Τα ποσά που θα πρέπει να απομένουν στα νοικοκυριά μετά την αφαίρεση των φόρων και των δόσεων για την εξυπηρέτηση των τραπεζικών δανείων έτσι ώστε να μπορούν να καλύπτουν τις βασικές δαπάνες διαβίωσης, ανακοίνωσε το υπουργείο Ανάπτυξης.
Ο προσδιορισμός των εύλογων δαπανών διαβίωσης, όπως αναφέρεται και σε σχετική ανακοίνωση του υπουργείου Ανάπτυξης, «έχει στόχο να βοηθήσει τα πιστωτικά ιδρύματα και τους δανειολήπτες, να καταλήγουν σε κοινά αποδεκτές και βιώσιμες λύσεις ως προς την εξυπηρέτηση των δανείων».
Για τους υπολογισμούς, ελήφθησαν υπόψη, τα έξοδα διατροφής, στέγασης, μόρφωσης, ένδυσης, ιατροφαρμακευτικής περίθαλψης, θέρμανσης, μεταφοράς, επικοινωνίας κτλ. Από τους πίνακες που δημοσίευσε το υπουργείο Ανάπτυξης, προκύπτει ότι το όριο των δαπανών θα είναι αρκετά υψηλότερο από το όριο της φτώχειας.
Το μηνιαίο σύνολο των δαπανών αυτών θα λειτουργεί ως σημείο αναφοράς, ώστε να αξιολογείται η δυνατότητα κάθε οφειλέτη να εξυπηρετεί τις δανειακές του υποχρεώσεις, με βάση το εισόδημά του και αφού καλύψει τις ανάγκες διαβίωσής του. Είναι μια πρακτική που εφαρμόζεται ήδη σε πολλές χώρες της Ευρώπης, όπως η Ιρλανδία, η Αυστρία, το Βέλγιο, η Φινλανδία, η Νορβηγία και η Ισπανία.
Όπως προκύπτει και από τους πίνακες, το όριο των δαπανών, κυμαίνεται ανάλογα με το είδος των δαπανών και την οικογενειακή κατάσταση. Τα ποσά κυμαίνονται από :
1. 758 έως 962 ευρώ τον μήνα για έναν ενήλικα με ένα παιδί
2. 1126 έως 1440 ευρώ για ζευγάρι με ένα παιδί
3. 1347 έως 1720 ευρώ για ζευγάρι με δύο παιδιά.
Τα ποσά των εύλογων δαπανών διαβίωσης είναι καθαρά μετά την αφαίρεση των φόρων (όπως προκύπτουν στο εκκαθαριστικό σημείωμα της εφορίας) και αφού αφαιρεθεί η δόση του δανείου για τους δανειολήπτες και το ποσό του ενοικίου για τους ενοικιαστές.