Όταν οι "ομπρελάδες" έπεσαν στην Κρήτη - Η ηρωική Μάχη του νησιού!
«Η λεβεντιά 'ναι μια πληγή που πάντα αίμα τρέχει
Θεέ μου και πώς τηνε βαστά εκείνος που την έχει»
«Τον αντρειωμένο μην τον κλαις», λέει το ριζίτικο τραγούδι και οι Κρητικοί το 'ξεραν καλά όταν έγραφαν το δικό τους έπος το Μάη του 1941, στην πρώτη μάχη ενάντια στους χιτλερικούς κατακτητές. Αυτήν που έμεινε στην ιστορία ως «Μάχη της Κρήτης».
Ο στρατηγός Καφάτος γράφει ότι: «Ητο απίστευτον να βλέπει κανείς τον ηρωικόν λαόν της πόλεως των Χανίων πάσης ηλικίας συγκεντρωμένον κατά μάζας εις τον περί το Ωδείον χώρον, ακάλυπτον υπό τη βροχή των βλημάτων των πολυβόλων, αψηφούντα τον θάνατον, τρίζοντα τους οδόντας, με τους γρόνθους συνεσφιγμένους, και ζητούντα όπλα από τους Αγγλους ίνα πολεμήσουν τον επιδρομέα». Ο διοικητής Χωροφυλακής Ηρακλείου Μ. Πιτικάκης, στο βιβλίο του «Θύελλα στην Κρήτη», γράφει: «Εκατοντάδες άοπλοι πολίτες, κάθε ηλικίας, στην είδηση πως έπεσαν αλεξιπτωτιστές κοντά στα τείχη, συγκεντρώνονται στην "Πόρτα των Χανιών", έξω απ' το μπεντένι. Ολοι τρέχουν σαν από σύνθημα στις "Πόρτες"... Τι πάνε να κάνουν άοπλοι όπως είναι, μέσα στη φωτιά και τη βροχή του πυρωμένου σίδηρου των όλμων, των πολυβόλων, των χειροβομβίδων και των αεροπλάνων;.. Πάνε να φράξουν το δρόμο στον εχθρό. Πώς; Τους είναι αδιάφορο. Με τα χέρια, με τα πόδια, θα τον απωθήσουν. Τα κορμιά τους θα βάζουν εμπόδιο... Ζητάνε όπλα».
Η Κρήτη ήταν αφοπλισμένη από το φασιστικό καθεστώς του Μεταξά μετά την ένοπλη εξέγερση εναντίον του το 1938, κατάσταση που διατήρησε και η κυβέρνηση Τσουδερού. Οι Αγγλοι, από τη μεριά τους, είχαν υποσχεθεί την αποστολή στο νησί 10.000 τουφεκιών, από τα οποία έφτασαν μόνο τα 3.500! Η Κρήτη, λίγες μέρες πριν από την επίθεση, βρίσκεται «ξαρμάτωτη»...
Η κυβέρνηση, βέβαια, δεν πίστευε ότι ο λαός μπορεί να υπερασπίσει την Κρήτη αντιμετωπίζοντας τη γερμανική εισβολή αποτελεσματικά. Ο συνταγματάρχης Παπαθανασόπουλος, διοικητής της ταξιαρχίας Ηρακλείου, αναφέρει στην έκθεσή του για τα γεγονότα τα εξής: «Ανάφερα στην κυβέρνηση την κατάσταση της ταξιαρχίας μου. Το ηθικό της ήταν άριστο, όπλα είχαμε ελάχιστα, αλλά η πεποίθησίς μας πως θα υπερνικήσουμε τις αντιξοότητες ήταν απόλυτος. Οι υπουργοί, όμως στο σύνολό τους δεν πίστευαν ούτε καν μια στιγμή πως ήτο δυνατόν να νικήσουμε. Ενόμιζαν πως η αντίστασίς μας ήταν ένα είδος συμβολικής μάχης για την τιμή των ελληνικών όπλων. Ποτέ δεν πίστεψαν πως επρόκειτο περί μάχης μεγίστης σπουδαιότητος, πως ήταν απολύτως δυνατόν να κερδηθεί! Την παραμονή τους στην Κρήτη τη θεωρούσαν χαμένο καιρό για μια χαμένη υπόθεση και φρόντιζαν να βρουν τρόπο να διαφύγουν στην Αίγυπτο».
Κι όμως, η συμμετοχή του λαού στη μάχη ήρθε να ανατρέψει την κατάσταση που πήγε να δημιουργηθεί. Ανδρες, γυναίκες, γέροι, παιδιά, πολέμησαν τα τμήματα των αλεξιπτωτιστών, τους «ομπρελάδες», όπως τους έλεγαν, ακόμη και με μαχαίρια, τσεκούρια, αξίνες και πέτρες, χωρίς ούτε στιγμή να δειλιάσουν.Ο ίδιος ο Χίτλερ, κατά τη διάρκεια των μαχών, είχε πει: «Η λύσσα και η αγριότητα που πολέμησε ο πληθυσμός της Κρήτης τους στρατιώτες του Γ' Ράιχ μόνο στην Πολωνία παρατηρήθηκαν. Εδωσα διαταγές στα γερμανικά στρατεύματα να διεξάγουν "ιπποτικό" πόλεμο. Αλλά οι "ένοχοι" κάτοικοι θα τιμωρηθούν σκληρά και οι υπεύθυνοι στρατιωτικοί θα παραπεμφθούν ενώπιον των γερμανικών στρατοδικείων».
«Η απόφαση για την κατάληψη της Κρήτης, σύμφωνα με τα γερμανικά αρχεία, πάρθηκε από τον Χίτλερ στις 21 Απρίλη 1941. Η στρατηγική σημασία της Κρήτης, είχε άμεση σχέση με την προώθηση των θέσεων του Αξονα, στην Εγγύς Ανατολή, την κατάληψη της διώρυγας του Σουέζ και τις επιχειρήσεις στη Β. Αφρική. Από τις 23 Απρίλη, η γερμανική αεροπορία σφυροκοπούσε καθημερινά σχεδόν την Κρήτη.
Αλλά το γερμανικό σχέδιο "Ερμής" για την κατάληψη της Κρήτης μπήκε σ' εφαρμογή το πρωί της 20ής Μάϊου του 1941. Σύμφωνα με αυτό, με την από αέρος επίθεση οι Γερμανοί ήλπιζαν ότι την πρώτη μέρα θα έπαιρναν τα αεροδρόμια και τα λιμάνια των Χανίων, Ρεθύμνου και Ηρακλείου. Τη δεύτερη μέρα, θα καταλάμβαναν τη "νευραλγική" θέση της Σούδας. Την ίδια μέρα, μονάδες της 5ης Ορεινής Μεραρχίας, που θα μεταφέρονταν με πλωτά μέσα, θα αποβιβάζονταν στην περιοχή Μάλεμε και σε άλλες "επίκαιρες" ακτές, για να ολοκληρώσουν τελικά την τρίτη μέρα την κατάληψη της Κρήτης. Οι δυνάμεις που θα χρησιμοποιούσαν έφταναν τους 22.750 άνδρες. Ο κύριος όγκος του στρατού ήταν οι αλεξιπτωτιστές, το καμάρι του Γ' Ράιχ και του ίδιου του Γκέρινγκ, που θα εφορμούσαν στο νησί από αεροπλάνα. Μετά τη συγκεκριμένη επιχείρηση, οι αλεξιπτωτιστές δε θα πάρουν πλέον μέρος σε καμία επιχείρηση του Β' Παγκοσμίου Πολέμου. Την επιχείρηση υποστήριζαν στον αέρα 650 αεροπλάνα τους, κάθε τύπου και προορισμού, 550 μεταγωγικά αεροσκάφη και 100 ανεμοπλάνα και 70 σκάφη για τη μεταφορά των αποβατικών δυνάμεων.
Οι μάχες συνεχίστηκαν ως τις 30 Μάη, που αποχώρησαν και τα τελευταία αγγλικά στρατεύματα από το νησί για την Αίγυπτο. Στις 23 Μάϊου ο βασιλιάς και η κυβέρνηση εγκαταλείπουν την Κρήτη για την Αίγυπτο»... Δείγμα και αυτό του «ενδιαφέροντός» τους για αντίσταση και συνέχιση του αγώνα, Ηδη μια βδομάδα πριν την εισβολή, η πλειοψηφία των Ελλήνων αξιωματικών στάλθηκε στην Αίγυπτο. Στις 27 Μάϊου και ενώ η κατάληψη της Κρήτης δεν είχε κριθεί, η κυβέρνηση της Αγγλίας μέσω του στρατηγείου της Μέσης Ανατολής δίνει διαταγή για εκκένωση του νησιού. Ο ίδιος ο Γερμανός στρατηγός Στούντεντ αναφέρει: «Η αιφνίδια κατάρρευσις της αμύνης της νήσου την 27ην Μαΐου μάς κατέπληξε, διότι επεριμέναμεν μακρόν αγώνα».
Καταγράφουμε εδώ μαρτυρία του Μήτσου Βλησίδη, που έζησε τα γεγονότα: «Οταν έγινε γνωστό ότι το Λονδίνο αποφάσισε να εγκαταλειφθεί η Κρήτη και άρχισε να συνειδητοποιήται το γεγονός της ήττας, ο κρητικός λαός και όσοι άλλοι (Αυστραλοί, Νεοζηλανδοί μαχητές) πολέμησαν, αισθάνθηκαν προδομένοι. Θυμούμαι τη σκηνή στο καφενείο του χωριού μου στις 2.00 το μεσημέρι της 27ης Μάη που συγκεντρωμένοι πολλοί χωριανοί κάτω από το απαίσιο μουγκρητό των "Στούκας" ακούσαμε από το ραδιόφωνο την είδηση ότι δόθηκε εντολή να εκκενωθεί η Κρήτη. Ολοι φώναξαν: Προδοσία! Και ξέσπασαν σε βρισιές εναντίον των Αγγλων. Μου 'ρχονται στο νου οι άγριες σκηνές που ζήσαμε στις σπηλιές στους κομητάδες στις 28 και 29 του Μάη, όταν μέσα απ' το φαράγγι της Νίμπρου κατέβαιναν τις βραδινές ώρες μπαρουτοκαπνισμένοι, με την αγριάδα της μάχης στα πρόσωπα και τις κινήσεις τους, πεινασμένοι και διψασμένοι οι Αυστραλοί και Νεοζηλανδοί μαχητές, με την ελπίδα να επιβιβαστούν σε κάποιο πλοίο για την Αίγυπτο και να γλιτώσουν την αιχμαλωσία. Ολοι τους βρίζουν με τις χειρότερες βρισιές τον Τσόρτσιλ, την Αγγλία. Γρονθοκοπούσαν, κλοτσούσαν και κατακεφάλιαζαν με τον υποκόπανο κάθε Βρετανό στρατιώτη που συναντούσαν. Ολοι τους είχαν πολεμήσει με την πιο μεγάλη παλικαριά και αυταπάρνηση. Και διδάχτηκαν από τα γεγονότα ότι έχασαν τη μάχη από ανικανότητα της ηγεσίας τους. Υποψιάζονταν ότι προδόθηκαν. Αυτές τις ώρες και μέσα από την εμπειρία της μάχης, η γνωστή αγγλοφιλία των Κρητικών "πάτωσε" στη συνείδησή τους. Ολοι είχαν γίνει πολιτικά σοφότεροι».
Η Μάχη της Κρήτης καθυστέρησε το γερμανικό στρατό για ένα μήνα και οχτώ ολόκληρες μέρες, από την επίθεση κατά της Σοβιετικής Ενωσης. Ηταν εκτός των άλλων και η πιο σημαντική συμβολή στον πόλεμο κατά των Γερμανών ιμπεριαλιστών.
Πηγές:
Αλέκου Ψηλορείτη: «Η Μάχη της Κρήτης», Εκδόσεις «Σύγχρονη Εποχή».
Δ. Βλησίδη - Λ. Ηλιάκη: «Τα πρώτα βήματα του ΕΑΜ στην Κρήτη».
«Ιστορία της Αντίστασης 1940 - '45», Α` Τόμος.