Ο βενετσιάνικος ναός του Ηρακλείου που έγινε ... αποθήκη παπουτσιών!
Μια ακόμα ... απόδειξη της πλήρους αδιαφορίας της πόλης για την ίδια της την ιστορία και τους θησαυρούς της, δίνει η αρχαιολόγος Λιάνα Σταρίδα, δημοσιεύοντας στο facebook ένα απόσπασμα από το υπό έκδοση βιβλίο της για τα θρησκευτικά μνημεία του Χάνδακα.
Ο λόγος για τον ναό της Παναγίας Κυρίας των Αγγέλων, η οποία σήμερα είναι αποθήκη παπουτσιών!
Γράφει λοιπόν η κα Σταρίδα: "Σε ένα τεράστιο ακάλυπτο χώρο στην αρχή της Λ. Καλοκαιρινού στη συμβολή της με την οδό Μιχελιδάκη, υψωνόταν η Παναγία Κυρία των Αγγέλων, ο σημαντικότερος ίσως ορθόδοξος ναός του βενετοκρατούμενου Χάνδακα, που σώζεται σήμερα κατακερματισμένος μέσα στα σύγχρονα καταστήματα.
Αναφέρεται σε όλους τους καταλόγους των εκκλησιών του Χάνδακα, I 12 ως S. Maria de Angelis, que est juxta Bechariam, II 19 ως S. Marie Angelorum, ubi fraternitas est in burgo, III 54 ως S. Maria di Anzoli, IV 1 ως S. Maria Angelorum, V 10 ως Η Κυρία των Αγγέλων, VI (Werdmüller) 104 ως S. Maria di Angeli και VII (Coronelli) 69 ως Santa Maria delli Angeli, Chiesa Greca.
Η εκκλησία αναγράφεται και ως Sancta Maria de Miraculis, posita juxta portam civitatis, εννοώντας ότι ήταν κοντά στην πύλη Voltone ή του Φόρου.
Ο ναός ήταν η έδρα του Πρωτόπαπα των ορθοδόξων, του “προϊσταμένου” δηλαδή του ορθόδοξου κλήρου του Χάνδακα, μετά την μετατροπή του ως τότε ορθόδοξου μητροπολιτικού ναού του Αγίου Τίτου σε καθεδρικό των Ενετών. Ήταν επίσης η έδρα της ορθόδοξης αδελφότητας της Παναγίας των Αγγέλων που είχε ιδρυθεί στο α΄ μισό του 14ου αι. σύμφωνα με αρχειακές μαρτυρίες που προέρχονται από διαθήκες. Σε έγγραφο της 26ης Αυγούστου 1323 αναφέρεται ο ναός ως ο σπουδαιότερος των εν Χάνδακι ορθοδόξων ναών, Item ecclesia vocata Sancta Maria de Angelis prope macelum; habet terram vacuam dicta ecclesia a que est a facie dicte…
Η εκκλησία διέθετε κοιμητήριο και ήταν παλαιότερη του 1320, έτος που αναφέρεται ότι είχε παραχωρηθεί στον ιερέα Μάρκο Ζωγράφο, μαζί με μια μικρή κατοικία, από τον Λατίνο αρχιεπίσκοπο Κρήτης. Τις διαστάσεις της διαβάζουμε στην απογραφή του 1320: "Η εκκλησία η καλούμενη Παναγία των Αγγέλων κοντά στα σφαγεία (Beccharia), έχει κενό οικόπεδο στη Δ πλευρά της με πλάτος 5 βήματα και 3,5 πόδας και μήκος όσο και η πρόσοψη της εκκλησίας όπου βρίσκεται και το κοιμητήριο της εκκλησίας, διαστάσεις προς βορρά πλάτος 5 βήματα αρχίζοντας από τη Δ γωνία της εκκλησίας και προχωρώντας κατευθείαν προς βορρά, προχωράει προς Ν μέχρι τη βασιλική οδό με πλάτος 6 βήματα και 4,5 πόδια και στη συνέχεια επιστρέφει προς τα δυτικά με μήκος 18 βήματα και 1 πόδι".
Η επωνυμία Beccharia, που χαρακτήριζε και ολόκληρη τη συνοικία, προερχόταν από τα σφαγεία που υπήρχαν στην περιοχή. Ο χώρος των σφαγείων ήταν εκεί που σήμερα βρίσκονται τα οικοδομικά τετράγωνα γύρω από τις οδούς Μιχελιδάκη, Ψαρομηλίγκων, Βουρβάχων και Ευγενικού, μέχρι την παλιά Αγροτική τράπεζα (σήμερα οδός Ι. Μουρέλλου).
Για τα επόμενα χρόνια δεν έχουμε πληροφορίες, φαίνεται όμως ότι ο ναός είχε υποστεί σοβαρές καταστροφές, ίσως από τους σεισμούς που έπλητταν διαρκώς την πόλη, επειδή στις αρχές του 15ου αι. ενοικιάστηκε για 29 χρόνια με ισόχρονη ανανέωση στον ιερέα Μάρκο Παυλόπουλο, ο οποίος τον ανασκεύασε, έχτισε κωδωνοστάσιο και ανέθεσε στον ζωγράφο Άγγελο Απόκαυκο να ζωγραφίσει για την εκκλησία την εικόνα της Δευτέρας Παρουσίας.
Η γειτνίαση του ναού με τον χώρο των σφαγείων είχε δημιουργήσει πολλά προβλήματα στους ιερείς και τους ενορίτες. Ο Παυλόπουλος είχε ζητήσει από τις βενετικές αρχές την απομάκρυνση των σφαγείων με δικά του έξοδα και, παρ όλο που το 1422 αποφασίστηκε να ικανοποιηθεί το αίτημά του, η απόφαση, σύμφωνα με πηγές του 16ου και 17ου αι., ποτέ δεν εφαρμόστηκε.
Σε διάταγμα του 1521 απλώς οριζόταν οι κρεοπώλες να μην τοποθετούν τον πάγκο τους μπροστά και απέναντι από την εκκλησία.
Μέλη της αδελφότητας της Κυρίας των Αγγέλων ήταν ορθόδοξοι κάτοικοι του Χάνδακα με πλούσια οικονομική επιφάνεια και κοινωνική δράση, ενώ πολλοί διέθεταν μεγάλη ακίνητη περιουσία, μόρφωση και κοινωνική επιρροή, με αποτέλεσμα να καταλαμβάνουν δημόσιες θέσεις και αξιώματα.
Από τις πιο σημαντικές δραστηριότητες της αδελφότητας και ειδικά του επί σειρά ετών βαρδιάνου Τζουάνε Καλαφάτη, ήταν η ανέγερση, στην ίδια θέση, νέας εκκλησίας, που άρχισε περίπου το β’ μισό του 16ου αι. Στις αρχειακές πηγές αναφέρονται παραγγελίες οικοδομικών υλικών και ασβέστη από την Τύλισο, φαίνεται όμως ότι δεν μπορούσε να ανταπεξέλθει στα έξοδα μιας τόσο φιλόδοξης και μεγαλόπρεπης κατασκευής γιατί το 1563 επέβαλε στα μέλη της αδελφότητας, νέα εισφορά.
Οι προσπάθειες ανέγερσης της εκκλησίας φαίνεται ότι εντάθηκαν από το 1578 ενώ το 1583 θα πρέπει να είχε προχωρήσει αρκετά, όπως συνάγεται από παραγγελία ξυλείας από τα Σφακιά για την κατασκευή της οροφής. Σύμφωνα με έγγραφο των ετών 1582-1585 η οροφή θα γινόταν σκαλιστή όπως ακριβώς η οροφή της εκκλησίας του Αγίου Τίτου, και ιδιαίτερα στο μεσαίο τμήμα της από το ιερό βήμα μέχρι τους δεύτερους κίονες, αναφορά που παραπέμπει σε δίκλιτη εκκλησία.
Η κατασκευή της νέας εκκλησίας συνεχιζόταν και τα επόμενα χρόνια με δυσκολία έως ότου ανέλαβε τις εργασίες η ορθόδοξη αδελφότητα της Παναγίας Τριμάρτυρης.
Παράλληλα και σε όλη τη διάρκεια του 16ου αι., η αδελφότητα της Παναγίας των Αγγέλων είχε αναπτύξει αξιόλογη οικονομική και φιλανθρωπική δραστηριότητα και είχε τη διοίκηση του ιδρύματος της Αγίας Θεοδοσίας. Επίσης, ενεργούσε κάθε χρόνο την ημέρα της Σταύρωσης του Χριστού, για την απαλλαγή ενός καταδικασμένου σε εξορία, σύμφωνα με προνόμιο που της είχε παραχωρήσει η πολιτεία. Η ακίνητη περιουσία της περιελάμβανε κατοικίες και αποθήκες που βρίσκονταν στην πόλη και στις παρυφές της.
Από τα μέσα του 16ου αι. άρχισε να οικοδομείται ο ναός της Παναγίας Τριμάρτυρης με έξοδα της αδελφότητας της Κυρίας των Αγγέλων. Σε έγγραφο του 1606 διευκρινίζεται η σύνδεση μεταξύ των δυο εκκλησιών, της Κυρίας των Αγγέλων και της Τριμάρτυρης, καθώς σημειώνεται Scolla di Santo Sepolcro over Santa Maria Trimartiro a Santa Maria di Anzoli. Προς τα τέλη του 16ου αι. τα μέλη της αδελφότητας της Παναγίας των Αγγέλων μετέφεραν την έδρα τους στην Τριμάρτυρη πριν καν ολοκληρωθεί η ανέγερσή της. Η Κυρία των Αγγέλων είχε δύο κύριες εισόδους, μία από την Λ. Καλοκαιρινού και μια από την οδό Μιχελιδάκη με γοτθικά χαρακτηριστικά στο θύρωμα.
Στις αρχές του 20ού αιώνα, ο Gerola την περιέγραψε ως δίκλιτη αναφέροντας ότι, το βορεινό κλίτος έχει εσωτερικά πλάτος 3,30 μ. και το νότιο είναι κατεστραμμένο. "Είχε ωραία πόρτα κοσμημένη με οδοντωτό περιθύρωμα που βρίσκεται στο εσωτερικό ενός καφενείου και ενός καταστήματος(καφενείο Εμμανουήλ Μπριζιμιδάκη αρ. 1243 και κατάστημα Γεωργίου Ξαθάκη αρ 1246)".
Στην Τοπογραφία του περιγράφει ξανά την εκκλησία αναφέροντας ότι σωζόταν μια αψίδα σε κατάσταση κατάρρευσης, ορατή στον νότιο τοίχο μέσα στο κατάστημα, που δείχνει ότι η εκκλησία είχε αρχικά ένα μεσημβρινό δεύτερο κλίτος. Ο βόρειος τοίχος στο καφενείο διασώζει μια όμορφη πύλη διακοσμημένη με διπλό οδοντωτό περίθυρο.
Κατά την Τουρκοκρατία, ο ναός έγινε καφενείο με το όνομα του Μπουργαρέζου ο Καβές. Μέχρι το 1927 – 28 υπήρχε εκεί του Σαρχιανού Μιχάλη ο καφενές. Όπως αναφέρει ο Ν. Σταυρινίδης, "εν τη μεταβληθείση εις καφενείον εκκλησίαν της Κυρίας των Αγγέλων, Πλατειά Στράτα, σήμερον κατάστημα Χατζηιωάννου δεξιά τω κατερχομένω, βρισκόταν το αναβρυτήριον Χατζή Ζερνταλού".
Ο ίδιος, σε άρθρο του με τίτλο «Πως άλλαξε η όψη της πόλης μας», αναφέρει τη διενέργεια εκσκαφής στον χώρο πίσω από το μπουρεξίδικο, άλλοτε φούρνο Πολάκη, όπου εντοπίστηκαν μέσα σε λάκκο αρκετά οστά, τα οποία, κατά τον ίδιο, δεν αποκλείεται να παρέχουν την ένδειξη ότι εκεί βρισκόταν το χωνευτήριο της εκκλησίας της Κυρίας των Αγγέλων.
Σήμερα όλος ο ακάλυπτος χώρος ανατολικά και βόρεια της εκκλησίας (νεκροταφείο και αυλόγυρος) έχει καλυφθεί από νέες οικοδομές και νέα Ο.Τ.)"