Στην έκθεση "Anuga" το Επιμελητήριο Ηρακλείου
Στην έκθεση ANUGA της Κολωνίας στη Γερμανία, τη μεγαλύτερη διεθνή έκθεση τροφίμων και ποτών συμμετείχε για άλλη μια φορά το Επιμελητήριο Ηρακλείου, υποστηρίζοντας τη συμμετοχή επιχειρήσεων – μελών του.
Στο Περίπτερο του Επιμελητηρίου Ηρακλείου, υπό την Περιφέρεια Κρήτης, φιλοξενήθηκαν τέσσερις επιχειρήσεις, οι οποίες δήλωσαν συμμετοχή, μετά από δημόσια, ανοικτή πρόσκληση το περασμένο καλοκαίρι και πρόκειται να λάβουν επιχορήγηση για την κάλυψη μέρους των εξόδων τους.
Πρόκειται για τις επιχειρήσεις ΒΙΟΛΟΓΙΚΑ ΚΡΗΤΙΚΑ ΕΛΑΙΟΛΑΔΑ -ΑΝΡΕΑΔΑΚΗΣ Ι.ΓΕΩΡΓΙΟΣ,
ΑΦΟΙ ΚΥΔΩΝΑΚΗ ΟΕ, ΡΟΓΔΑΚΗΣ ΙΩΑΝΝΗΣ και ΖΑΧΑΡΟΠΟΥΛΟΣ ΓΕΩΡΓΙΟΣ, οι οποίες δραστηριοποιούνται στην εξαγωγή ελαιόλαδου, ελιών, κρασιού και μελιού.
Η έκθεση διήρκεσε από 05 έως 9 Οκτωβρίου συγκεντρώνοντας το ενδιαφέρον χιλιάδων επισκεπτών απ’ όλο τον κόσμο, πολλοί από τους οποίους επέδειξαν ιδιαίτερο ενδιαφέρον για τα κρητικά προϊόντα.
Η συμμετοχή των Κρητικών επιχειρηματιών στο σημαντικότερο παγκοσμίως εκθεσιακό γεγονός της χρονιάς για τον κλάδο τροφίμων/ποτών, ολοκληρώθηκε με τη συμμετοχή τους στις εποικοδομητικές επιχειρηματικές συναντήσεις (Β2Β), με εκπροσώπους γερμανικών εισαγωγικών εταιρειών, χονδρεμπόρων και υπεραγορών, τις οποίες διοργάνωσε το Γενικό Προξενείο Ντύσσελντορφ.
Οι περισσότερες από αυτές τις επιχειρήσεις ειδικεύονται στην εισαγωγή ελληνικών και γενικότερα μεσογειακών προϊόντων, σύμφωνα με το Ελληνικό Προξενείο, ενώ ορισμένες επιθυμούν ν’ αρχίσουν την εισαγωγή κρητικών προϊόντων. Τις συναντήσεις παρακολούθησαν και Γερμανοί δημοσιογράφοι από μέσα εξειδικευμένα στον διατροφικό τομέα, με ενδιαφέρον για την προβολή των κρητικών προϊόντων διατροφής, με επίκεντρο τα βιολογικά.
«Για άλλη μια φορά το Επιμελητήριο Ηρακλείου έδωσε την ευκαιρία στις επιχειρήσεις - μέλη του να βρεθούν στην κορυφαία διοργάνωση και να διευρύνουν τις εξαγωγικές τους δυνατότητες» ανέφερε ο Πρόεδρος του Επιμελητηρίου Ηρακλείου κ. Μανώλης Αλιφιεράκης και τόνισε «υποστηρίζουμε την εξωστρέφεια των τοπικών επιχειρήσεων γιατί είμαστε βέβαιοι ότι τα ποιοτικά κρητικά προϊόντα μπορούν να διεκδικήσουν μεγαλύτερο μερίδιο στη διεθνή αγορά».