Εκδήλωση στα Χανιά από το ΣΕΚ με θέμα "τα αποτελέσματα των εκλογών και πως συνεχίζουμε" θα πραγματοποιηθεί την Τετάρτη 23 Σεπτεμβρίου και ώρα 7.30μμ στο Εργατικό Κέντρο
Το αποτέλεσμα των εκλογών της 20 Σεπτέμβρη δεν τερματίζει την πολιτική κρίση που χαρακτηρίζει την κατάσταση στην Ελλάδα όλα τα τελευταία χρόνια καθώς ο κόσμος αντιστέκεται μαζικά στις μνημονιακές επιθέσεις. Είναι ακραία λαθροχειρία ο ισχυρισμός ότι ο κόσμος «ψήφισε μνημονιακά».
Η νέα συγκυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ ξεκινάει από πιο αδύνατη αφετηρία την υλοποίηση του τρίτου μνημόνιου, ενώ αντίθετα το στρατόπεδο της εργατικής αντίστασης μπορεί να υπολογίζει στη στήριξη ισχυρότερης αριστερής αντιπολίτευσης. Οι δυνατότητες για να φράξουμε το δρόμο στις αντεργατικές επιθέσεις είναι μπροστά μας και είναι μεγαλύτερες. Ο ΣΥΡΙΖΑ κέρδισε τις εκλογές χάνοντας περίπου 300.000 ψηφοφόρους, από τους οποίους τουλάχιστον οι μισοί μετακινήθηκαν προς τα αριστερά, ενώ ένα μεγάλο τμήμα απείχε. Η άνοδος της αποχής δεν είναι σημάδι «συντηρητισμού και επικράτησης του απολίτικου», αντίθετα ένα μεγάλο τμήμα της οφείλεται στις πρακτικές δυσκολίες μετακίνησης άνεργων και φτωχών ψηφοφόρων για τρίτη φορά μέσα σε ένα χρόνο, ενώ αυτή η εικόνα συμπληρώνεται και από στοιχεία οργής για το πολιτικό σύστημα που κάθε άλλο παρά φιλομνημονιακή διάθεση εκφράζουν. Ακόμη και με όρους κοινοβουλευτικής λογικής, μια κυβερνητική πλειοψηφία των 155 είναι πιο περιορισμένη και πιο ευάλωτη σε νέες ανταρσίες απέναντι στην ψήφιση των σκληρών μέτρων του τρίτου μνημόνιου. Τέτοιες ανταρσίες παραμένουν πιθανές για δυο λόγους. Πρώτο η κομματική κρίση του ΣΥΡΙΖΑ δεν τελείωσε με την αποχώρηση της Λαϊκής Ενότητας. Παραμένουν στο εσωτερικό του τμήματα που δυσφορούν με την πορεία της ηγεσίας του. Και δεύτερο και πιο σημαντικό, ο κόσμος της βάσης του προέρχεται από την εργατική τάξη και ψήφισε ΣΥΡΙΖΑ περισσότερο κάτω από την πίεση της εκβιαστικής απειλής ότι επιστρέφει η δεξιά και με λιγότερες αυταπάτες για το πρόγραμμά του.
Το πραγματικό ζήτημα που αναδεικνύεται την επόμενη των εκλογών είναι αν και πώς η Αριστερά πέρα από τον ΣΥΡΙΖΑ θα καταφέρει να αξιοποιήσει τις δυνατότητες που υπάρχουν. Οι 150 000 ψήφοι που πήρε η Λαϊκή Ενότητα είναι μια αδιαμφισβήτητη ενίσχυση για την αριστερή αντιπολίτευση. Το άθροισμα των ποσοστών του ΚΚΕ, της ΛΑ.Ε., της ΑΝΤΑΡΣΥΑ και των άλλων οργανώσεων της εξωκοινοβουλευτικής αριστεράς φτάνει το 9,46%. Είναι ένα εντυπωσιακό νούμερο σε συνθήκες όπου στην κυβέρνηση βρίσκεται ο ΣΥΡΙΖΑ. Δεν υπάρχουν άλλες χώρες όπου να ισχύει κάτι αντίστοιχο. Χρειάζεται να ανατρέξουμε σε άλλες περιόδους για να βρούμε ιστορικά παραδείγματα όπου τη δυσαρέσκεια από κυβέρνηση της αριστεράς την αντλούν άλλες δυνάμεις της αριστεράς. Πέρα από την εκλογική παρουσία, όμως, πιο σημαντική είναι η παρέμβαση όλου αυτού του κόσμου στις μάχες που έρχονται.
Ανοίγουν πραγματικές δυνατότητες ώστε να μετατρέψουμε κάθε εργατικό χώρο που θα χτυπηθεί από τις νέες μνημονιακές επιθέσεις σε κάστρο αντίστασης. Οι μάχες που έδωσε η ΕΡΤ όταν την έκλεισαν οι Σαμαροβενιζέλοι μπορούν να επαναληφθούν στα Λιμάνια, στη ΔΕΗ, σε κάθε νοσοκομείο και σχολείο και να έχουν δίπλα τους ένα πλατύ κίνημα αλληλεγγύης με τη στήριξη όχι μόνο της πέρα από το ΣΥΡΙΖΑ αριστεράς αλλά και μεγάλου τμήματος από τον κόσμο που ψήφισε ΣΥΡΙΖΑ. Τα ίδια ισχύουν για τις μάχες ενάντια στους φασίστες και στο πλευρό των προσφύγων και των μεταναστών. Για να οργανώσουμε, όμως, όλα αυτά χρειάζεται να απορρίψουμε αρχικά την ηττοπάθεια των παραδοσιακών ηγεσιών της Αριστεράς και να αντιμετωπίσουμε τα ζητήματα στρατηγικής που έρχονται πιεστικά στο προσκήνιο.
Μια από τις πρώτες μάχες είναι για την ανάπτυξη του αντιφασιστικού κινήματος ενάντια στη νεοναζιστική συμμορία της Χρυσής Αυγής. Τα αποτελέσματα των εκλογών δεν καταγράφουν άνοδο της ΧΑ: πήρε λιγότερες ψήφους και αύξησε οριακά το ποσοστό της εξαιτίας της αποχής. Για την ακρίβεια, ο αριθμός των ψήφων της στις μεγάλες πόλεις έχει μειωθεί αισθητά και μόνο ενμέρει αντισταθμίζεται από άνοδο σε συντηρητικές αγροτικές και τουριστικές περιοχές. Αυτό, παρά το γεγονός ότι της δόθηκαν στο πιάτο πολλές ωθήσεις: δικαστικές και κοινοβουλευτικές διευκολύνσεις ώστε να αποφεύγει τη δίκη της και να εμφανίζεται στα έδρανα της Βουλής σαν άλλο ένα κόμμα. Προβολή του Μιχαλολιάκου την παραμονή των εκλογών από τον Χατζηνικολάου που του έδωσε την ευκαιρία να παρομοιάζει ο φασίστας τον εαυτό του με τον Καραμανλή και τον Μητσοτάκη που ποτέ δεν δικάστηκαν για τους φόνους του Λαμπράκη και του Τεμπονέρα. Και βέβαια, η ρατσιστική πολιτική της ΕΕ απέναντι στους πρόσφυγες που αφήνει τα περιθώρια παντού στην ακροδεξιά να πλειοδοτεί σε ισλαμοφοβική υστερία. Παρ’ όλα αυτά, η «θεωρία» ότι η Χρυσή Αυγή θα είναι η μεγάλη ωφελημένη από την κρίση του ΣΥΡΙΖΑ δεν επιβεβαιώθηκε. Δεν ισχύουν τέτοιοι αυτοματισμοί. Η δράση του αντιφασιστικού κινήματος μπορεί και κάνει τη διαφορά. Οι αντιφασίστες που βγήκαν ξανά και ξανά στους δρόμους, έξω από τη δίκη στον Κορυδαλλό, στο κέντρο του Πειραιά, στην επέτειο του Παύλου Φύσσα, κόντρα σε κάθε επίθεση των ταγμάτων εφόδου έδειξαν καθαρά τα καθήκοντα που αναλογούν στην Αριστερά το επόμενο διάστημα.
Η αντικαπιταλιστική αριστερά, η ΑΝΤΑΡΣΥΑ βγαίνει από τη μάχη των εκλογών ξεκάθαρα σαν μια δύναμη που μπορεί να συμβάλει στην ανάπτυξη της εργατικής αντίστασης σε όλα τα επίπεδα. Παρά το χτύπημα που δέχτηκε στο ξεκίνημα της εκλογικής περιόδου από την επιλογή των ηγεσιών της ΑΡΑΝ και της ΑΡΑΣ να την εγκαταλείψουν και να ενταχθούν στη ΛΑΕ, κατάφερε να σημειώσει άνοδο και σε ψήφους και σε ποσοστό. Αυτό το χρωστάει πρώτα απ’ όλα στους χιλιάδες συντρόφους και συντρόφισσες που οργάνωσαν μια εντυπωσιακή παρουσία με εκατοντάδες προεκλογικές συγκεντρώσεις σε εργατικούς χώρους και γειτονιές, μια πραγματική παρακαταθήκη για το άπλωμα των ιδεών και της δράσης του αντικαπιταλισμού εκεί που ζει, δουλεύει, σπουδάζει και παλεύει η εργατική τάξη και η νεολαία της. Η ΑΝΤΑΡΣΥΑ ξεχωρίζει με τη συμβολή της στη μεγάλη συζήτηση της ανατρεπτικής στρατηγικής που γίνεται πιεστικά επίκαιρη σήμερα. Κάθε μέρα που περνάει αποδεικνύεται ότι τα μνημόνια, η λιτότητα και ο ρατσισμός δεν αντιμετωπίζονται επειδή κάποια στελέχη της Αριστεράς θα καθήσουν σε υπουργικές καρέκλες. Το ερώτημα για το πώς προχωράμε πέρα από τα όρια μιας κυβερνητικής διαχείρισης που σπάει τα μούτρα της στους εκβιασμούς των κυρίαρχων τάξεων και των μηχανισμών τους, εθνικών και υπερεθνικών, απασχολεί χειροπιαστά χιλιάδες αγωνιστές της εργατικής τάξης και της Αριστεράς. Οι απαντήσεις της αντικαπιταλιστικής στρατηγικής είναι πολύτιμες και η ενίσχυση της ΑΝΤΑΡΣΥΑ είναι απαραίτητη.
Ομιλήτρια: Δώρα Κιντή