Προσκυνήματα του Τιμίου Σταυρού στην Κρήτη (φωτογραφίες)
Η εορτή της Παγκόσμιας Ύψωσης καθιερώθηκε ίσως από τον ίδιο τον Μέγα Κωνσταντίνο, κατά προτροπή προφανώς της μητέρας του αγίας Ελένης, αμέσως μετά την εύρεση του Τιμίου Ξύλου στα Ιεροσόλυμα, γύρω στο 330.
Ιερός Ναός Τιμίου Σταυρού στην Καλαμαύκα
Η Καλαμαύκα είναι ένα από τα ομορφότερα χωριά της ορεινής Ιεράπετρας, αλλά και ολόκληρης της Κρήτης. Το χωριό είναι πασίγνωστο για τα πλούσια νερά που κυριολεκτικά αναβλύζουν παντού σε όλη την επικράτειά του. Είναι επίσης γνωστό για τους μοναδικούς σε ολόκληρη την Κρήτη ασβεστολιθικούς σχηματισμούς του, που του έχουν δώσει το όνομα Μετέωρα της Κρήτης.
Ένας από αυτούς τους βραχώδεις σχηματισμούς, ίσως ο πιο διάσημος από όλους είναι ο Κάστελλος που βρίσκεται στο κέντρο του χωριού.
Η ανάβαση στον Κάστελλο γίνεται από την πλατεία που είναι τα καφενεία και χρειάζεται να ανέβουμε περίπου 230 σκαλοπάτια για να φτάσουμε στην κορυφή του απότομου βράχου. Στην κορυφή του Κάστελλου υπάρχει ένα εντυπωσιακό σπήλαιο αρκετά βαθύ στο οποίο κατεβαίνουμε με σκαλοπάτια. Μέσα στο σπήλαιο υπάρχει σήμερα ο σπηλαιώδης ναός του Τιμίου Σταυρού που γιορτάζει κάθε χρόνο στις 14 του Σεπτέμβρη και γίνεται μεγάλο πανηγύρι στο χωριό.
Ο ναός εσωτερικά είναι πολύ απλός με το κατάλευκο του ασβέστη να κυριαρχεί φέρνοντας στο νου νησιά του Αιγαίου. Εξωτερικά υπάρχει το καμπαναριό και μία ευρύχωρη αυλή, από όπου η θέα προς όλες τις πλευρές είναι μοναδική. Το σπήλαιο του Τιμίου Σταυρού ήταν ιερό λατρευτικό σπήλαιο ήδη από τη Μινωική εποχή, ενώ είχε χρησιμοποιηθεί και ως καταφύγιο. Ο βράχος του Κάστελλου ήταν λατρευτικό ιερό κορυφής και ακρόπολη της αρχαίας πόλης Λάρισα (Λάρισα = τόπος με πολύ νερό), η οποία τοποθετείται στα όρια του σημερινού οικισμού της Καλαμαύκας. Ακόμα και το σημερινό όνομα του χωριού Καλαμαύκα έχει μεγάλη εννοιολογική σχέση με το αρχαίο, καθότι η λέξη Καλαμαύκα, η οποία συναντάται σε πάμπολλα μέρη της Κρήτης και πάντα σε πηγές νερού, είναι παραφθορά των λέξεων Καλή Αύκλα. Αύκλα στο κρητικό γλωσσικό ιδίωμα είναι ο αγωγός που μεταφέρει νερό και αποτελεί μία από τις πολύ όμορφες λέξεις που δυστυχώς έχουν χαθεί από τη σύγχρονη γλώσσα των κρητικών.
Στη δυτική απόληξη του βράχου του Κάστελλου οι γραμμές του πετρώματος σχηματίζουν μια φιγούρα προσώπου σε γιγαντιαίες διαστάσεις που ονομάζεται ο ‘’Πέτρινος Θεός’’. Ο Πέτρινός Θεός είναι αρκετά εντυπωσιακός και φαίνεται αρκετά καλά τις απογευματινές ώρες που ο Κάστελλος δέχεται το πλάγιο φως του ήλιου στο ταξίδι του προς τη δύση.
Το εκκλησάκι του Τιμίου Σταυρού στον Στρούμπουλα
Ο Στρούμπουλας είναι η πρώτη κορφή που μπορεί κάποιος να θαυμάσει από την πόλη του Ηρακλείου κοιτώντας προς τα δυτικά. Το ύψος της κορφής είναι 798 μέτρα πάνω από την επιφάνεια της θάλασσας μικρό σχετικά ύψος σε σχέση με τα γύρω βουνά και την οροσειρά του Ψηλορείτη που ακολουθεί γεωλογικά. Αυτό που κάνει το Στρούμπουλα πραγματικά να ξεχωρίζει από τις άλλες μικρές κορφές και να είναι αγαπητός από τους Ηρακλειώτες είναι το σχήμα του που θυμίζει πυραμίδα ή ηφαίστειο κοιτώντας το από το Ηράκλειο.
Ο πιο συνηθισμένος τρόπος ανάβασης είναι από το μονοπάτι που ξεκινάει από το πολύ όμορφο οροπέδιο του Στρούμπουλα που την περίοδο του χειμώνα σχηματίζει στην άκρη του μια μικρή λίμνη. Η πορεία για την κορφή ξεκινάει δίπλα από το εκκλησάκι του Αγίου Γεωργίου, αρχικά σε χωματόδρομο και στη συνέχεια σε ανηφορικό, αλλά καλά σημαδεμένο μονοπάτι. Η αραιή βλάστηση του βουνού σε όλη τη διάρκεια της ανάβασης αποτελείται από φρύγανα και πρίνους που εναλλάσσονται με σκίνους. Στην κορφή συναντάμε το ιστορικό εκκλησάκι της Υψώσεως του Τιμίου Σταυρού το οποίο ανήκει στην Τύλισο Ηρακλείου. Το εκκλησάκι έχει ιστορία που χάνεται στα βάθη των αιώνων. Υπήρχε στην ιερή κορφή του Στρούμπουλα ήδη από την Ενετοκρατία και πολύ πιθανόν να είχε κτιστεί πάνω σε αρχαίο ιερό λόγω της ιδιαίτερης θέσης της περιοχής
Κατά την περίοδο της κατοχής οι Γερμανοί έχτισαν στην κορφή του βουνού, δίπλα στο ναό, πολυβολείο το οποίο είχε τον έλεγχο όλου του κόλπου του Ηρακλείου. Χάνοντας τον πόλεμο οι Γερμανοί ανατίναξαν όλες τις πολεμικές τους εγκαταστάσεις εκεί και μαζί και το αρχαίο εκκλησάκι εκ θεμελίων. Η καταστροφή αυτού του μνημείου όπως και τόσων άλλων πέρασε στα ψιλά γράμματα της ιστορίας, όπως και τόσες άλλες κλοπές και βάρβαρες πράξεις βεβήλωσης ή ολοκληρωτικής καταστροφής των μνημείων της Κρήτης από τους Γερμανούς για τις οποίες ποτέ δεν ασκήθηκαν διώξεις, ποτέ δεν ζητήθηκαν αποζημιώσεις, ούτε και έγιναν γνωστές σε όλο τους το μέγεθος. Μετά τον πόλεμο οι κάτοικοι της Τυλίσου με προσωπική εργασία μετέφεραν υλικά στην κορφή και ξανάκτισαν το ναό από την αρχή. Από τότε ο ναός του Τιμίου Σταυρού αποτελεί πολύ σημαντικό προσκύνημα για όλη την περιοχή και μάλιστα την ημέρα που γιορτάζει ανεβαίνει στον ιερό Στρούμπουλα πλήθος κόσμου, πολλοί από τους οποίους βγαίνουν από την παραμονή το απόγευμα και διανυκτερεύουν στην κορφή.
Από την κορφή ο επισκέπτης απολαμβάνει μια πραγματικά μοναδική θέα προς κάθε κατεύθυνση της Κρήτης επειδή παρά το μικρό της ύψος έχει θέα προς τα 2/3 του νησιού. Πίσω από το σημερινό εκκλησάκι προς τα βόρεια και ανατολικά φαίνονται ακόμα τα ερείπια από τις γερμανικές εγκαταστάσεις
Η κατάβαση γίνεται συνήθως από την ίδια πλευρά του βουνού ακολουθώντας το ίδιο μονοπάτι αλλά υπάρχει και η δυνατότητα διάσχισης του βουνού. Λίγα μέτρα μετά το ναό πάνω στο μονοπάτι της επιστροφής συναντάμε άλλο μονοπάτι που φεύγει προς τα κάτω με βόρεια κατεύθυνση. Το μονοπάτι αυτό σε μισή ώρα περίπου φτάνει στη βάση του βουνού στο οροπέδιο της Δόξας. Στη Δόξα υπάρχουν ταβέρνες για φαγητό αλλά και το ομώνυμο σπήλαιο της Δόξας που είναι επισκέψιμο κι έχει πολύ πλούσιο διάκοσμο.
Η Μονή Τιμίου Σταυρού Βωσάκου
H Μονή Τιμίου Σταυρού Βωσάκου είναι χτισμένη ανάμεσα στις κορυφές Κουτσοτρούλης, Σοφιανή και Κουφωτός του όρους Κουλούκωνα στον Μυλοπόταμο. Το κτηριακό συγκρότημα αποτελείται από κτίσματα διαφόρων εποχών και διαμορφώνεται σε τρία επίπεδα.
Το καθολικό είναι μικρό και μονόχωρο και χτίστηκε στα τέλη του 19ου αιώνα στη θέση ενός τοιχογραφημένου ναού του 14ου-15ου αι. Το 1669 κατασκευάστηκε ο πυλώνας της και το 1673 η εντυπωσιακή κρήνη που βρίσκεται δυτικά του καθολικού.
Στην επανάσταση του 1821 η Μονή πυρπολήθηκε από τους Τούρκους και καταστράφηκαν τόσο το καθολικό, όσο και τα υπόλοιπα κτίρια, η βιβλιοθήκη και το αρχείο και εκτελέστηκαν οι 18 από τους 20 μοναχούς της. Επέζησε μόνο ο ηγούμενος Μελχισεδέκ κι άλλος ένας μοναχός οι οποίοι επέστρεψαν και προσπάθησαν να τον ανοικοδομήσουν. Σημαντική ήταν η συμβολή της Μονής και στην επανάσταση του 1866-1869. Περιέθαλψε γυναικόπαιδα και είχε φιλανθρωπική δράση.
Το 1935 η μονή Βωσάκου χαρακτηρίστηκε διατηρητέα, αλλά δύο δεκαετίες αργότερα άρχισε η ερήμωση της. Μετά το 1998 αποκαταστάθηκε και επαναλειτούργησε.
Το εκκλησάκι του Τιμίου Σταυρού στον Ψηλορείτη
Στα 2.456 μέτρα υψόμετρο, το εκκλησάκι του Τιμίου Σταυρού διαιωνίζει την πανάρχαια συνήθεια λατρείας των Ιερών Κορυφής. Το ξερολιθικό κτίσμα που αποτελείται από δύο κυκλικής κάτοψης χώρους, για τη διαμονή των προσκυνητών και τον κυρίως χώρο λατρείας, έχει σε κάτοψη το σχήμα θήκης βιολιού. Είναι μετόχι της Μονής Δισκουρίου (ανήκει στο Δήμο Μυλοποτάμου) που βρίσκεται στη ρίζα της βόρειας πλαγιάς του Ψηλορείτη, και γιορτάζει στις 14 Σεπτεμβρίου, ημέρα κατά την οποία προσκυνητές από ολόκληρη την Κρήτη ανεβαίνουν για προσκύνημα.
Το εκκλησάκι κατά τη διάρκεια του χειμώνα σκεπάζεται από χιόνι, ενώ κατά τους θερινούς μήνες μπορεί να χρησιμοποιηθεί σαν προσωρινό καταφύγιο για διανυκτέρευση.
Στο πλάτωμα γύρω από το εκκλησάκι και ειδικά στην νότια προστατευμένη πλευρά του υπάρχει η δυνατότητα για υπαίθρια διανυκτέρευση, αλλά απαιτείται κατάλληλος εξοπλισμός εξαιτίας των χαμηλών θερμοκρασιών που αναπτύσσονται την νύχτα.
Σε παλιότερα χρόνια, η εορτή του Τιμίου Σταυρού ήταν πόλος έλξης των Κρητικών που από ολόκληρο το νησί ξεκινούσαν το μεγάλο ταξίδι προς την κορφή του Ψηλορείτη.
Ένας λόγιος του 19ου αι., ο Παύλος Βλαστός, μας άφησε καταπληκτικές περιγραφές της ανάβασης προς το πέτρινο ξωκκλήσι, χαρακτηρίζοντας την μάλιστα ως «ιερά πορεία». Ο ίδιος είχε ανεβεί στο ιερό προσκύνημα το 1860 και το 1872. Οι προσκυνητές φρόντιζαν να φτάσουν από την παραμονή στις πλαγιές του Ψηλορείτη και να καταφύγουν για διανυκτέρευση στις μάντρες των βοσκών. Οι τελευταίοι τους φιλοξενούσαν και, παρατηρώντας τα άστρα, μάντευαν την κατάλληλη ώρα -μετά τα μεσάνυχτα- που έπρεπε να ξεκινήσουν για να βρεθούν τα χαράματα στο Σταυρό. Έβαζαν φωτιά στα φρύγανα και τους θάμνους που φύτρωναν κατά μήκος του μονοπατιού και φωτιζόταν η «ιερά πορεία» στη νυκτερινή διαδρομή της. Την ίδια ώρα, οι κάτοικοι των πόλεων και των γύρω χωριών ξενυχτούσαν για να παρακολουθήσουν τη φωτεινή πορεία προς την κορυφή, αφού οι φωτεινές γραμμές διακρίνονταν από πολύ μακριά.
Πολλοί κάτοικοι των χωριών της περιοχής του Ψηλορείτη ακόμα και σήμερα πιστεύουν πως τα μεσάνυχτα της μεγάλης γιορτής του Σταυρού ένας φωτεινός σταυρός φτερουγίζει από τη μια βουνοκορφή της Κρήτης στην άλλη, όπου υπάρχει ναός του Τιμίου Σταυρού.
πηγές: destinationcrete.gr, cretanbeaches.gr, χριστόφορος χειλαδάκης, ekriti.gr