξα ότι δέχθηκε πολλή κριτική. Μέχρι στιγμής έχει κάνει το σωστό. Το πιστεύω απολύτως αυτό, 100%» μού λέει.
«Ζούμε σε μια εποχή μεγάλης αβεβαιότητας. Κανείς δεν ξέρει τι ασθένεια είναι αυτή και τι πρέπει να κάνει. Νομίζω ότι μάλλον είμαστε στον σωστό δρόμο. Ακολουθήσαμε σκληρή γραμμή και θα περιμένουμε να δούμε τα αποτελέσματα». Το ίδιο πιστεύει και για τις υπόλοιπες χώρες, ιδίως τη δική μας. «Οι κυβερνήσεις φαίνεται να έχουν θέσει υπό έλεγχο την πανδημία. Κυρίως η ελληνική κυβέρνηση, η οποία τα πήγε εξαιρετικά». Ωστόσο, διαφωνεί με τo να ζητείται από τους ηλικιωμένους να κάτσουν σπίτι. «Δεν μου αρέσουν μέτρα που κάνουν διακρίσεις εις βάρος μιας συγκεκριμένης κατηγορίας πληθυσμού. Για παράδειγμα, οι άνω των 70 να πρέπει να μένουν κλεισμένοι όταν όλοι οι άλλοι μπορούν να βγαίνουν έξω. Δεν νομίζω ότι είναι σωστό αυτό. Είμαστε αρκετά μεγάλοι για να αποφασίζουμε για τον εαυτό μας».
Πολυγραφότατος ως συγγραφέας - έχει εκδώσει 26 βιβλία - και αρθρογράφος - κείμενά του έχουν δημοσιευθεί από την προοδευτική «Γκάρντιαν» έως τη συντηρητική «Τέλεγκραφ» - ο Στάνλεϊ με ξαφνιάζει λέγοντάς μου ότι είχε προβλέψει την εμφάνιση του κορωνοϊού σε βιβλίο που έγραψε πριν από 38 χρόνια! «Ναι, προέβλεψα αυτό το ξέσπασμα. Εκείνη την εποχή δούλευα στις Βρυξέλλες και είχα ήδη γράψει τέσσερα θρίλερ. Το «The Marburg Virus» («Ο ιός του Μπάρμπουργκ») ήταν το πέμπτο. Το εμπνεύστηκα όταν επισκέφθηκα το Μαρβούργο, αυτή τη μικρή γερμανική πόλη, η οποία το 1967 χτυπήθηκε από το ξέσπασμα μιας ασθένειας. Αλλά δεν θα σας αποκαλύψω όλη την πλοκή!».
Στο μυθιστόρημα παρελαύνουν λαθρέμποροι ζώων, διεφθαρμένα μεγαλοστελέχη φαρμακευτικών εταιρειών και πράκτορες της KGB, ενώ η «Ουχάν» της ιστορίας του είναι η Νέα Υόρκη, από την οποία ξεπηδά μία μυστηριώδης θανατηφόρα νόσος. «Τα καλά νέα είναι ότι το βιβλίο μου θα επανεκδοθεί τον Ιούνιο με τον τίτλο "The Virus" ("Ο ιός"). Πρέπει να φροντίσουμε να μεταφραστεί στα Ελληνικά!» μού λέει και επιστρέφει στον κορωνοϊό: «Πρέπει να εντοπίσουμε την πηγή προέλευσής του. Εάν βρούμε την ομάδα ζώων που τον μετέδωσε, τότε είναι πιθανό, αξιοποιώντας την εμπειρία του παρελθόντος, να μπορέσουμε να αναπτύξουμε το κατάλληλο εμβόλιο».
Τα Αρχαία Ελληνικά, ο Σοφοκλής και η βίλα στο Χόρτο του Πηλίου
Η Ελλάδα είναι ένα τεράστιο κεφάλαιο στη ζωή του Στάνλεϊ Τζόνσον. «Η αγάπη μου για την Ελλάδα κρατάει πολλά χρόνια. Ο ρόλος της ως πηγής του ευρωπαϊκού πολιτισμού είναι θεμελιώδης. Το ίδιο και ο ρόλος της στον τρόπο με τον οποίο αντιμετωπίζω τη ζωή. Ελαβα κλασική παιδεία από πολύ μικρή ηλικία. Νομίζω ότι όταν ήμουν εννέα ετών μάθαινα ήδη Αρχαία Ελληνικά. Επειτα, στην Οξφόρδη, διδάχθηκα ολόκληρο τον Ομηρο και όλα τα αρχαία κείμενα στο πρωτότυπο».
Μπορεί ο αρχαιοελληνικός ήρωας του Μπόρις να είναι ο Περικλής, αλλά ο πατέρας του προτιμά τον Σοφοκλή. Του ζητάω να μου απαγγείλει κάτι. Προτού περάσουν δύο δευτερόλεπτα, ξεθάβει από τη μνήμη του τους στίχους 380-381 από τον Οιδίποδα Τύραννο: «ὦ πλοῦτε καὶ τυραννὶ καὶ τέχνη τέχνης ὑπερφέρουσα τῷ πολυζήλῳ βίῳ». Στα Νέα Ελληνικά, όμως, δεν έχει την ίδια δεινότητα. «Γεια σου Yannis! Καλημέρα, καλησπέρα, καληνύχτι (sic)!», μου λέει. Μέχρι εκεί. «Γιατί δεν έχω μάθει Νέα Ελληνικά; Είναι όντως περίεργο. Είναι φιλοδοξία μου να μάθω. Και θα το κάνω! Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι θα το κάνω. Μάλλον αυτός είναι ο επόμενος στόχος μου. Θα νιώθω ολοκληρωμένος όταν θα είμαι σε θέση να μιλάω άπταιστα τα Νέα Ελληνικά».
Ο Τζόνσον γεννήθηκε τον Αύγουστο του 1940 στην Κορνουάλη. Πατέρας του ήταν ο πιλότος της RAF Οσμάν Κεμάλ, ο οποίος αργότερα άλλαξε το όνομά του σε Ουίλφρεντ Τζόνσον, και μητέρα του η Ιρέν Ουίλιαμς. Παππούς του από την πλευρά του πατέρα του ήταν ο υπουργός Εσωτερικών της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας Αλί Κεμάλ Μπέης, ο οποίος δολοφονήθηκε το 1922. Ανήσυχο πνεύμα, κοσμοπολίτης και τυχοδιώκτης, με το που τελείωσε το σχολείο ταξίδεψε μόνος του στη Νότια Αμερική και τρία χρόνια αργότερα ξεκίνησε με μοτοσικλέτα από την Οξφόρδη και έφτασε στο Αφγανιστάν, ακολουθώντας τη διαδρομή του Μάρκο Πόλο.
Ενώ σπούδαζε, στρατολογήθηκε από μία μυστική οργάνωση και εκπαιδεύθηκε ως κατάσκοπος. Στην Ελλάδα βρέθηκε για πρώτη φορά το 1959. «Ημουν 18 ετών. Ταξίδεψα με τρένο από την Τεργέστη στη Θεσσαλονίκη. Η θέα του Ολύμπου, το πρωί που ξύπνησα στο βαγόνι, με συνεπήρε. Επειτα έμεινα έναν μήνα στην Αθήνα και μετά πήγα στην Πελοπόννησο. Το θυμάμαι σαν τώρα: Αργος, Τίρυνθα, Ναύπλιο. Μετά πίσω στον Πειραιά, όπου σάλπαρα για Μύκονο».
Οι αποδράσεις στην Ελλάδα συνεχίστηκαν για πολλά χρόνια, ώσπου κάποια στιγμή αποφασίζει να χτίσει σπίτι στο αγαπημένο του Πήλιο. «Είχα εκεί έναν παλιό φίλο, τον Πάτρικ Φέργουεδερ, ο οποίος είχε αγοράσει το σπίτι ενός πρώην βρετανού πρεσβευτή στην Ελλάδα. Εκεί κοντά έμενε μια φίλη του, η υπέροχη ελληνοϊταλίδα αρχιτέκτονας Ντόνα Κορνέτη, η οποία είχε χτίσει εκείνο το σπίτι. "Μπορείς να μου χτίσεις κι εμένα ένα σπίτι;" τη ρώτησα. Και δέχθηκε. Το μόνο που της ζήτησα είναι να έχει θέα τουλάχιστον 180 μοιρών προς τη θάλασσα. Μου το υποσχέθηκε. Και κράτησε την υπόσχεσή της.
Η θέα στον Παγασητικό είναι θαυμάσια. Κάθομαι στη βεράντα μου και στο βάθος μπορώ να διακρίνω τον Παρνασσό. Δεν είναι υπέροχο;». Η Villa Irene, όπως ονομάστηκε προς τιμήν της μητέρας του, χτίστηκε το καλοκαίρι του 2005 στο Χόρτο του Πηλίου. Πρόκειται για μια διώροφη έπαυλη από πέτρα και ξύλο με τέσσερα υπνοδωμάτια, πισίνα, βεράντα και μεγάλο κήπο περιστοιχισμένο από 40 ελαιόδεντρα. Οι Τζόνσον την επισκέπτονται κάθε χρόνο και όταν λείπουν τη νοικιάζουν. Τους καλοκαιρινούς μήνες, το μίσθωμα φτάνει τα 320 ευρώ τη βραδιά.
«Ανησυχώ πάρα πολύ διότι φέτος το καλοκαίρι ίσως δεν μπορέσουμε να έρθουμε. Ακόμη και αν επιτραπούν τα ταξίδια, δεν είναι σίγουρο ότι θα είμαστε ευπρόσδεκτοι στην Ελλάδα. Θέλω πάρα πολύ να πάω. Θα το έκανα ακόμη κι αν χρειαζόταν να απομονωθώ στο σπίτι μου» λέει ο Τζόνσον. Το ίδιο συμβουλεύει και τους συμπατριώτες του: «Μη διστάσετε να πάτε στην Ελλάδα. Αξίζει κάθε δευτερόλεπτο από τον χρόνο σας!».
Σε αντίθεση με τον γιο του, ο Στάνλεϊ υπήρξε σφοδρός πολέμιος του Brexit. «Σέβομαι ότι η Βρετανία αποφάσισε να αποχωρήσει, αλλά ελπίζω ότι θα διατηρήσουμε τους στενότερους δυνατούς δεσμούς με την Ευρώπη και, σε ό,τι με αφορά, με την Ελλάδα». Διετέλεσε ευρωβουλευτής των Τόρις και αντιπρόεδρος της Επιτροπής Περιβάλλοντος του Ευρωκοινοβουλίου από το 1979 έως το 1984. Το 2005 αποπειράθηκε να επιστρέψει στην πολιτική βάζοντας υποψηφιότητα ως βουλευτής, αλλά απέτυχε να εκλεγεί. Ομοίως, πέρυσι προσπάθησε ανεπιτυχώς να συμπεριληφθεί στο ευρωψηφοδέλτιο των Τόρις.
Την περίοδο 1973 - 1979 εργαζόταν στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή ως επικεφαλής του Τμήματος Αποτροπής Ρύπανσης. Το 1984 και για 10 χρόνια διετέλεσε διευθυντής του Τομέα Ενεργειακής Πολιτικής της Κομισιόν. Προηγουμένως, είχε εργαστεί στην Παγκόσμια Τράπεζα και σε επενδυτικούς ομίλους. Υπήρξε στέλεχος περιβαλλοντικών οργανώσεων και επί σειρά ετών ταξίδευε σε όλο τον κόσμο καταγράφοντας απειλούμενα είδη. Για τη δράση του έχει βραβευθεί, μεταξύ άλλων, από την Greenpeace και τη WWF. Παντρεύτηκε δύο φορές: το 1963 τη ζωγράφο Σάρλοτ Φόσετ, με την οποία απέκτησε τέσσερα παιδιά, προτού χωρίσουν το 1979, και το 1981 την εκδότρια Τζένιφερ Κιντ, με την οποία έκανε δύο ακόμη παιδιά.
«Γόνιμος διάλογος για τα Γλυπτά»
«Η Ελλάδα έχει μια απόλυτη, καθαρή ομορφιά. Είναι μια χώρα που έχει τα πάντα: τον ήλιο, τη θάλασσα, τους ανθρώπους, τη γλώσσα, το υπέροχο φαγητό και τη φανταστική Ιστορία» λέει με θαυμασμό. «Ακόμη και στο Πήλιο υπάρχουν εξαιρετικά αρχαιολογικά ευρήματα». Ακούγοντας για αρχαία, αρπάζω την ευκαιρία και τον ρωτώ για τα Γλυπτά του Παρθενώνα. Ο Μπόρις λέει «όχι» στην επανένωσή τους. Ο Στάνλεϊ; «Εχετε κάνει εξαιρετική δουλειά στο Νέο Μουσείο Ακρόπολης στην Αθήνα. Είναι υπέροχο. Κάποια στιγμή υποθέτω ότι θα διεξαχθεί ένας γόνιμος διάλογος μεταξύ των ελληνικών και των βρετανικών Αρχών (σ.σ.: για τα Γλυπτά)». Εσείς υποστηρίζετε την επιστροφή τους; επιμένω. «Δεν θα σας πω την άποψή μου. Το ζήτημα του επαναπατρισμού αντικειμένων είναι τεράστιο».