Ειδήσεις

Ελλάδα

Τσικνοπέμπτη επιστρέφει η τρόικα στην Ελλάδα σύμφωνα με ευρωπαίους αξιωματούχους

Σε αλλαγές στο χρονοδιάγραμμα αλλά κυρίως στην ουσία των κοινοτικών αποφάσεων για την οριστική διάσωση της Ελλάδας οδήγησαν οι τοποθετήσεις του πρωθυπουργού Α. Σαμαρά ότι «δεν ζητούμε περισσότερα χρήματα».

Το μήνυμα αυτό έφτασε άμεσα στις Βρυξέλλες, οι οποίες, σε συνεννόηση με τις ελληνικές Αρχές, έκριναν ότι θα πρέπει να τροποποιήσουν την ατζέντα, αποσαφηνίζοντας ότι προέχει η ολοκλήρωση της αξιολόγησης, η οποία είναι η απαραίτητη προϋπόθεση προκειμένου να δρομολογηθούν οι συνδυασμένες λύσεις-ανάσα για την Ελλάδα.Στα πλαίσια αυτά αναμένεται η τρόικα να επιστρέψει σύμφωνα με πληροφορίες την Πέμπτη 20 Φεβρουαρίου.

Οταν κλείσει η αξιολόγηση θα ακολουθήσει η επίλυση του ζητήματος της βιωσιμότητας του χρέους, ενώ οι αποφάσεις για το χρηματοδοτικό κενό του προγράμματος παραπέμπονται για τον Ιούλιο-Αύγουστο. Σύμφωνα με τα νέα δεδομένα και την απροθυμία της κυβέρνησης να ζητήσει νέο πρόγραμμα, η Ευρωζώνη κάνει πλέον πίσω, μεταθέτοντας τις αποφάσεις για τη χρηματοδότηση του προγράμματος για το καλοκαίρι, υπενθυμίζοντας όμως στην Αθήνα ότι τον Αύγουστο λήγουν μια σειρά από ομόλογα που θα πρέπει να αποπληρωθούν.

Μεικτή λύση
Πάντως, πηγές της Ευρωζώνης που συμμετείχαν αυτή την εβδομάδα στις συζητήσεις για το ελληνικό ζήτημα στις Βρυξέλλες δήλωναν  ότι «εξακολουθούμε να διερευνούμε το μείγμα της λύσης για την Ελλάδα, με ισχυρό το ενδεχόμενο να υπάρξει μια συνδυασμένη λύση που να επικεντρώνεται στη θέσπιση μιας προληπτικής πιστωτικής γραμμής από τον Ευρωπαϊκό Μηχανισμό Σταθερότητας».

Το ύψος αυτής της γραμμής πίστωσης είναι αντικείμενο διαπραγματεύσεων και μόνο ως ύστατη λύση εξετάζεται η δυνατότητα χορήγησης νέου δανείου, το οποίο η Αθήνα φέρεται να μην προκρίνει ως επιδιωκόμενη λύση. Πάντως, είναι σαφές ότι τo ύψος του πρωτογενούς πλεονάσματος που θα ανακοινωθεί από το Eurogroup στις 23 Απριλίου θα κρίνει τα πάντα, καθώς εφόσον επιβεβαιωθεί ότι κινείται στα υψηλά επίπεδα που δηλώνει η Αθήνα τότε θα διευκολυνθούν οι κοινοτικές αποφάσεις σε ό,τι αφορά την κάλυψη των χρηματοδοτικών αναγκών.

Προς το παρόν όμως οι Βρυξέλλες εκφράζουν επιφυλάξεις αλλά και δυσπιστία για τις φιλόδοξες εκτιμήσεις της Αθήνας, που επιμένει ότι το πλεόνασμα θα κινηθεί πέραν των προσδοκιών, υπενθυμίζοντας ότι κατά το παρελθόν -ακόμη και δύο χρόνια μετά την πρώτη κοινοποίηση των στοιχείων- υπήρξαν αναθεωρήσεις επί τα χείρω.

Οι ανακοινώσεις
Οσον αφορά την τρέχουσα αξιολόγηση, στο αυριανό Eurogroup πρόκειται να γίνει αποτίμηση της προόδου και εκτός απροόπτου ο επικεφαλής της Ευρωζώνης Γιερούν Ντέισελμπλουμ αναμένεται να ανακοινώσει ότι εντός της εβδομάδας επιστρέφει το κλιμάκιο της τρόικας στην Αθήνα με στόχο την ολοκλήρωσή της, ώστε να δοθεί το πράσινο φως στη συνεδρίαση της ευρωομάδας στις 10 Μαρτίου.

Η θετική αυτή εξέλιξη κατέστη δυνατή μετά τη σημαντική πρόοδο που σημειώθηκε τις τελευταίες ημέρες στα εναπομείναντα προαπαιτούμενα και ειδικά στην κάλυψη του δημοσιονομικού κενού. Ωστόσο, πηγές της Κομισιόν επισημαίνουν ότι μπορεί μεν να υπάρχει κοινός τόπος για τη συνέχιση των συζητήσεων, αλλά οι διαπραγματεύσεις επί ελληνικού εδάφους θα είναι δύσκολες.

Παράλληλα, εντείνονται οι διαβουλεύσεις για τη μορφή που θα λάβει η «δέσμευση» της Ευρωζώνης σχετικά με την ελάφρυνση του χρέους, η οποία θα έχει οριστικοποιηθεί πριν από τις ευρωεκλογές, ώστε οι αποφάσεις να ληφθούν εντός του Ιουνίου.

Η Αθήνα επιδιώκει μια όσο το δυνατόν πιο λεπτομερή και περιεκτική δέσμευση που θα «φωτογραφίζει» την τελική λύση και η οποία θα αποτελέσει το «γερό χαρτί» για την κυβέρνηση εν όψει των ευρωεκλογών.

Σε αυτό όμως το σενάριο αντιδρούν αρκετά κράτη-μέλη, που συμφωνούν μεν να σταλεί ένα θετικό μήνυμα προς την Ελλάδα αλλά επιμένουν ότι οι πτυχές της επίδειξης αλληλεγγύης θα πρέπει να δημοσιοποιηθούν μετά τις ευρωεκλογές, ώστε να μην ενισχυθούν αντιευρωπαϊκά ρεύματα που τάσσονται κατά της νέας ενίσχυσης της Ελλάδας.

Σε ό,τι αφορά το χρηματοδοτικό κενό, οι εταίροι δεν επιθυμούν να διακινδυνεύσουν παράτολμα σχέδια και διαβεβαιώνουν ότι το πρόγραμμα είναι πλήρως χρηματοδοτούμενο έως το τέλος του 2014, που λήγει η συμμετοχή της Ευρωζώνης, ενώ ανάλογες πρωτοβουλίες θα αναληφθούν και προς το ΔΝΤ, το οποίο καλείται να συνεισφέρει στο πρόγραμμα έως το πρώτο τρίμηνο του 2016.

Βέβαια, πολλά θα εξαρτηθούν από την πορεία της οικονομίας, τους αναπτυξιακούς ρυθμούς και τις προοπτικές επιστροφής στις αγορές.

Κοινή παράμετρος όλων αυτών των μέτρων στήριξης θα είναι η απουσία δημοσιονομικών μέτρων, που θα αντικατασταθούν από τη «ρήτρα μεταρρυθμίσεων», η οποία θα είναι ο όρος για την ομαλή ροή της χρηματοδότησης.

Αστερίσκοι στη λύση
Το διαχειρίσιμο και το βιώσιμο χρέος

Ανοικτά πλέον αμφισβητείται η αποτελεσματικότητα των παρεμβάσεων που προωθεί η Ευρωζώνη για την ελάφρυνση του ελληνικού χρέους. Ολο και περισσότεροι αναλυτές ακόμη και στη Γερμανία υπογραμμίζουν πως η επιμήκυνση της λήξης των δανείων στα 50 χρόνια και η μείωση των επιτοκίων κατά 50 μονάδες βάσης (0,5%) θα καταστήσει το χρέος απλά διαχειρίσιμο και όχι βιώσιμο, όπως επιδιώκεται από το 2012 όταν έγινε το πρώτο «κούρεμα» (PSI).

Οπως τονίζουν, η επίδραση των δύο συγκεκριμένων «εργαλείων» δεν θα έχει σημαντική επίδραση στον λόγο του χρέους ως ποσοστό του ΑΕΠ και ως εκ τούτου δεν θα επιτευχθεί ο στόχος που έχει τεθεί στο Μνημόνιο για αποκλιμάκωση του στο 124% του ΑΕΠ το 2020. Τις απόψεις αυτές ασπάζονται σε μεγάλο βαθμό και στο εσωτερικό της κυβέρνησης, αλλά αναγνωρίζουν πως τα περιθώρια διαπραγματευτικών ελιγμών είναι εξαιρετικά μικρά αν αναλογιστεί κανείς πως Ευρωζώνη και ΕΚΤ έχουν ξεκαθαρίσει πως δεν τίθεται θέμα να «κουρευτούν» τα δάνεια του επίσημου τομέα.

Πιο αναλυτικά ενδεικτική είναι η έκθεση της γερμανικής Τράπεζας Deutsche Bank στην οποία επιχειρείται μία ποσοτικοποίηση των επιπτώσεων από την επιμήκυνση του χρόνου αποπληρωμής των διμερών δανείων από τις χώρες της Ευρωζώνης (52,9 δισ. ευρώ) και από τον EFSF (133,6 δισ. ευρώ) σε 50 χρόνια και της μείωσης των επιτοκίων μόνο στα διμερή δάνεια. Σε αυτήν υπογραμμίζεται ότι η επιμήκυνση δεν επηρεάζει τον λόγο χρέους ως προς το ΑΕΠ. Κι αυτό γιατί δεν μειώνει την ονομαστική του αξία (το συνολικό δηλαδή ύψος του χρέους) αλλά προκαλεί όφελος 26 δισ. ευρώ σε όρους «καθαρής παρούσης αξίας» λόγω της μετακύλισης των λήξεων.

Οσον αφορά στη μείωση των επιτοκίων στα διμερή δάνεια, η Deutsche Bank εκτιμά ότι το ελληνικό Δημόσιο θα γλιτώσει 264,5 εκατ. ευρώ από τις ετήσιες δαπάνες για την αποπληρωμή τόκων.

Ελάφρυνση που σύμφωνα με την τράπεζα δεν οδηγεί σε αξιοσημείωτη μείωση του χρέους ως ποσοστό του ΑΕΠ. Στην έκθεση διατυπώνεται η εκτίμηση πως καθοριστικός παράγοντας για τη διαχείριση του ελληνικού χρέους είναι ο ρυθμός ανάπτυξης της οικονομίας. Εξάλλου την εβδομάδα που πέρασε το Bloomberg σε κύριο άρθρο του ανέφερε πως η ελληνική κυβέρνηση και οι πιστωτές της προσπαθούν για μια ακόμα φορά να προχωρήσουν σε διευθέτηση του χρέους και πιθανότατα αυτή δεν θα είναι η τελευταία. Υποστήριζε δε πως, όσο συνεχίζουν να κάνουν το ίδιο λάθος, η επόμενη συμφωνία θα έχει τις ίδιες πιθανότητες να πετύχει όσο και οι προηγούμενες. Σύμφωνα με πηγές του υπουργείου Οικονομικών, οι αποφάσεις των εταίρων μας για την ελάφρυνση του χρέους θα παίξουν καθοριστικό ρόλο ώστε να καταφέρει η Ελλάδα να βγει στις αγορές μέσα στο δεύτερο εξάμηνο του έτους με ομολογιακή έκδοση πενταετούς διάρκειας.

 

πηγή:Εθνος

ESPA BANNER