Προκεχωρημένα φυλάκια κοινωνικής αλληλεγγύης και ανθρωπιάς, σε μια εποχή που μαίνεται η μάχη της επιβίωσης και οι εξαρτήσεις γίνονται ολοένα και πιο απειλητικές αποτελούν οι μονάδες του ΚΕΘΕΑ (Κέντρο Θεραπείας Εξαρτημένων Ατόμων), από την Αλεξανδρούπολη έως το Λασίθι. Σε ιδιαίτερα δύσκολες συνθήκες, με περικοπές πόρων αλλά με απόθεμα συνείδησης, οι εργαζόμενοι του ΚΕΘΕΑ που έχουν συνδεθεί με τον αγώνα ενάντια στα ναρκωτικά, βρίσκονται αντιμέτωποι και με νέα μέτωπα, όπως είναι οι εξαρτήσεις από αλκοόλ και τυχερά παιχνίδια.
«Τα αιτήματα για υποστήριξη και συμμετοχή στα προγράμματα αυξήθηκαν τα χρόνια της κρίσης, αλλά ταυτόχρονα επιδεινώθηκαν οι συνθήκες που βιώνουν τα εξαρτημένα άτομα. Δυσκολεύει η πρόσβασή τους στις δημόσιες υπηρεσίες Υγείας, οι πολλαπλοί κίνδυνοι αυξάνονται ιδιαίτερα όταν διαβιούν μέσα σε συνθήκες φτώχειας (χαρακτηριστικό το πρόβλημα της διάδοσης του HIV μέσω χρησιμοποιημένων συρίγγων, η απειλή της ηπατίτιδας C), ενώ η έκρηξη της ανεργίας σπρώχνει στην εξάρτηση και δυσκολεύει πολύ την επανένταξη», λέει στην «Κ» ο κ. Βασίλης Γκιτάκος, διευθυντής του ΚΕΘΕΑ. Ιδιαίτερα θετικό θεωρεί ο ίδιος το γεγονός πως οι περιπτώσεις υποτροπής είναι λιγότερες την περίοδο της κρίσης, ενώ θα περίμενε κανείς το αντίθετο. «Μέσα στις δυσκολίες οι ομάδες δένονται περισσότερο. Μοιράζουν ακόμα και τα μεροκάματα που βρίσκουν», τονίζει ο Γκιτάκος. «Ο άνθρωπος που κάνει χρήση δεν είναι ασθενής. Μόνος του αποφασίζει και προχωρά στον δρόμο της επανένταξης. Η συλλογική δράση, η απόκτηση νοήματος στη ζωή, ο ενεργός πολίτης, η συμμετοχή στα κοινά, η αλληλεγγύη, είναι ο δικός μας δρόμος», σημειώνει ο διευθυντής του ΚΕΘΕΑ.
Τα τελευταία χρόνια αυξήθηκε η ζήτηση ιδιαίτερα όσον αφορά τις εξαρτήσεις από αλκοόλ και τυχερά παιχνίδια. Το ΚΕΘΕΑ συμβάλλει στην αντιμετώπιση αυτών των εξαρτήσεων με το πρόγραμμα Αλφα, το μοναδικό στην Ελλάδα για την απεξάρτηση από τον τζόγο και ένα από τα λίγα που ασχολούνται με το αλκοόλ. Ενδεικτικό των αναγκών είναι πως το Αλφα είναι το μοναδικό πρόγραμμα του ΚΕΘΕΑ που έχει λίστα αναμονής, η οποία διευρύνθηκε τα δύο – τρία τελευταία χρόνια: Περίπου 65 άτομα και 2,5 – 3 μήνες για τα τυχερά παιχνίδια και 40 άτομα και 1,5 μήνα για το αλκοόλ. Η αναμονή είναι πρόβλημα: 20-30% των ενδιαφερομένων «παγώνει» και δεν εντάσσεται αργότερα στο πρόγραμμα. «Η ιδιομορφία των συγκεκριμένων εξαρτήσεων είναι πως αφoρούν νόμιμες χρήσεις, οι οποίες βρίσκονται παντού. Αυτό όμως δεν τις κάνει λιγότερο επικίνδυνες», λέει στην «Κ» ο κ. Αντώνης Πάριος, υπεύθυνος του προγράμματος Αλφα.
Εκπληξη έχει προκαλέσει η ζήτηση που παρουσιάζει το πρόγραμμα για τα τυχερά παιχνίδια. «Ηδη τα αιτήματα για τον τζόγο ξεπερνούν αυτά για το αλκοόλ. Στην ειδική τηλεφωνική γραμμή 1114 οι κλήσεις είναι φέτος, με τα μέχρι τώρα στοιχεία, διπλάσιες από το 2012. Δεν μιλάμε πλέον κυρίως για καζίνο, αλλά για εξάρτηση από τα παιχνίδια που βρίσκονται δίπλα μας. Το 61% όσων μπήκαν στο Αλφα στοιχηματίζουν σε αθλήματα, το 55% παίζει σε παιχνίδια τύπου τζόκερ και λόττο, το 31% στο καζίνο, το 25% σε φρουτάκια, το 23% χαρτιά με χρήματα», λέει ο κ. Πάριος. Οσον αφορά τα χρήματα που ξοδεύουν οι χρήστες ανά εβδομάδα, το 44% «τζογάρει» 201-1.000 ευρώ, το 23% 1.001-3.000 ευρώ, το 17% 51-200 ευρώ, το 11% 3.001 – 10.000 ευρώ και μόλις το 4% μέχρι 50 ευρώ. Το 1% ξοδεύει πάνω από 10.000 ευρώ! Στα ποσά αυτά βεβαίως, συμπεριλαμβάνονται και τα όποια κέρδη που... επανεπενδύονται.
Από την άλλη, το αλκοόλ επιπλέει πιο εύκολα στην ανεργία, την επαγγελματική αβεβαιότητα και τις απολύσεις, τουλάχιστον στην πληθυσμιακή ομάδα που έρχεται στο Αλφα. Υπάρχουν έντονα οικονομικά προβλήματα. «Εχουμε άτομα που δεν έχουν εισιτήρια για να έρθουν στη μονάδα, ειδικά όσοι μένουν πέριξ της Αθήνας», λέει ο κ. Πάριος. Παρατηρείται στροφή στα εγχώρια και πιο προσιτά, πιο οικονομικά ποτά (π.χ. τσίπουρο, κρασί, μπίρα), ενώ η ηλικία πρώτης χρήσης αλκοόλ είναι στα 12-13 έτη για τα αγόρια και στα 13-14 τα κορίτσια.
Εντός της κρίσης, η εξάρτηση από το αλκοόλ οξύνει τα ψυχολογικά και κοινωνικά προβλήματα. Παρ’ όλα αυτά το πρόγραμμα Αλφα ολοκληρώνεται για τους συμμετέχοντες κατά 27,5% για το αλκοόλ και 23% για τον τζόγο, από τα υψηλότερα διεθνώς.
360 υπάλληλοι υποστηρίζουν 13.500 άτομα
«Κρατιόμαστε όρθιοι χάρη στην πολύ μεγάλη προσπάθεια του προσωπικού, αλλά οι άνθρωποι που προσφέρουν γονατίζουν. Και δεν είναι μια οποιαδήποτε δουλειά. Αφορά ζωές» λέει στην «Κ» ο διευθυντής του ΚΕΘΕΑ, κ. Βασ. Γκιτάκος. Το έργο του Κέντρου είναι πραγματικά τεράστιο. Οι 104 μονάδες πανελλαδικά και οι 360 υπάλληλοι του ΚΕΘΕΑ υποστηρίζουν περίπου 13.500 άτομα, συνυπολογίζοντας και τις οικογένειες των εξαρτημένων ατόμων. «Υπάρχει μεγάλο πρόβλημα υποστελέχωσης. Χρειαζόμαστε 50 προσλήψεις άμεσα, για να αναπληρώσουμε ώς ένα βαθμό τους 78 εργαζόμενους που έφυγαν τα χρόνια της κρίσης» τονίζει ο κ. Γκιτάκος. «Δεκαπέντε περιοχές ζητούν προγράμματα και δεν μπορούμε να ανταποκριθούμε», συμπληρώνει. Οι δαπάνες του Κέντρου το 2013 ήταν 18 εκατομμύρια ευρώ, περίπου 40% λιγότερες από την προ κρίσης περίοδο. Καλύπτονται κυρίως από τον κρατικό προϋπολογισμό, ενώ από τις παραγωγικές δραστηριότητες του ΚΕΘΕΑ και χορηγίες προέρχονται τα 2,78 εκατομμύρια.
«Μας ανακοινώθηκε νέα μείωση για το 2015, που μας οδηγεί σε προϋπολογισμό 16 εκατομμυρίων, παρότι υπήρχε συμφωνία για σταθεροποίηση της επιχορήγησης τα επόμενα τρία έτη. Πώς θα ανταποκριθούμε στο καθήκον μας;», αναρωτιέται ο ίδιος.