Πέντε δύσκολα χρόνια για την ελληνική κτηματαγορά έκλεισαν με το τέλος του 2014 και, όπως εκτιμούν παράγοντες που δραστηριοποιούνται σε έναν από τους πιο νευραλγικούς κλάδους της οικονομίας, το 2015 μπορεί να αποτελέσει το έτος επανεκκίνησης της αγοράς ακινήτων, που και δουλειές προσφέρει και αύξηση του «τζίρου» της ελληνικής οικονομίας, δηλαδή του ΑΕΠ.
Σύμφωνα με τους ίδιους παράγοντες, οι ευκαιρίες πλέον είναι πολλές και οι τιμές των ακινήτων έχουν πέσει σε πάρα πολύ χαμηλά επίπεδα.
Το ίδιο έχει συμβεί και στα ενοίκια, που έχουν επηρεαστεί σαφέστατα από την κρίση στην οικονομία και στην τσέπη των νοικοκυριών.
Όπως αναφέρει στο «Βήμα της Κυριακής», ο Στέλιος Σαμολαδάς, διευθύνων σύμβουλος του κτηματομεσιτικού δικτύου RE/MAX, η ελληνική κτηματαγορά έκλεισε πέντε πολύ δύσκολα χρόνια με συνεχή πτώση των τιμών των ακινήτων, τα οποία έχουν χάσει πλέον το ήμισυ κατά μέσον όρο της αξίας τους.
Οι λόγοι που οδήγησαν σε αυτή την κατάσταση είναι, σύμφωνα με τον ίδιο, οι εξής:
Πρώτον, η δραματική μείωση του τραπεζικού δανεισμού για αγορά ακινήτου.
Δεύτερον, η διαρκώς αυξανόμενη υπερπροσφορά ακινήτων, κυρίως λόγω οικονομικών δυσκολιών των ιδιοκτητών τους, σε συνδυασμό με το πολύ υψηλό στοκ νεόδμητων ακινήτων.
Τρίτον, η διαρκώς μειούμενη ζήτηση για ακίνητα, λόγω της μείωσης της αγοραστικής δύναμης, της αδυναμίας χρηματοδότησης από τις τράπεζες και των φορολογικών αντικινήτρων.
Η πτώση των αγοραπωλησιών ήταν αρκετά σημαντική για τα νεόδμητα ακίνητα, ενώ για τα μεταχειρισμένα ήταν πιο ήπια. Τα νεόδμητα ακίνητα επηρεάστηκαν περισσότερο, διότι αφενός οι τιμές τους είχαν φτάσει σε απαγορευτικά επίπεδα για το μέσο καταναλωτή, ιδιαίτερα εν μέσω κρίσης και αφετέρου οι περισσότεροι κατασκευαστές δεν είχαν τη δυνατότητα να προχωρήσουν για διάφορους λόγους-κόστος γης, αντιπαροχή, κόστος κατασκευής-σε γρήγορο ορθολογισμό τους, με συνέπεια να στραφεί το όποιο ενδιαφέρον των καταναλωτών προς τα μεταχειρισμένα.
Ιδιαίτερα δημοφιλή έγιναν τα μικρά διαμερίσματα ενός ή δύο υπνοδωματίων μεγάλης σχετικά ηλικίας (συνήθως άνω των 25 ετών) τόσο για τους προαναφερθέντες λόγους όσο και για το κόστος διαμονής (κυρίως για έξοδα θέρμανσης) και φορολογίας (ΕΝΦΙΑ, αντικειμενικά κριτήρια διαβίωσης, κτλ).
Πηγή: Το Βήμα της Κυριακής