Η αποκάλυψη του σκελετού είναι, αναμφίβολα, το πλέον συγκλονιστικό εύρημα στον Τύμβο Καστά -μέχρι στιγμής, τουλάχιστον, εφόσον από την Αμφίπολη περιμένουμε μόνο εκπλήξεις. Τα ίδια τα οστά του νεκρού, μια από τις πιο σημαντικές στιγμές στην ιστορία της ελληνικής αρχαιολογίας, διεγείρουν τη συλλογική φαντασία και επιτρέπουν συνδέσεις ακόμη και με τον ίδιο τον Μέγα Αλέξανδρο. Στην πράξη, ωστόσο, η απόσταση ανάμεσα στην ιστορική Τετάρτη 12/11/2014, όταν ανακοινώθηκε για πρώτη φορά η ανεύρεση του σκελετού, και την ταυτοποίηση του νεκρού, παραμένει τεράστια. Η περιπέτεια της αναγνώρισής του δεν έχει αρχίσει καν -και δεν προμηνύεται σύντομη.
Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις ειδικών, για την ανάλυση των οργανικών υπολειμμάτων θα απαιτηθεί πολύμηνη ή και πολυετής εργαστηριακή μελέτη. Ακόμη όμως και αφού ολοκληρωθεί η σύνθετη εξέταση του υλικού, το πόρισμα που θα προκύψει, στην καλύτερη περίπτωση, θα πιθανολογεί, δεν θα καταδεικνύει. Με άλλα λόγια, θεωρείται πιθανότερο να περιοριστεί ο κατάλογος των ενδεχόμενων «υποψηφίων» ανάμεσα στις προσωπικότητες που εικάζεται ότι ετάφησαν στον Τύμβο Καστά, παρά να προκύψει μετά βεβαιότητος ένα και μόνο συγκεκριμένο πρόσωπο, πχ ο Νέαρχος, ο Ηφαιστίων ή ακόμη και ο Μέγας Αλέξανδρος -έστω και εάν η τελευταία εκδοχή είναι, βάσει ιστορικών πηγών, η πιο απίθανη από όλες.
Υπεραπλουστεύοντας, ας πούμε ότι ο σκελετός είναι κάτι σαν πανοπλία: «Κατασκευάστηκε» μεν για να φορεθεί από έναν και μόνον πολεμιστή, αυτό όμως δεν σημαίνει ότι δεν θα βολευόταν και κάποιος άλλος, με παρόμοια σωματομετρικά στοιχεία εντός της. Ιδανικά, το πόρισμα των αναλύσεων θα αποκαλύψει ποιος δεν θα μπορούσε να είναι ο νεκρός, κρίνοντας από τα ανθρωπολογικά, ανατομικά ή κάποια άλλα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά (ασθένειες, τραυματισμοί κ.λπ).
Η ανεύρεση του σκελετού από την διεπιστημονική ομάδα της κας Κατερίνας Περιστέρη, όπως ήταν φυσικό, επισκίασε οποιαδήποτε άλλη συζήτηση σχετικά με το μνημείο. Παραμένουν, όμως, σοβαρές απορίες αναπάντητες, παρόλο που η ανασκαφή έχει, επί της ουσίας, ολοκληρωθεί στον συγκεκριμένο τάφο. Μερικές από αυτές έχουν διατυπωθεί σχεδόν από την πρώτη ημέρα της ανασκαφής, όπως πχ το γιατί, πώς και πότε σφραγίστηκε με τόνους χώματος και τρεις τοίχους από πωρόλιθο, δύο κάθετους και ένα «δάπεδο». Και με δεδομένο ότι ο τάφος έχει συληθεί και μάλιστα αγρίως, τι νόημα είχε αυτή η σφράγιση;
Κατόπιν υπάρχει το αίνιγμα της έντονης αντίθεσης ανάμεσα στους κατάφορτους από διακοσμητικά στοιχεία προ-θαλάμους και το καθαυτό ταφικό δωμάτιο: Γιατί ο χώρος του νεκρού, του ημι-θεοποιημένου νεκρού, βρέθηκε τόσο φτωχός ως προς το διάκοσμο; Αλλά ακόμη και το σχήμα του χώρου κάτω από το όρυγμα όπου τελικά ανευρέθη ο σκελετός προβληματίζει, σαν να φτιάχτηκε εξ αρχής για να προκαλέσει σύγχυση στους αρχαιολόγους του μέλλοντος: Ενας «ταπεινός», υπόγειος κιβωτιόσχημος τάφος πώς συνδυάζεται με την όλη μεγαλοπρεπή, πρωτοφανών διαστάσεων, καμαροσκεπή κατασκευή;
Με το μάρμαρο που ξοδεύτηκε για την δημιουργία του μνημείου, θα μπορούσε να είχε κατασκευαστεί ένας αρχαιοελληνικός ναός, πχ περίπου σαν αυτόν του Ποσειδώνα στο Σούνιο. Και παρόλ' αυτά, ο νεκρός, ένα πρόσωπο που επρόκειτο να λατρεύεται αιωνίως σαν ημίθεος, βρέθηκε καταχωνιασμένος σε κάτι που θυμίζει ρωμαϊκή κατακόμβη, βαθιά μέσα στο χώμα. Μολονότι έχει σχεδόν αποκλειστεί οποιαδήποτε άλλη υπόθεση χρονολόγησης του μνημείου εκτός από αυτήν της κας Περιστέρη η οποία εξ αρχής μιλούσε για το τελευταίο τέταρτο του 4ου π.Χ. αιώνα, οι συζητήσεις και οι διχογνωμίες γύρω από τον Τύμβο της Αμφίπολης δεν φαίνεται ότι καταλήγουν σε κάποιο γενικώς αποδεκτό συμπέρασμα. Ιδιαίτερα, δε, ύστερα από την εμφάνιση του σκελετού, η πιο ένθερμη και παθιασμένη φάση της ανταλλαγής απόψεων μεταξύ ειδικών και μη, έχει μόλις αρχίσει.