Σύμφωνα με τον τελευταίο απολογισμό των υπηρεσιών του υπουργείου Υγείας ο συνολικός αριθμός των νεκρών από τη γρίπη φτάνει τους 43, την ώρα που σε Μονάδες Εντατικής Θεραπείας νοσηλεύονται 61 άτομα, με τις νέες εισαγωγές να φτάνουν τις 10. Από την αρχή της φετινής έξαρσης του ιού στη χώρα μας σε ΜΕΘ έχουν νοσηλευθεί 156 άτομα.
Αυτούς τους αριθμούς παρακολουθούν οι παράγοντες του υπουργείου Υγείας για να εκφράσουν φόβους ότι με το ραγδαίο ρυθμό, που εκδηλώνεται η επιδημία, οι νεκροί μπορεί να ξεπεράσουν τις επόμενες εβδομάδες ακόμη και τους 100.
Περαιτέρω ανησυχία προκαλεί, δε, το γεγονός ότι στην πλειοψηφία τους τα θύματα δεν είχαν εμβολιαστεί παρ' ότι ανήκαν σε ομάδες υψηλού κινδύνου (π.χ. υπερήλικες, χρονίως πάσχοντες, παχύσαρκοι κ.ά.), όπερ σημαίνει ότι η ασπίδα προστασίας είναι αδύναμη για μεγάλες κατηγορίες πληθυσμού.
Οι ειδικοί επιστήμονες του Κέντρου Ελέγχου και Πρόληψης Νοσημάτων (ΚΕΕΛΠΝΟ) συμβουλεύουν όλους όσοι ανήκουν σε ομάδα υψηλού κινδύνου να εμβολιαστούν, ακόμη και τώρα, και να λάβουν αντι-ιική αγωγή με την εμφάνιση των πρώτων συμπτωμάτων.
Άκρως αποκαλυπτικό της κατάστασης είναι το ότι ενώ στις άλλες χώρες της Ευρώπης το ποσοστό των εμβολιασμένων ατόμων που ανήκουν στις ευπαθείς ομάδες του πληθυσμού αγγίζει το 70%, στην Ελλάδα φθάνει στο 30% και αυτό μετά βίας. Οι επιστήμονες επισημαίνουν με έμφαση ότι αν οι πολίτες που ανήκουν στις ευπαθείς ομάδες του πληθυσμού εμβολιάζονταν κάθε χρόνο έναντι της γρίπης, ο αριθμός των κρουσμάτων θα ήταν κατά πολύ μικρότερος.
Το πρόβλημα στη χώρα μας, με τα σημαντικά προβλήματα στις υποδομές υγείας και τη λειτουργικότητα του συστήματος έχει και μία ακόμη διάσταση: Λόγω της έξαρσης της γρίπης περίπου το 10% των κλινών στις ΜΕΘ διατεθεί αποκλειστικά για τα κρούσματα αυτά, με αποτέλεσμα να αδυνατούν τα νοσοκομεία να καλύψουν ανάγκες από άλλες περιπτώσεις, όπως τροχαία ατυχήματα.
Η πρόεδρος του ΚΕΕΛΠΝΟ Τζένη Κουρέα-Κρεμαστινού τόνισε σε δραματικές δηλώσεις της ότι ένας από τους λόγους για τους οποίους υπάρχει έξαρση της γρίπης είναι το γεγονός ότι ο πληθυσμός δεν ενημερώθηκε εφέτος επαρκώς. «Υπήρχε υποχρηματοδότηση για τα θέματα δημόσιας υγείας και ασφαλώς δεν μπόρεσε το ΚΕΕΛΠΝΟ να κάνει εκστρατεία ενημέρωσης» τόνισε, απευθύνοντας έκκληση προς κάθε πλευρά. Υπογράμμισε δε τα εξής: «Η επένδυση πόρων στην πρόληψη και ενημέρωση του γενικού πληθυσμού αλλά και της ιατρονοσηλευτικής κοινότητας είναι άκρως απαραίτητη για τη διαφύλαξη της ατομικής και δημόσιας υγείας. Αλλά ακόμα και υπό στενά δημοσιονομικά κριτήρια πολλαπλάσια επωφελής, αφού το κράτος "γλιτώνει" εκθετικά πολλαπλάσιες δαπάνες αποφεύγοντας ενδονοσοκομειακές νοσηλείες, εργατοώρες απασχόλησης ιατρονοσηλευτικού προσωπικού, καταναλώσεις φαρμάκων και υγειονομικού υλικού, απώλειες ανθρωποωρών και παραγωγικότητας λόγω απουσίας από την εργασία».