Η πρόληψη, η έγκαιρη διάγνωση και η θεραπεία των ιογενών ηπατίτιδων πρέπει να αποτελούν προτεραιότητα των συστημάτων υγείας για την εκρίζωσή τους, επισημαίνουν οι επιστήμονες, καθώς σήμερα η ιογενής ηπατίτιδα Β και C αποτελεί πρόβλημα δημόσιας υγείας, παγκοσμίως. Σε όλο τον κόσμο, περισσότερα από 2 δισεκατομμύρια άτομα έχουν μολυνθεί με τον ιό της ηπατίτιδας Β, από τα οποία περίπου 350 εκατομμύρια είναι χρόνιοι φορείς. Όσον αφορά την ηπατίτιδα C, έχει υπολογιστεί ότι το 3% του πληθυσμού της Γης, δηλαδή 200 εκατομμύρια άτομα, είναι χρόνιοι φορείς της νόσου.
Με σκοπό τη διαμόρφωση κοινών πολιτικών σε εθνικό και διεθνές επίπεδο για την ενημέρωση, πρόληψη, θεραπεία και αντιμετώπιση της εξάπλωσης των ιογενών ηπατίτιδων B και C, σήμερα και αύριο πραγματοποιείται, στην Αθήνα, συνάντηση υψηλού επιπέδου από το υπουργείο Υγείας, το Κέντρο Ελέγχου και Πρόληψης Νοσημάτων (ΚΕΕΛΠΝΟ) και την Hepatitis Public Policy Association, με θέμα «Οικονομική Κρίση και Περίθαλψη- Διασφαλίζοντας την Πρόσβαση σε Υπηρεσίες Δημόσιας Υγείας: Η Περίπτωση της Ηπατίτιδας B και C» στο πλαίσιο της ελληνικής Προεδρίας του συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Το ΚΕΕΛΠΝΟ επισημαίνει ότι η συνάντηση έχει πολύ μεγάλη σημασία, δεδομένου ότι πρόσφατα έχουν κυκλοφορήσει νέα φάρμακα που οδηγούν ακόμη και στην πλήρη ίαση της ιογενούς ηπατίτιδας. Όπως αναφέρεται, αν και το κόστος της θεραπείας είναι μεγάλο, το όφελος είναι αδιαμφισβήτητα μεγαλύτερο. Η θεραπεία βελτιώνει την υγεία και τη ζωή των ασθενών και σε υψηλό ποσοστό μπορεί, πλέον, να εκριζώσει τον ιό, κυρίως της ηπατίτιδας C. Πέρα από τη μεγάλη σημασία για τον ίδιο τον ασθενή, είναι σημαντικό ότι δεν μπορεί, πλέον, να μεταδώσει τον ιό σε άλλους. Χωρίς θεραπεία, η λοίμωξη μπορεί να καταλήξει σε κίρρωση και ηπατοκυτταρικό καρκίνο, επιπλοκές που επιβαρύνουν την πρόγνωση του ασθενούς, αλλά αυξάνουν πολύ και το κόστος νοσηλείας.
Δεδομένου ότι πολλές φορές η ιογενής ηπατίτιδα είναι ασυμπτωματική, πολλοί ασθενείς δε γνωρίζουν ότι έχουν μολυνθεί, με αποτέλεσμα, αφενός η νόσος τους να εξελίσσεται και να διαγιγνώσκονται όταν είναι, ήδη, αργά, και αφετέρου να αποτελούν πηγή διασποράς των ιών σε άλλους ανθρώπους, συμβάλλοντας στη δημιουργία μίας σιωπηλής επιδημίας.
Η Ελλάδα, σύμφωνα με το ΚΕΕΛΠΝΟ, ανήκει στις περιοχές με ενδιάμεση ενδημικότητα και υπολογίζεται ότι 300.000 άνθρωποι είναι φορείς της ηπατίτιδας Β, ενώ πρόσφατες μελέτες εκτιμούν ότι το ποσοστό επιπολασμού της HBV λοίμωξης στον γηγενή ελληνικό πληθυσμό είναι 1,2%. Για την ηπατίτιδα C, στον γενικό πληθυσμό το ποσοστό της λοίμωξης υπολογίζεται σε 1,9%, δηλαδή περίπου 200.000 άτομα έχουν μολυνθεί από τον ιό.
Πηγή: ΑΠΕ