Στέγνωσε η αγορά - Φόβοι για λουκέτα και απολύσεις
Η διαρκής επιδείνωση της πιστωτικής ασφυξίας που πηγάζει από το κλείσμο της τραπεζικής στρόφιγγας, την πτώση της κατανάλωσης και την απαίτηση των ξένων προμηθευτών για προπληρωμή των παραγγελιών απειλεί με λουκέτα και στάση πληρωμών τις επιχειρήσεις και με απώλειες θέσεων εργασίας.
Σύμφωνα με τους εμπόρους, το χρηματοδοτικό κενό της αγοράς ξεπερνάει τα 15 δισ. ευρώ και αν η κατάσταση δεν αντιστραφεί σύντομα, πολλές επιχειρήσεις, κυρίως μικρομεσαίες, που πλήττονται από τη μείωση της κατανάλωσης και την έλλειψη χρηματοδότησης από τις τράπεζες θα αναγκαστούν να εφαρμόσουν σχέδια μείωσης του μισθολογικού και συνολικά του κόστους λειτουργίας τους, κάτι που σημαίνει, εκτός των άλλων, και απολύσεις.
Οι αρνητικές επιπτώσεις από την πιστωτική ασφυξία δεν επηρεάζουν μόνο τις μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις, αλλά και τις μεγάλες. Πολλές από τις οποίες είχαν ξεκινήσει από τις αρχές του 2014 την έξοδό τους στις αγορές, εξασφαλίζοντας ρευστότητα είτε για τη μείωση του δανεισμού τους είτε για τη χρηματοδότηση των επενδυτικών τους σχεδίων αλλά οι αγορές έχουν πλέον κλείσει και καμία ελληνική επιχείρηση δεν έχει σήμερα πρόσβαση σε ξένα κεφάλαια.
Δεν είναι λίγες οι ιδιωτικές επιχειρήσεις που καθυστερούν τις πληρωμές μισθών, φορολογικών και ασφαλιστικών υποχρεώσεων και δυσκολεύονται να προμηθευτούν πρώτες ύλες λόγω έλλειψης ρευστού για την αποπληρωμή των προμηθευτών τους.
Την ίδια ώρα, οι ελληνικές επιχειρήσεις που προμηθεύονται πρώτες ύλες και εμπορεύματα από το εξωτερικό αντιμετωπίζουν οξύ πρόβλημα καθώς οι προμηθευτές τους απαιτούν να προπληρώνονται και ζητούν εγγυητικές επιστολές ξένων τραπεζών.
Επιπρόσθετα, λόγω της πιστωτικής ασφυξίας, οι πληρωμές του ιδιωτικού τομέα πραγματοποιούνται με μεταχρονολογημένες επιταγές που εκ νέου ξεπερνούν το ένα έτος, τα προγράμματα εξυγίανσης των επιχειρήσεων ακυρώνονται, λείπουν τα τραπεζικά κεφάλαια για την εκταμίευση πόρων από τα προγράμματα ΕΣΠΑ.
Σύμφωνα με εκτιμήσεις επιχειρηματιών, τουλάχιστον 1,4 δισ. ευρώ έχει χαθεί από την κατανάλωση τον Δεκέμβριο και τον Ιανουάριο αφού τα νοικοκυριά, λόγω της προεκλογικής περιόδου και της αβεβαιότητας για την πορεία των διαπραγματεύσεων με τους εταίρους, έχουν περιορίσει τις αγορές τους στα άκρως απαραίτητα αγαθά.
Είναι χαρακτηριστικό ότι οι πωλήσεις των εμπορικών καταστημάτων τα Χριστούγεννα και την Πρωτοχρονιά μειώθηκαν κατά 400 με 500 εκατ. ευρώ αφού ο τζίρος κινήθηκε στα 6,3 με 6,4 δισ. ευρώ από 6,8 δισ. ευρώ την αντίστοιχη περίοδο του 2013. Στο δίμηνο Ιανουαρίου - Φεβρουαρίου των εκπτώσεων, όπως προκύπτει από έρευνα της συνομοσπονδίας των εμπόρων, ο τζίρος των καταστημάτων υποχώρησε κατά 930 εκατ. ευρώ σε σχέση με το αντίστοιχο χρονικό διάστημα του 2014.
Στο «κόκκινο» βρίσκονται 200.000 και πλέον μικρομεσαίες επιχειρήσεις καθώς η χρηματοδότησή τους από τις τράπεζες είναι μηδενική. Ο σχεδιασμός των τραπεζών ήταν να «ρίξουν» φέτος τουλάχιστον 10 δισ. ευρώ σε νέες χορηγήσεις -προς τις επιχειρήσεις και τα νοικοκυριά-, όμως οι εξελίξεις που οδήγησαν στην εξάρτηση του συστήματος από τον Εκτακτο Μηχανισμό Παροχής Ρευστότητας (ELA), όπως και οι εκροές καταθέσεων το διάστημα Δεκεμβρίου-Φεβρουαρίου, έβαλε και πάλι φρένο στα σχέδια χρηματοδότησης της πραγματικής οικονομίας.
Την τελευταία 5ετία η χρηματοδότηση των επιχειρήσεων κινείται σε αρνητικά επίπεδα. Πέρυσι το συνολικό έλλειμμα ρευστότητας ξεπέρασε τα 45,8 δισ. ευρώ σε σχέση με τα υψηλά του 2010.
Αδυναμία
Η εικόνα είναι αρνητική και τον Ιανουάριο φέτος, αφού σύμφωνα με τα στοιχεία της Τράπεζας της Ελλάδος, η μηνιαία καθαρή ροή της συνολικής χρηματοδότησης προς τον εγχώριο ιδιωτικό τομέα ήταν αρνητική κατά 95 εκατ. ευρώ.
Τα πιστωτικά ιδρύματα με ακριβό και περιορισμένο πλέον δανεισμό αδυνατούν να συνδράμουν ουσιαστικά την πραγματική οικονομία και επιδίδονται κυρίως στο να διατηρήσουν την καταθετική τους βάση και να αποπληρώνουν τις τρέχουσες υποχρεώσεις τους (τίτλους που λήγουν κ.λπ.).
Ανησυχίες εκφράζονται και για τον τρόπο με τον οποίο οι ελληνικές τράπεζες θα μπορέσουν να εκπληρώσουν τις υποχρεώσεις που έχουν αναλάβει απέναντι στην DG Comp (Επιτροπή Ανταγωνισμού της ΕΕ) ως προς κάποια σκέλη που αφορούν τα προγράμματα αναδιάρθρωσης και κυρίως τα «υπεσχημένα» για πωλήσεις περιουσιακών στοιχείων.
Η ανασφάλεια και η παρατεταμένη κρίση έχει «παγώσει» κάθε δυνατότητα και ενδιαφέρον ιδιωτικής επένδυσης ή κατανάλωσης, ενώ στο κομμάτι των επιχειρηματικών δανείων, οι αυξημένες επισφάλειες, αλλά και το υψηλό κόστος δανεισμού λειτουργεί ανασταλτικά στη ζήτηση