Στην έντονη αντίδραση και αγανάκτηση των οινοποιών αναφορικά με την επιβολή Ε.Φ.Κ. στο εμφιαλωμένο κρασί, αναφέρεται ο Βουλευτής Ηρακλείου κ. Λευτέρης Αυγενάκης με κοινοβουλευτική του παρέμβαση προς τον Υπουργό Οικονομικών κ. Ευκλείδη Τσακαλώτο και τον Υπουργό Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων κ. Βαγγέλη Αποστόλου.
Όπως επισημαίνεται στην αναφορά που κατέθεσε ο κ. Λ. Αυγενάκης «... 1. Σε καμία οινοπαραγωγική χώρα της Ευρωπαϊκής Ένωσης δεν υφίσταται αντίστοιχος φόρος, καλλιεργώντας συνθήκες αθέμιτου ανταγωνισμού. 2. Το εμφιαλωμένο κρασί αποτελεί προϊόν πλήρους καθετοποίησης με αποτέλεσμα να πλήττονται όλα τα εμπλεκόμενα επαγγέλματα του οινικού κλάδου, μέσα στους οποίους προσμετρούνται 200.000 αμπελουργοί, πάνω από 700 οινοποιητικές μονάδες με πάνω από 20.000 εργαζόμενους και πολλοί άλλοι τομείς οι οποίοι συνδράμουν από το αμπέλι στο τελικό προϊόν. 3. Ο κλάδος της οινοποιίας, παρ’ όλες τις δυσκολίες της περιόδου αυτής, εξακολουθεί να παράγει, να υποστηρίζει την αγροτική οικονομία, να κάνει συγκροτημένες προσπάθειες εξωστρέφειας με απτά αποτελέσματα, να δημιουργεί εθνική ταυτότητα στο χώρο της αγροτικής οικονομίας και να διατηρεί εν γένει μια δυναμική την οποία λίγοι παραγωγικοί κλάδοι σήμερα διαθέτουν. 4. Η πλειονότητα των οινοποιητικών επιχειρήσεων είναι μικρές οικογενειακές επιχειρήσεις, εκσυγχρονισμένες στο μέγιστο με επενδύσεις οι οποίες είχαν την προοπτική της ανάπτυξης πριν την περίοδο της κρίσης και όπου όλος ο σχεδιασμός τους έχει πληγεί σε μεγάλο βαθμό. 5. Η τοπική (ελληνική) αγορά εξακολουθεί να είναι η κύρια βάση απορρόφησης της παραγωγής του κλάδου, παρά την αύξηση των εξαγωγών την τελευταία δεκαετία, σημειώνοντας δε το σημαντικό ρόλο που παίζει η τουριστική αγορά της χώρας η οποία αποτελεί αφ’ ενός σημαντική βάση κατανάλωσης και αφ’ ετέρου γνωριμίας με το προϊόν, με ότι προφανή αντίκτυπο έχει αυτό στις εξαγωγές».
Στην αναφορά επισημαίνεται ότι «... Για όλους τους παραπάνω λόγους, τίθεται το ερώτημα με ποια λογική ένα μη εισαγόμενο προϊόν προερχόμενο από έλληνες αγρότες και επιχειρηματίες, πρέπει να δεχθεί το βάρος του ισοδύναμου μέτρου, με αποτέλεσμα την αποδυνάμωσή του. Αποδυνάμωση η οποία θα προέλθει από την αναπόφευκτα περαιτέρω μείωση της κατανάλωσής του, δίνοντας παράλληλα χώρο στην αγορά για την ανάπτυξη άλλων εισαγόμενων ανταγωνιστικών προϊόντων».