Κρήτη

Διάφορα

Η Βιαννίτικη Μουσική Παράδοση

ΜΙΑ ΑΝΑΦΟΡΑ ΣΤΗ ΒΙΑΝΝΙΤΙΚΗ ΜΟΥΣΙΚΗ ΠΑΡΑΔΟΣΗ
*Σάββας Πετράκης

Η Μουσική στην περιοχή της Βιάννου όπως είναι λογικό εντάσσεται στο γενικότερο θέμα "Κρητική μουσική". Επομένως θα μπορούσαμε να την διακρίνουμε και να κατανείμουμε στις εξής χρονικές περιόδους: 1ονΑρχαία περίοδο, 2ον Βυζαντινή περίοδο, 3ον Ενετοκρατία, 4ονΤουρκοκρατία και 5ον 20ος αιώνας. Αρχαίες μαρτυρίες που μας έχουν σωθεί για τη μουσική στην Κρήτη δείχνουν καθαρά ότι η συμβολή της μεγαλονήσου στην εξέλιξη της μουσικής στον αρχαίο κόσμο ήταν μεγάλη. Οι μαρτυρίες αυτές συγκεντρώνονται και συνεξετάζονται μεθοδικά στο βιβλίο του Κarl Höck για την αρχαία Κρήτη. Επίσης σημαντική πηγή πληροφόρησης για μουσικά θέματα της Κρήτης είναι το αρχείο του Samuel Baud Bovy. Για όλες τις τρεις πρώτες ως άνω περιόδους στοιχεία που να αναφέρονται συγκεκριμένα για τη βιαννίτικη μουσική μάλλον είναι άγνωστα. Ωστόσο θα μπορούσαν να παρατεθούν κάποια ντοκουμέντα στοιχεία των οποίων έχουν τουλάχιστον γεωγραφική συνάφεια με τη Βιάννο. Όπως ο ύμνος των Κουρητών: «Ιώ, Κούρε μέγιστε, σε χαιρετώ, Κρόνιε, κύριε παντός ό,τι λάμπει, ήλθες επικεφαλής των Δαιμόνων σον. Εις την Δίκτη κατά τούτο το έτος ήλθε και τερπνού με ΧΟΡΟΝ και ΑΣΜΑ, το οποίον σου κρούομεν με άρπες και αυλούς και σου ψάλλομε ιστάμενοι γύρω, του καλά περιστοιχισμένου βωμού σου...». 
(Ο ύμνος των Κουρητών, στο Μύσων, τόμος Γ, 1933, σ.σ.93-96)
Το ποίημα αυτό βάσει του μέτρου του πρέπει να ανάγεται μεταξύ 6ης και 4ης * εκατονταετηρίδας. 

Στο ζήτημα της μουσικής δραστηριότητας στη Βιάννο αναφέρεται το 1887 εμμέσως πλην σαφώς ο Ι. Κονδυλάκης. Η αναφορά του δε αυτή αποτελεί ίσως το μοναδικό γραπτό κείμενο του του 19ου αιώνα με σχετικό περιεχόμενο για τη περιοχή μας. Λέγει λοιπόν ο Κονδυλάκης: 

--
Η ΤΟΜΗ ΤΟΥ ΒΟΣΠΟΡΟΥ* (Κρητικόν άσμα) Προ δέκα πέντε περίπου ετών, ενθυμούμαι, ήδετο εν Βιάννω της Κρήτης άσμα τι δημώδες, αρκούντως περίεργον, γνωστόν υπό τον τίτλον «Το τραγούδι τ΄ Αλεξάνδρου και τσ' Ελένης». Δυστυχώς κατά την εποχήν εκείνην δεν ήμην εις θέσιν να εκτιμήσω την αξίαν του, ήδη δε ότε ηθέλησα να το εξέτασω), εστάθη αδύνατον να το εύρω. Εχάθη. Εκ των γνωριζόντων αυτό άλλοι μεν απέθανον άλλοι δε το «λησμόνησαν, διότι εξέλιπε πλέον εκ του πλείστου μέρους της Κρήτης το ωραίον αρχαϊκόν έθιμον να ψάλλωσι τοιαύτα άσματα, κατά τας ευωχίας. Τα ωραία, τα πλήρη αφελούς χάριτος, ως τα άνθη του βουνού, τραγούδια της Τάβλας υπεχώρησαν σχεδόν καθ * ολοκληρίαν εις τον νεωτερισμόν των εκχαυνωτικών αμανέδων και των ομοίας περίπου φύσεως σκοπών, οίτινες κάθε τόσω φυτρώνουσιν ως μανιτάρια. Σχεδόν μεθ' έκαστον μήνα ακούεις και καινούργιο σκοπό, διαδιδύμενον μετά καταπληκτικής ταχύτητος από άκρου είς άκρον της νήσου. Προς τους σκοπούς δε τούτους άδονται πάντοτε ερωτικά δίστιχα, δια την παραγωγήν των οποίων υπήρξε τόσω θαυμασίως γόνιμος η δημώδης της Κρήτης μούσα, αφ* ου τα πλείστα των εν Ανατολή αδομένων ελληνικών διστίχων εισί προφανώς καταγωγής Κρητικής. Μόνοι οι ορεινοί της Κυδωνιάς, ιδίως οι Λακκιώται και τίνων άλλων επαρχιών διατηρούσι μετ' επιμονής αξιέπαινου τα παλαιά άσματα και τους ποικίλους αυτών ήχους. Αλλ' ένεκα του μήκους αυτών και επειδή έκαστος των συνδαιτημόνων πρέπει να ψάλλη το ίδικόν του, ουδέποτε τα άδωσι ολόκληρα, διακόπτοντες αυτά δια της στερεοτύπου επωδού: 
Εξεχάσαμε να πούμε, Βάλετε κρασί να πιούμε
- δευτέρα Εβδομάς Λ', 1887. φ. 26. α. 4-5
ή δια του: «Χαίρεστε να χαιρώμεστα!». Τούτου δε συνέπεια υπήρξεν ότι τα πλείστα των διασωθέντων εισί κεκολωβωμένα. Τοιαύτην τύχην υπέστη και το περί ου πρόκειται άσμα, με την διαφοράν ότι μετά των στίχων δεν ελησμονήθη και η περίεργος παράδοσις, περί ην εστρέφετο το άσμα. Οι χωρικοί της Βιάννου το αφηγούνται ως πεζήν παράδοσιν, διαποικίλλοντες αυτήν με στίχους τινός, οίτινες δεν ελησμονήθησαν εισέτι, και τοιούτον ως οίον τε ακριβώς θέλω προσπαθήσει να το παραθέσω ενταύθα… 
--
Από το παραπάνω κείμενο προκύπτει ότι στη Βιάννο τραγουδούσαν "τραγούδια της τάβλας" μέχρι και τα τέλη του 19ου αιώνα.

Εν τω μεταξύ στην ευρύτερη περιοχή της πρώην επαρχίας Βιάννου η μουσική δραστηριότητα χαρακτηρίζεται από μια ποικιλομορφία καί όσον αφορά τα μουσικά όργανα. Τέλη του 19ου και αρχές του 20ου εικάζεται ότι από τα έγχορδα όργανα περισσότερο επικρατούσε η λύρα. Ο τυφλός Λυράρης Αλεξανδρής που αναφέρει στον Πατούχα ο Κονδυλάκης μάλλον ήταν υπαρκτό πρόσωπο. Την ίδια περίοδο αλλά και παλαιότερα σημαντική θέση κατείχαν τα πνευστά όργανα. Αυτά είναι: Η μαντούρα, το φιαμπόλι, (παραλλαγή του σφυροχάμπιολου, δηλαδή του αρχαίου αυλού.) και η ασκομαντούρα. Για τα εν λόγω πνευστά δεν είναι διαπιστωμένο ποιος ακριβώς ήταν ο ρόλος τους. Δηλαδή, αν και κατά πόσο χρησιμοποιούνταν σε κοινωνικές εκδηλώσεις όπως πανηγύρια και γάμους ή μόνο σε τυχαίες απλές συνάξεις διασκέδασης δηλαδή σε μικρές παρέες. Φυσικά ήταν πολύ συνηθισμένο το φαινόμενο να ακούγεται το φιαμπόλι ή ασκομαντούρα του βοσκού ή του βουκόλου την ώρα της βοσκής των ζώων. Με βάση προσωπικές μαρτυρίες και εμπειρίες οι σκοποί - μελωδίες που παίζονταν με τα παραπάνω όργανα ήταν: Κοντυλιές και καστρινός πηδηκτός ή απλά πηδηκτός όπως λεγόταν στη Βιάννο. Προσωπικά ενθυμούμαι τον Διαμαντή Καραγιωργάκη και τον Μύρω Κουντρουμπάκη να παίζουν πολύ καλά ασκουμαντούρα.

Επίσης πιστεύω ότι πρέπει να αναφερθεί ότι τα παραπάνω όργανα ως επί το πλείστον τα κατασκεύαζαν οι ίδιοι οι οργανοπαίκτες χωρίς να λείπουν και οι ειδικοί οργανοποιοί όπως ο Βαγγέλης Τζωρτζάκης από το Λουτράκι και πολλοί άλλοι. Στο σημείο αυτό θα πρέπει να τονισθεί ότι:

Ένα σημαντικός λόγος που δικαιολογεί την ευρύτερη και μεγαλύτερη χρήση των πνευστών και ιδιαίτερα του φιαμπολιού και της μαντούρας ήταν ο εύκολος τρόπος κατασκευής τους.

Ο όρος Κοντύλια που σήμερα χρησιμοποιείται ευρύτατα για μελωδίες που εκτελούνται και με έγχορδα όργανα προέρχεται από τα πνευστά. Κοντυλιές είναι οι αποστάσεις ανάμεσα στις οπές των πνευστών του ορίζονται από τους κονδύλους των καλαμιών από τα οποία κατασκευάζονται τα φιαμπόλια κλπ πνευστά. Το γεγονός αυτό μαρτυρεί επιπλέον ότι τα πνευστά όχι η λύρα υπήρξαν τα κύρια λαϊκά όργανα της Κρήτης και φυσικά η διαπίστωση αυτή έχει μόνο ιστορικό χαρακτήρα.

Πολλές φορές στο παρελθόν έχει γίνει λόγος για τη Βιαννίτικη μουσική παράδοση. Όμως ότι σχετικά έχει ειπωθεί και γραφεί έχει να κάνει κυρίως με την περίοδο την μετά το 1920 αν όχι και μόνο με την μεταπολεμική περίοδο. Είναι κοινή παραδοχή δε ότι τότε, η μουσική δραστηριότητα στη Βιάννο καθορίζεται από τις επιρροές που δέχεται τόσο από Πεδιάδα - Ηράκλειο όσο και από Ιεράπετρα - Σητεία. Κατά συνέπεια ήταν λογικό να κυριαρχήσουν και να επικρατήσουν τελικά το βιολί το μαντολίνο, και εν μέρει η κιθάρα. Το Ηράκλειο από το τέλος του 19ου αιώνα μέχρι το 1955 περίπου ήταν η πόλις με τους λόγιους βιολιστές. Οι αδελφοί Αλεξίου, ο καθηγητής της παιδαγωγικής Ακαδημίας Νουφράκης, ο Τζωρτζάκης, αλλά κυρίως ο Στρατής Καλογερίδης μετά το 1920. Φυσικά περισσότερο θρυλλούμενο όνομα είναι ο Καλογερίδης. Επειδή κυρίως αυτός κατέγραψε στο πεντάγραμμο γνωστές μελωδίες -σκοπούς. Έχει αναγνωρισθεί και ως συνθέτης. Δεν είναι όμως πλήρως εξακριβωμένο ποιες από τις καταγεγραμμένες ως συνθέσεις του συνιστούν παραλλαγές διαμορφομένες από τον ίδιο, ή αυθεντικά μοτίβα και ποιες δικές του καθαρά δημιουργίες. «Από την παιδική μου ηλικία άκουα τους λυράρηδες και βιολάτορες της Ανατολικής Κρήτης να παίζουν τις κοντυλιές του Ευστράτιου Καλογερίδη. Με είχε εντυπωσιάσει ο θαυμασμός που έτρεφαν για τον συνθέτη και η μεγάλη υπερηφάνεια που ένιωθαν όταν κάποιος τους διαβεβαίωνε ότι παίζουν σωστά τις κοντυλιές του.», αναφέρει ο αείμνηστος Αμαργιαννάκης στον πρόλογο βιβλίου «Κρητική μουσική». Φυσικά είναι ο πρώτος που τόλμησε και εισήγαγε την πολυφωνία στην ενορχήστρωση και απόδοση γνωστών μελωδιών της Κρητικής μουσικής. Στη Βικελαία βιβλιοθήκη στο Ηράκλειο βρίσκεται το συνθετικό έργο του Στρατή Καλογερίδη στη διάθεση του οποιοδήποτε ενδιαφέρεται σοβαρά να ασχοληθεί με τη μουσική της ευρύτερης ανατολικής Κρήτης. Το τραγούδι του Ερωτόκριτου στη μουσική ζωή της Βιάννου κατείχε σημαντική θέση. Όπως σε όλη τη Κρήτη ήταν η σημαντικότερη πηγή έμπνευσης για τη δημιουργία μαντινάδων και όχι μόνον. Αναφέρονται άτομα τα οποία θα μπορούσαν να τραγουδίσουν από μνήμης μεγάλα τμήματα του ποιήματος. Ο σκοπός με τον οποίο τον τραγουδούσαν στη Βιάννο αποτελεί σαφέστατα μια μικρή παραλλαγή του αντίστοιχου σκοπού που συναντάμε στη νότια Σητεία. Και αυτή η μελωδία έχει την ιδιαιτερότητα της στην περιοχή μας σε σχέση με εκείνη που σήμερα ισοπεδωτικά έχει επικρατήσει απ' άκρη σ άκρη σε όλο το νησί. Ενδιαφέρουσα επίσης μελωδία με ξεχωριστό στη κυριολεξία ύφος και χρώμα ήταν ο λεγόμενος σκοπός της νύφης. Χαρακτηρίζεται από μια λιτότητα ώστε η χρήση του για να τραγουδιούνται οι σχετικές μαντινάδες να είναι εύκολη. Εξάλλου και οι άλλοι σκοποί που έπαιζαν και τραγουδούσαν στη Βιάννο δεν διακρίνονται για την ποικιλομορφία τους, και τις περισσότερες φορές συνιστούν ένα μουσικό θέμα το πολύ δύο. Φυσικά αυτό πολλές φορές ανατρέπεται ανάλογα με το επίπεδο του μουσικού που του δίδει την δυνατότητα με διάφορα ποικίλματα στο παίξιμο του, να αναδεικνύει περισσότερο την μελωδία συμβάλλοντας συγχρόνως στο να μη δημιουργείται το αίσθημα της μονοτονίας. Πάνω στη ίδια μελωδία ως επί το πλείστον τραγουδούσαν τις μαντινάδες του Κλείδωνα. Μια γιορτή που θα λέγαμε απαρέγκλιτα χαρακτήριζε τις νεανικές γιορτινές δραστηριότητες κάνοντας το ποδαρικό για γενικότερο διασκεδαστικό κλίμα του επερχόμενου θέρους. Ξεχωριστοί σκοποί - μελωδίες ή απλώς σκοποί, και που θα μπορούσαμε να τους χαρακτηρίσουμε αμιγώς βιαννίτικους σκοπούς, και με τοπικές ονομασίες, ήταν: Η στραταρίδα, ο φλισκούνης, οι ανοικτές ή Βιαννίτικες κοντυλιές και κυρίως ο λεγόμενος "δεύτερο ρε". Στους σκοπούς αυτούς διακρίνουμε αρκετές παραλλαγές, όχι μόνο από χωριό σε χωριό αλλά και από οργανοπαίκτη σε οργανοπαίκτη. Βεβαίως και άλλοι σκοποί της ανατολικής Κρήτης και της Πεδιάδας ή του Ηρακλείου και ανεξάρτητα από την προέλευση τους ή το όνομα τους επεκράτησαν στη Βιάννο και απέκτησαν το τοπικό ηχόχρωμα και ύφος. Όπως η κοντύλια του φα ή απλά Καλογερίδης. Για άλλους πάλι άλλαξε και το όνομα τους. όπιυς για παράδειγμα οι λεγόμενες στη Βιάννο Στειακές Κοντυλιές και που πράγματι είχαν στειακή προέλευση, αλλά στην Ιεράπετρα ονομαζόταν Μπουχλουμπού που σημαίνει ναζιάρα. 

Μιλώντας για Βιαννίτικη μουσική κυρίως για μετά το 1920 μέχρι τις μέρες μας πρέπει να συμπεριλάβουμε και την βιαννίτικη μαντινάδα αλλά και τους χορούς που χόρευαν στη Βιάννο. Και τα δύο είναι αναπόσπαστα μέρη της, κυρίως όμως το πρώτο. Πάλι από προσωπικές αναφορές και εμπειρίες οι χοροί που χόρευαν στη Βιάννο ήταν ο σιγανός, τον οποίο χόρευαν και σε ορισμένα χωριά συγχρόνως τραγουδούσαν μαντινάδες καθότι ο πολύ αργός του ρυθμός διευκόλυνε κάτι τέτοιο. Το Χαρακτηριστικό αυτό για τον ίδιο χορό συναντάμε μόνο στο χωριό Άνω Μέρος Αμαρίου. Ο Πεντοζάλης, που πρέπει να τονίσουμε ότι τον χόρευαν εντελώς ανεξάρτητα και ποτέ ως συνέχεια του σιγανού όπως συνηθίζεται σήμερα. Επίσης άλλος χορός ήταν πηδηχτός ή όπως αναφέρεται καστρινός πηδηχτός. Στο χορό αυτόν επιδείκνυαν την τέχνη τους μαζί ο καλός μουσικός και ο άξιος χορευτής. Δεν είναι γνωστό από πότε άρχισε να χορεύεται και στη Βιάννο ο Χανιώτικος. Παλαιότερα και μέσα σε κλίμα σε έντονο κέφι και θέση κατείχε ο ζερβόδεξος. Σε ότι φορά τις μαντινάδες στη Βιάννο ο τρόπος που τις τραγουδούσαν ακολουθούσε πλήρως τη μελωδία σε αντίθεση με ότι τείνει να επικρατήσει δηλαδή οι μαντινάδες σχεδόν απαγγέλλονται. Πριν από κάθε στίχο ο τραγουδιστής τραγουδούσε το "ελα, έλα, έλα" η "έλα παιδί παιδί μου". Κατά τον Κώστα Ρωμαίο η "επίκληση" αυτή έχει βαθειές αρχαίες ελληνικές ρίζες. Στις Εκκλησιάζουσες του Αριστοφάνη ο Καλλίμαχος παρακαλεί: 
"Δεύρο δη Δεύρο δη
και σύ μοι καταδραμούσα την Θύρα άνοιξον
Τήνδι. ει δε μη κτίσομαι
Ή: ακόμη δεν τον ήβρηκες το μάνταλο ν' άνοιξης
Να μας σε βάλης μια ρακή κι' ύστερα να σφαλίξεις.
Οι περίφημες καντάδες στη Βιάννο όπως φυσικά και παντού στη χώρα μας δεν είναι άλλο από τον αρχαίο ελληνικό Κώμο κάτω απ'το παράθυρο της αγαπημένης. 
Ξύπνα που να χαλάσει οντάς μαζί και το ταβάνι
Γιατί περνώ και τραγουδώ κι' ο νους σον δεν το βάνει.
Και φυσικά αυτή η μαντινάδα παραπέμπει στο παρακλαυσίθυρο, όπως αναφέρει ο Πλούταρχος: "κωμάζειν επι θύρας άδειν το παρακλαυσίθυρον, αναιδείν τα εικόνια.". Κύρίως η Βιάννος διακρίνεται για τους καλούς τραγουδιστάδες στις μαντινάδες. Ιστορικό ρόλο θα μπορούσαμε να πούμε σ' αυτόν τον τομέα στις δεκαετίες 50- 70 είχαν πολλοί άνδρες και γυναίκες. Από μεν τις γυναίκες ξεχωριστή παρουσία είχε η Ελένη Χλειουνάκη, από δε τους άνδρες ο Βαγγέλης Παπαγιαννάκης. Στο πλαίσιο των μουσικών δραστηριότητος στην περιοχή της Βιάννου δεν πρέπει να παραληφθεί το γεγονός ότι τον καιρό της κατοχής υπήρχε χορωδία. Επίσης η ιστορική παρουσία και ρόλος του μαθηματικού και συνθέτη Στάθη Μάστορα στον τόπο μας, θεωρείται ότι συνέβαλε σημαντικά στην μουσική και την εν γένει αισθητική καλλιέργεια των Βιαννιτών. 

ΒΙΑΝΝΙΤΕΣ ΟΡΓΑΝΟΠΑΙΚΤΕΣ
Όπως αναφέραμε και παραπάνίο στη Βιάννο από τις αρχές του εικοστού αιώνα συναντάμε τη λύρα ως κύριο όργανο αλλά που βαθμιαία υποχωρεί έναντι του βιολιού χωρίς όμως να εκλείψει ποτέ. Και το φαινόμενο αυτό το συναντάμε σε όλα σχεδόν τα χωριά της Βιάννου κυρίους μετά το 1950 μέχρι το 1980. Επίσης από πολύ παλαιότερα μεγάλη διάδοση και χρήση είχε το μαντολίνο. Το κλασσικό όσον αφορά το σχήμα και το μέγεθος μαντολίνο. Δεν θα ήταν υπερβολή να λέγαμε ότι ένα στα πέντε σπίτια κάποτε είχε το μαντολίνο του.Θα ήθελα να πω σ' αυτό το σημείο ότι μέσα στα χρονικά περιθώρια της αναφοράς μου δεν είναι δυνατόν να παραθέσω όλα τα ονόματα των ατόμων από τα διάφορα χωριά του Δήμου, Βιάνου τα οποία στον ένα ή στον άλλο βαθμό έπαιζαν κάποιο όργανο. Ασφαλώς όμως θα πρέπει να γίνει κάποιος διαχωρισμός για τους διάφορους οργανοπαίκτες ανάλογα με το επίπεδο ενασχόλησης τους με το όργανο. Θα αναφέρω ορισμένους. 
Την εποχή αυτή ένας πολύ αντιπροσωπευτικός λυράρης υπήρξε ο Δημήτριος Μυλωνάκης ή Ταγαρούλης. Στα διάφορα γλέντια τον συνόδευαν οι γιοί του, από τους οποίους ο Μανόλης ήταν ένας πολύ ταλαντούχος μουσικός που έπαιζε μαντολίνο, μπουζούκι και στα τελευταία χρόνια της ζωής του λύρα. Στην περιοχή της Εμπάρου από το 1935 και μέχρι το θάνατο του (1988) υπήρξε ο Λυράρης Δημήτριος Δροσατάκης ή Νταντάλας. Ήταν ένας λαϊκός τροβαδούρος που είχε πάντα μια ξεχωριστή παρουσία σε όλα τα τοπικά πανηγύρια από τη δυτική Πεδιάδα μέχρι το Συκολόγο. Πάντα αυτόκλητος στις λαϊκές ευωχίες και εορταστικές εκδηλώσεις στα διάφορα χωριά ήταν παρών προσφέροντας στον κόσμο μια μοναδική Ψυχαγωγία Με τις αυτοσχέδιες μαντινάδες του σάρκαζε και αυτοσαρκαζόταν: 
Στη Βιάννο τα ξεφόρτωσα τ' απίδια τα καωμένα,
Κ' ισαμ' ανοίξω τα σακιά τάχανε φαωμένα 

Τρείς είναι οι Λυράρηδες εις το νησί της Κρήτης
Μουντόκωστας, Ασκορδαλός και... Ντανταλοδημήτρης...
Θεωρώ ότι ο ποιο προικισμένος και ολοκληρωμένος βιολιστής που αναδείχθηκε στο γεωγραφικό χώρο ανατολικά του Ηρακλείου μέχρι και τη Σητεία ήταν ο Ηρακλής Σταυρουλάκης (1918 - 1994) από την Επισκοπή Πεδιάδος. Ο μεγάλος αυτός μουσικός έπαιζε πολλές φορές στη Περιοχή μας. Ήταν ένας πραγματικός βιρτουόζος με απαράμιλλη τεχνική ειδικά στο χειρισμό του δοξαριού. Ήταν αξεπέραστος στη σταθερότητα του ρυθμού στοιχείο απαραίτητο για να παραμένει αμείωτο το ενδιαφέρον του ακροατή. Αναφέρω τον Ηρακλή γιατί αναμφισβήτητα πιστεύω ότι καλλιτεχνική του προσωπικότητα επηρέασε και καθόρισε τα βιαννίτικα μουσικά ήθη μετά το 1950. Μαθητής του ήταν ο κορυφαίος επαγγελματίας βιολιστής της Βιάννου. Ο αείμνηστος Μύρων Κουτρουμπάκης. Μπορούμε δε να πούμε ότι ο Μύρως ενστερνίσθηκε τα βασικά χαρακτηριστικά της μεγάλης τέχνης του Ηρακλή και απέκτησε τη δυνατότητα να μπορεί να αποδώσει με μοναδική εκφραστικότητα τους Βιαννίτικους σκοπούς. Το μουσικό ανάστημα του Μύρου φαίνεται όχι μόνο στις Κοντυλιές αλλά και στον πηδηχτό με πολυάριθμα γυρίσματα και αφάνταστες ηχητικές αυξομειώσεις. Και αυτά είναι στοιχεία που συναντάμε στους διάσημους βιολονίστες του χώρου της Κλασσικής μουσικής. Είναι λυπηρό το γεγονός ότι ένας σπουδαίος καλλιτέχνης όπως ο Μύρως δεν αναδείχθηκε ανάλογα προς όφελος του λαϊκού πολιτισμού και δεν καταγράφηκε στις μεγάλες του στιγμές. 

Ο μουσικός που ξεπέρασε τα όρια της περιοχής μας και καταχωρήθηκε ως ένα από τα μεγάλα ονόματα της λαϊκής μουσικής της Χώρας μας είναι ο Κώστας Σταματάκης. Είναι ο Καλλιτέχνης που όπως έλεγε ο αείμνηστος Πάνος Γεραμάνης έβλεπε τον κόσμο με τα μάτια της ψυχής του. Ο Κώστας Σταματάκης γεννήθηκε στον Κερατόκαμπο μέσα την Κατοχή. Η Μητέρα ήταν από τον Χόνδρο και ο Πατέρας του από την Έμπαρο και τον οποίο εκτέλεσαν οι Γερμανοί. Παππούς του ήταν ο ξακουστός λυράρης ο Γεσηρ Αλής ο ανατολιώτης. Η μεγάλη μουσική ιστορία του Κώστα Σταματάκη είναι σχεδόν ταυτισμένη με την κορυφαία ελληνική Φωνή: Το Στέλιο Καζαντζίδη. Ήταν ο μόνιμος μουσικός συνεργάτης και φίλος του για ένα μεγάλο μέρος της μουσικής του πορείας. Πολλά από τα τραγούδια του Στέλιου Καζαντζίδη είναι συνθέσεις του Κώστα Σταματάκη. Έχει πάρει μέρος σε χιλιάδες ηχογραφήσεις λαϊκών τραγουδιών και άλλων μεγάλων αυθεντικών τραγουδιστών και δημιουργούν. Και πριν ο Κώστας Σταματάκης ανοίξει τα φτερά του και πάει στην πρωτεύουσα ασχολιόταν σε επαγγελματικό επίπεδο με την Κρητική μουσική. Το 1956 έπαιζε ακορντεόν, ως βασικό όργανο, στη χοροεσπερίδα στις 15 Αυγούστου στη Βιάννο με πασσαδόρο ένα λαουτιέρη από τα Πάνω Μούλια.Υπάρχει Φωτογραφία από την παραπάνω) εκδήλωση. Κρίμα που η Βιάννος δεν γνώριζει αυτό το μεγάλο της τέκνο και δεν δείχνει ενδιαφέρον για τον πιο σημαντικό της σύγχρονο μουσικό. Αποτελεί κοινή παραδοχή ότι στις περιοχές της υπαίθρου, η πολιτιστική δραστηριότητα και η πολιτισμική δημιουργία από αρχαιοτάτων χρόνων μέχρι και πριν από λίγα χρόνια αποτέλεσαν τα κύρια συστατικά γνωρίσματα και αξίες των τοπικών κοινωνιών και που συνολικά απηχούν το εθνικό κεφάλαιο του λεγόμενου λαϊκού μας πολιτισμού. Και πρέπει να διευκρινισθεί το "πριν από λίγες δεκαετίες" επειδή πολύ φοβούμαι ότι επί των ημερών μας δεν συντελείται θετική δραστηριότητα με ποιοτικό χαρακτήρα ή τουλάχιστον που σέβεται τις αξίες του παρελθόντος στους διάφορους τομείς της λαϊκής τέχνης και δημιουργίας. Δυστυχώς αυτό συμβαίνει και στη Βιάννο και μάλιστα όχι μόνον δεν υπάρχει πρόοδος στον τομέα τα τοπικής μουσικής αλλά απεναντίας τώρα και 20 χρόνια σιγά - σιγά συντελείται μια απαράδεκτη αλλοτρίωση - νόθευση σε ότι όμορφο πάνω σ' αυτήν τη μουσική μας είχε να βιώσει και να απολαύσει ο λαός μας Η ραγδαία μεταβολή του παραδοσιακού τρόπου ζωής λόγω της λεγόμενης ανάπτυξης και των ειδικών κοινωνικοοικονομικών όρων ζωής που διαμορφώνονται στη περιοχή μας αλλά και σε όλο το νησί κατά τις τελευταίες δεκαετίες έχουν υποσκάψει τα θεμέλια της λεγόμενης παραδοσιακής μουσικής και γενικά των αξιών του λαϊκού πολιτισμού. Σύγχρονοι χώροι διασκέδασης ταβέρνες, κέντρα κλπ, είναι οι χώροι που ως επί το πλείστον συντελείται το έγκλημα της κακοποίησης και της νόθευσης της κρητικής μουσικής, καθώς και της γλώσσας. Οι άσχετοι και οι απαίδευτοι προς την κρητική γλώσσα μαντιναδόροι και οι ημιμαθείς οργανοπαίκτες και ψευτοτραγουδιστάδες με την αποκρουστική μάλιστα παραμόρφωση από βάρβαρες μεγαφωνικές εγκαταστάσεις, μετατρέπουν την αρμονία σε μουσική ομοβροντία και την γλυκύτητα σε βαρβαρότητα. Οι θαμώνες δεινοπαθούν αντί να ψυχαγωγούνται από την πανδαισία του ήχου και του λόγου. Αποκαρδιώνονται ή άθελα τους υποβαθμίζουν το αισθητικό Κρητικό και κριτικό τους κριτήριο. Και δυστυχώς οι συνέπειες δεν σταματάνε εδώ. Η Κρητική μουσική ανήκει σε όλους μας και κανείς δεν έχει το δικαίωμα να ασελγεί πάνω της και να την κακοποιεί. Απέναντι σ'αυτή την θλιβερή πραγματικότητα δεν αρκεί να μένουμε στις διαπιστώσεις, στους αφορισμούς και στις άγονες προτάσεις. Δεν αρκεί να κατονομάζουμε τους υπεύθυνους πρόσωπα και φορείς. Η ευθύνη ανήκει σε όλους μας. Χρειάζεται όμως κατ' αρχή πολιτική βούληση κυρίως από το Δήμο, σοβαρός προγραμματισμός δουλειά και συνέπεια. Ότι συντελείται τώρα και τρία χρόνια στο Δήμο Καζαντζάκη πιστεύω ότι θα μπορούσε να λειτουργήσει πιλοτικά και να εφαρμοστεί σε πολλούς Καποδιστριακούς Δήμους. Χρειάζεται λοιπόν η δημιουργία και λειτουργία χώρων υποδομής στους οποίους συστηματικά και σε συνεργασία με τα σχολεία δημοτικά και γυμνάσιο να συντελούνται διάφορες δραστηριότητες και εκδηλώσεις με στόχο την απόκτηση απαραίτητων γνώσεων όσον αφορά τη μουσική αφ' ενός, αλλά και την εν γένει συγκρότηση και καλλιέργεια που τόσο έχει ανάγκη ο σημερινός νέος. ΄Αμεσα πρέπει να συσταθεί το αρχείο της Βιαννίτικης μουσικής παράδοσης όπου θα πρέπει να περιέχει όλες αν είναι δυνατόν τις μουσικές καταγραφές που έχουν γίνει μέχρι τώρα με όλα τα συναφή στοιχεία δηλαδή φωτογραφικό υλικό ταινίες βίντεο κλπ. Πρέπει δε να τονίσουμε ότι υπάρχουν αρκετά τέτοια ανεκτίμητα ντοκουμέντα. Στη συνέχεια μπορεί να γίνει ψηφιοποίηση αυτής της συλλογής -αρχείου ώστε να είναι προσπελάσιμη στον κάθε ενδιαφερόμενο. Η τεχνολογία έχει και τα καλά της. Το ελάχιστο επίσης που θα μπορούσε να γίνεται είναι κατά τακτά χρονικά διαστήματα να μετακαλούνται από τα παραπόνου σχολεία επιφανείς μουσικοί, και για μια ή μιάμιση ώρα να παίζουν ελεύθερα στα παιδιά επικοινιονώντας και συνυπάρχοντας μαζί τους. Και θα ήθελα υπεύθυνα να αναφέρω ότι για το σκοπό αυτό από τη μεριά των μουσικών υπάρχει μεγάλη διάθεση, και μάλιστα θα το θεωρούσαν μεγάλη τους τιμή να ασκήσουν έναν τέτοιο ρόλο αφιλοκερδώς. Ενδεικτικά αναφέρω τους Γιάννη Ξυλούρη - Ψαρογιάννη τον Στέλιο Πετράκη το Μιχάλη Σταυρακάκη Τον Βαγγέλη Βαρδάκη,και τους άλλους ανατολίτες μουσικούς Εξουσίδη και Γρηγοράκη, και Νίκο Κόμη. Τον Λεωνίδα Κλάδο τον Περικλή Παπαπετρόπουλο, τον Φώτη Κατράκη, τον Ροςς Νταϊλυ την Κέλλυ Θωμά τον Σωκράτη Σινόπουλο. Και τονίζουμε είναι κάτι που δεν έχει οικονομικό κόστος. Βεβαιότατα δεν θα πρέπει να μείνει απαρατήρητο και ανεκμετάλλευτο το γεγονός ότι αρκετοί Βιαννίτες νέοι κάνουν υψηλού επιπέδου σπουδές στο εξωτερικό και δραστηριοποιούνται σε επαγγελματικό επίπεδο στο χώρο της λεγόμενης κλασσικής μουσικής. Πιστεύου ότι θα μπορούσαν να φανούν πολύ χρήσιμοι. Χωρίς ευρύτερη παιδεία σήμερα δεν πρέπει να περιμένουμε ουσιαστική πρόοδο σ' αυτόν τον ευαίσθητο τομέα της παραδοσιακής μας μουσικής. Συνέχεια στην παράδοση στη σημερινή πραγματικότητα δεν συντελείται μόνο όταν κάποιοι νέοι χρησιμοποιώντας την τεχνολογία αντιγράφουν επακριβώς ακούσματα και κακόγουστες σύγχρονες εικόνες. Κυρίως χρειάζεται μελέτη και γνώση, εφόσον σήμερα φυσιολογικά ελλείπουν τα κίνητρα που παλαιότερες εποχές ήταν ο βασικός λόγος ενασχόλησης και δράσης για τις αξίες της λαϊκής τέχνης και δημιουργίας. Η σύσταση και λειτουργία μιας δημοτικής Χορωδίας Θεωρώ ότι συνιστά έναν εφικτό στόχο άμεσης προτεραιότητας. Το πρωταρχικό εργαλείο δηλαδή το πιάνο υπάρχει. Παράλληλα αρκεί να σκεφθούμε ότι ο Δάσκαλος Χορωδίας κοστίζει το πολύ 50θ Ε το μήνα και μια συναυλία από περιοδεύοντες άρπαγες της Αθήνας μπορεί να κοστίζει και 10.000 Ευρώ. Και σε κάθε περίπτωση υπάρχουν πολλές σχετικές προτάσεις με εφικτό και γόνιμο χαρακτήρα. Αρκεί να υπάρχει βούληση και καλόπιστη διάθεση προπαντός για ουσιαστική ενασχόληση. 

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
Αμαργιαννάκης, Γ. (1967). Συμβολήν εις την μελέτην της Δημώδους Κρητικής μουσικής. (Μελωδίαι του γάμου). Ηράκλειο, Κρήτη.
Αμαργιανάκης, Γ. (1989). // Μουσική της Θυσίας του Αβραάμ. Αριάδνη. 
Ανωγιανάκης, Φ. (1991). Ε/άηνικά Μουσικά Όργανα. Εκδ. Μέλισσα, β' έκδοση, Αθήνα. 
Βυβιλάκης, Ε. (1840). Νεοελληνικός και Αρχαιοελληνικός Βίος. Βερολίνο, μετάφρ. Πετράκης Σ.
Μιπταν Ο. (1933). Ο Ύμνος των Κουρητών. Μύσιον, τόμος Γ. 
Καλογερίδης, Ε. (1985). Κρητική μουσική (1). Εκδ. Δήμος Ηρακλείου, Ηράκλειο. 
Λιουδάκη, Μ. Μαντινάδες της Κρήτης. Εκδ. Οίκος Γνώσεις, β' εκδ.
Ξανθουδίδης, Στ. (1991). Βιτσέντζου Κορνάρου: Ερωτόκριτος. Εκδ. Δωρικός, τόμος 1, Αθήνα.
Παναγκοτάκης, Ν. (1988). Κρήτη Ιστορία και Πολιτισμός. Τόμος 2°\ Κρήτη. 
Παπαδογιάννης, Μ. (1981). Γύρω από την Κρήτη και τον κόσμο της. χ.ε., Θεσσαλονίκη. 
Ρωμαίος, Κ. (1977). Δημοτικό τραγούδι: προβλήματα καταγωγής και τεχνοτροπίας. Τόμος Γ\ χ.ε., Αθήνα. 
Χατζιδάκις, Γ., Κρητική μουσική: Ιστορία, μουσικά συστήματα, τραγούδια και χοροί. Εκδ. Αλικιώτης, Αθήνα χ.χ. 

ESPA BANNER