καλοκαιρινού ηράκλειο
Ηράκλειο: Νύχτες ισπανόφωνου κινηματογράφου από τον Κοινωνικό Χώρο
Η Νέα Κινηματογραφική Λέσχη
Ηρακλείου, σε συνεργασία με
το Ινστιτούτο Θερβάντες και
την ισπανική...
Ιστορίες καθημερινής τρέλας στο Ηράκλειο !!!
Λεωφόρος Καλοκαιρινού. Μία από τις πιο πολυσύχναστες οδικές αρτηρίες που οδηγούν στο κέντρο του Ηρακλείου και την οποία διασχίζουν καθημερινά χιλιάδες αυτοκίνητα, μοτοσικλέτες και λεωφορεία.
Η αυξημένη κίνηση των οχημάτων σε συνδυασμό με το ότι η Καλοκαιρινού δεν αποτελεί και τον πλέον φαρδύ δρόμο της πόλης, δημιουργεί σε καθημερινή βάση σοβαρά προβλήματα κυκλοφοριακής συμφόρησης. Εάν στα δεδομένα αυτά προσθέσουμε και την αγαπημένη συνήθεια των Ηρακλειωτών να παρκάρουν –με ή χωρίς αλάρμ-, όπου τους καπνίσει, διαπιστώνεται εύκολα το μέγεθος του προβλήματος που δημιουργείται, κυρίως τις ώρες που τα καταστήματα είναι ανοικτά.
Πρωί Πέμπτης, στο αυτοκίνητο, ερχόμενος από Χανιώπορτα με κατεύθυνση προς την Αγίου Μηνά. Μπροστά μου ένα αστικό λεωφορείο το οποίο προχωρά «ασθμαίνοντας», αφού κάθε λίγο και λιγάκι ο οδηγός του ελαττώνει ταχύτητα, προκειμένου να κάνει χώρο για να περάσουν τα οχήματα από το αντίθετο ρεύμα. Και από τις δύο πλευρές του δρόμου υπάρχουν σταθμευμένα αυτοκίνητα. Τη στιγμή που το «ταλαίπωρο» λεωφορείο προσπερνάει ένα από αυτά, σκέφτομαι τι μπορεί να συμβεί σε περίπτωση που τύχει να έρχεται λεωφορείο από το αντίθετο ρεύμα.
Δευτερόλεπτα αργότερα, η σκέψη μου γίνεται πραγματικότητα.
Για τουλάχιστον 10 λεπτά, δύο λεωφορεία βρίσκονται ακινητοποιημένα, το ένα απέναντι από το άλλο.
Τα κορναρίσματα και οι βρισιές δίνουν και παίρνουν. Οι οδηγοί των μηχανών προσπερνούν με απαράμιλλο στιλ τα -ανήμπορα να αντιδράσουν- λεωφορεία, την ώρα που πεζοί διασχίζουν κάθετα –χωρίς να έχουν σχεδόν καθόλου ορατότητα- το δρόμο.
Κάποτε, ένας μεσήλικας κύριος καταφτάνει με ατάραχο βήμα στο σημείο, κάνει μια –ομολογουμένως αστεία - απολογητική γκριμάτσα στους οδηγούς που τον κοιτούν με μισό μάτι, μπαίνει σε ένα από τα αυτοκίνητα που εμπόδιζαν τα λεωφορεία να περάσουν και φεύγει. Η κυκλοφορία αποκαθίσταται –έστω από το ένα ρεύμα-, ωστόσο εγώ δεν βιάζομαι να πατήσω το γκάζι γιατί με έχει απορροφήσει η ερώτηση που απευθύνω -για μια ακόμη φορά τα τελευταία χρόνια- στον εαυτό μου, χωρίς ωστόσο να έχω κατορθώσει να βρω την απάντηση: Υπάρχει σωτηρία γι’ αυτήν την πόλη;
Εκείνη την ώρα –σαν από μηχανής θεός- ένας πιτσιρικάς που καβαλάει ένα πολύ εντυπωσιακό μηχανάκι, σταματάει δίπλα μου και με μουντζώνει ψιθυρίζοντάς μου κάτι το οποίο δεν κατάλαβα (ή δεν θέλησα να καταλάβω) την ίδια στιγμή που η -εξίσου εντυπωσιακή με το μηχανάκι του- κοπελίτσα που τον συνοδεύει, μου προτείνει κι αυτή τις ανοιχτές της παλάμες.
Ταπεινωμένος, ψελλίζω ένα «συγγνώμη», πατάω γκάζι και πάω στη δουλειά μου. Η εύρεση της απάντησης στην ερώτησή μου αναβλήθηκε –ξανά- για άλλη φορά…
Νικόλας Αγγελίνος