Αδημοσίευτες φωτογραφίες από τους καλύτερους φωτογράφους του κόσμου
Όποιον επαγγελματία φωτογράφο κι αν ρωτήσεις θα σου πει πως στη ζωή του έχει τραβήξει αμέτρητες φωτογραφίες, κι όμως το φως της δημοσιότητας δεν έχουν δει παρά ελάχιστες. Ο φωτογράφος Larry Towell αναφέρει στις New York Times πως «Όταν επεξεργάζεσαι μια φωτογραφία έχεις στο μυαλό σου ένα συγκεκριμένο αποτέλεσμα. Όταν όντως πετυχαίνεις αυτό το αποτέλεσμα ξεχνάς όλες τις άλλες φωτογραφίες που δεν απέδωσαν όπως ήθελες».
'\Μετά την αλλαγή στη διεύθυνση της φωτογραφικής εταιρίας Magnum Photos, ο Towell και κάποιοι συνάδελφοί του άρχισαν να ψάχνουν «ξεχασμένους θησαυρούς» ανάμεσα στα αρνητικά τους αλλά και στο ψηφιακό τους αρχείο για να ανακαλύψουν κρυφά διαμάντια που για κάποιο λόγο δεν δημοσίευσαν ποτέ.
Η εταιρία αποφάσισε να δημιουργήσει μια limited edition έκθεση, όπου θα πωλούνται οι υπογεγραμμένες φωτογραφίες για 100 δολάρια στο online κατάστημα του Magnum. To Business Insider και το Magnum δημοσίευσαν μερικές από αυτές τις φωτογραφίες, μαζί με την ιστορία που τις συνοδεύει. Μπορείτε να δείτε περισσότερα στην ιστοσελίδα του και στη σελίδα τους στο Instagram.
Σε αυτή τη φωτογραφία του Larry Towell απεικονίζονται κάποιοι Μεννονίτες στην περιοχή Zacatecas του Μεξικού.
Την ανακάλυψε μετά από πάρα πολλά χρόνια μέσα σε κάποια παλιά αρνητικά που είχε κρατήσει. «Η φωτογραφία αυτή βρισκόταν θαμμένη μέσα στο αρχείο που είχα φτιάξει για τους Μεννονίτες του Μεξικού, για το οποίο χρειάστηκα περίπου 2 χιλιάδες ρολά φιλμ μέσα σε μια περίοδο δέκα χρόνων. Από όλο αυτό το υλικό μόνο 120 φωτογραφίες χρησιμοποιήθηκαν και μπήκαν στο βιβλίο μου.
Η επαρχία La Honda ήταν από τις ελάχιστες που είχαν ηλεκτρικό ρεύμα, αυτό όμως μόνο στην περίπτωση που είχες χρήματα να το πληρώσεις. Την περίοδο που τραβήχτηκε η φωτογραφία είχα πάει στο Μεξικό για να συναντήσω τον Frank Klassen και τη σύζυγό του, της οποίας το όνομα μου διαφεύγει αυτή τη στιγμή. Οι άνθρωποι αυτοί ήταν ακτήμονες, άνεργοι, βασανισμένοι από την ανέχεια και σχεδίαζαν να εγκαταλείψουν το Μεξικό και να πάνε να δοκιμάσουν την τύχη τους στον Καναδά.
Η γυναίκα του Frank άναψε ένα τσιγάρο στην κουζίνα του σπιτιού και καπνίσαμε όλοι μαζί κάτω από την λάμπα κηροζίνης. Στη συνέχεια βγήκαμε έξω από το σπίτι και τράβηξα τη φωτογραφία που βλέπετε την ώρα που έβγαινε το φεγγάρι».
Η φωτογράφος Micha Bar-Am απαθανάτισε την παρακάτω σκηνή περίπου πριν 50 χρόνια σε μια έκθεση του Picasso στο Ισραήλ.
«Το 1966 δούλευα σε μια έκθεση του Picasso που φιλοξενούσε το Tel Aviv Museum of Art I. Κάποια στιγμή που κατέγραφα τις προετοιμασίες της έκθεσης πριν τα εγκαίνια, παρατήρησα το εξής: μια από τις καθαρίστριες είχε σταματήσει τη δουλειά που έκανε, και είχε καθίσει σαστισμένη μπροστά από έναν πίνακα. Απαθανάτισα αυτή τη στιγμή διότι θεωρώ πως είναι μια εικόνα που μπορεί να ερμηνευτεί από τον καθένα παγκοσμίως, αλλά από διαφορετική σκοπιά. Ο λόγος που δεν δημοσίευσα ποτέ αυτή τη φωτογραφία είναι επειδή στην επεξεργασία φαινόταν σαν υπερβολικά στημένη. Η αλήθεια όμως είναι πως ήταν απλά μια μαγική στιγμή και το αποτέλεσμα βγήκε τέλειο».
Ο Peter van Agtamael, τότε νέο αλλά πολλά υποσχόμενο μέλος της κοινότητας του Magnum, έβγαλε αυτή τη φωτογραφία την περίοδο που βρισκόταν στη Χιλή.
«Η φωτογραφία αυτή δείχνει την έρημο Atacama της Χιλής και τραβήχτηκε το 2007. Ήταν η πρώτη φορά που επισκεπτόμουν ξανά τη Χιλή μετά την εξάμηνη παραμονή μου εκεί το 2002. Αυτοί οι μήνες ήταν καθοριστικοί για το μέλλον μου.
Είχα ανακαλύψει από νωρίς πως είχα μεγάλο πάθος για τη φωτογραφία αλλά δυστυχώς το κολέγιο δεν μου προσέφερε πολλές διεξόδους. Για το λόγο αυτό αποφάσισα να εγκαταλείψω το κολέγιο για ένα εξάμηνο και να κάνω πρακτική άσκηση σε μια εφημερίδα στο Valparaiso της Χιλής. Εκεί μου έδωσαν την ελευθερία να εξερευνήσω όσο ήθελα την πόλη.
Η περίοδος αυτή ήταν που με βοήθησε να καταλάβω τί σημαίνει να είσαι ο εαυτός σου. Είχα τον πρώτο μου καβγά σε μια μαζική διαδήλωση που είχε πολύ βίαιη κατάληξη και έμαθα τι σημαίνει πραγματικός τρόμος. Το παράδοξο της όλης ιστορίας όμως ήταν ότι ένιωσα πραγματικά ελεύθερος και ερωτεύτηκα, όσο περίεργο κι αν ακούγεται αυτό. Η φωτογραφία απεικονίζει το ξεκίνημα της όλης δουλειάς μου, αλλά το σημαντικό βρίσκεται στο μέρος όπου τραβήχτηκε η φωτογραφία, γιατί εκεί κατάλαβα ποιος ήθελα να γίνω».
Η φωτογραφία αυτή τραβήχτηκε από την Alessandra Sanguinetti σε μια κομβική για την καριέρα της περίοδο. Τραβήχτηκε σε μια παραλία στο Μπρούκλιν το 1992 και δεν είχε δει το φως της δημοσιότητας μέχρι σήμερα.
«Αυτή η φωτογραφία, που ονομάζω Το ζευγάρι, τραβήχτηκε το καλοκαίρι του ’92. Ήταν η περίοδος που ήμουν ενθουσιασμένη να γνωρίσω τα πάντα και τους πάντες και ένιωθα πως μόνο η φωτογραφία μπορούσε να απαθανατίσει τον κόσμο όπως ακριβώς τον βίωνα.
Είχα μόλις φύγει από το Μπουένος Άιρες για να περάσω το καλοκαίρι στο Μπρούκλιν με τον παππού μου. Κάθε μέρα τριγύριζα ασταμάτητα στην πόλη και φωτογράφιζα τα πάντα και γυρνούσα σπίτι όσο πιο γρήγορα μπορούσα για να εμφανίσω τα φιλμ μου στο πλυσταριό που είχα μετατρέψει σε προσωπικό μου σκοτεινό θάλαμο.
Θυμάμαι χαρακτηριστικά την ημέρα που ξετύλιξα το βρεγμένο φιλμ στο οποίο βρισκόταν η συγκεκριμένη φωτογραφία. Θυμάμαι το δέος που ένιωσα όταν την κοίταξα και αναλογιζόμουν πώς ένα πορτραίτο μπορεί να μεταφέρει όλα αυτά που είχα δει και ήθελα να μεταδώσω στον κόσμο».
Πολλές φωτογραφίες της Olivia Arthur όπως η παρακάτω, έμειναν άγνωστες στον κόσμο, διότι η φωτογράφος δεν μπορούσε να τις εντάξει στο πρότζεκτ που δούλευε την περίοδο που τραβήχτηκαν.
«Τράβηξα τη συγκεκριμένη φωτογραφία όταν ήμουν στο Αζερμπαϊτζάν και δούλευα το πρότζεκτ The Middle Distance, σε μια ακτή του Αζερμπαϊτζάν που βρέχεται από την Κασπία θάλασσα κι εκεί είχε ξεβραστεί ένα πλοίο. Την περίοδο εκείνη είχα ξεκινήσει ένα πρότζεκτ σχετικά με τις γυναίκες και μελετούσα πολλές και διαφορετικές ιστορίες που σχετίζονταν με τη γυναικεία παρουσία στο χώρο.
Παράλληλα φυσικά εξερευνούσα την γύρω περιοχή με τη φωτογραφική μου μηχανή και συνέλλεξα πολύ υλικό. Μέσα σε αυτό το υλικό συμπεριλαμβάνεται και η εν λόγο φωτογραφία, που παρόλο που μεταφέρει πολύ ηχηρά μηνύματα, δεν μπορούσα να συμπεριλάβω στο πρότζεκτ εκείνο για προφανείς λόγους, οπότε και έμεινε στο συρτάρι».
Ο φωτογράφος Richard Kalvar στην παρακάτω εικόνα απαθανατίζει τη γυναίκα του που βρίσκεται παγιδευμένη μέσα στο αμάξι τους την ώρα που το όχημα μπαίνει μέσα στο πλυντήριο αυτοκινήτων.
«Βρισκόμουν σε ένα πλυντήριο αυτοκινήτων στα προάστια του Παρισιού, όταν πήρε το μάτι μου μια γυναίκα παγιδευμένη μέσα σε ένα αυτοκίνητο, την ώρα που οι τεράστιες βούρτσες ήταν έτοιμες να «κατασπαράξουν» το όχημα. Η γυναίκα αυτή έμοιαζε παράξενα γνωστή, και όντως ήταν, αφού επρόκειτο για τη σύζυγό μου.
Δεν μπορούσα να κρατήσω τη συγκεκριμένη φωτογραφία να κάθεται στο προσωπικό μου αρχείο γιατί έβγαζε μια απίστευτη περιπλοκότητα. Επειδή όμως έπρεπε να διατηρήσω και την αξιοπιστία μου, έπρεπε να περιμένω να «ανακαλύψει» κάποιος άλλος το έργο μου, πράγμα το οποίο δυστυχώς δεν έγινε ποτέ, οπότε η φωτογραφία έμεινε μόνη και παραμελημένη. Εμένα πάντως μου αρέσει πολύ…»
Είναι σύνηθες φαινόμενο για τους φωτογράφους του Magnum να αναζητούν υλικό σε επικίνδυνες ζώνες, τόσο στο εξωτερικό όσο και στη γενέτειρα του καθενός. Η παρακάτω φωτογραφία είναι έργο του Michael Christopher Brown και τραβήχτηκε το 2012 μετά τον Τυφώνα Σάντι μέσω του iPhone του.
«Η φωτογραφία αυτή τραβήχτηκε στο Rockaways της Νέας Υόρκης, μετά το χτύπημα του Τυφώνα Σάντι. Συνήθως κοιτάμε καινούριες φωτογραφίες για λίγα δευτερόλεπτα, σκεφτόμαστε το τι έχουν να μας πουν και μετά τις ξεχνάμε. Όσο σημαντικές κι αν είναι αργά ή γρήγορα χάνονται μέσα στο χρόνο. Προσωπικά μου αρέσουν οι φωτογραφίες που κρύβουν ένα παγκόσμιο μήνυμα, αυτές που προβάλλουν πρώτα τον άνθρωπο και μετά το γεγονός. Δεν ξέρω αν η φωτογραφία μου έχει τέτοια επιρροή στον κόσμο, αλλά εμένα μου δίνει την αίσθηση της ανθεκτικότητας και όχι της καταστροφής, παρά το τραγικό ιστορικό που τη χαρακτηρίζει».
Ο φωτογράφος Bruce Davidson πέρασε το μεγαλύτερο μέρος της καριέρας του φτιάχνοντας ντοκιμαντέρ για τη ζωή στις ΗΠΑ. Στις αναζητήσεις του γνώρισε την οικογένεια της φωτογραφίας στα βαλτοτόπια του Νιού Τζέρσεϊ, μια περιοχή κοντά στο Μανχάταν αλλά ταυτόχρονα μίλια μακριά.
«Το χειμώνα του 1965 εξερευνούσα τις βιομηχανικές χωματερές πέρα από τον ποταμό Hudson από τη Νέα Υόρκη μέχρι και το Νιού Τζέρσεϊ. Ταξίδεψα μέσα από απέραντους βρώμικους δρόμους και γύρω από βουνά σκουπιδιών, κι εκεί ήταν που γνώρισα τον Willie Royka και τον μικρό του γιο Willie Jr, οι οποίοι έψαχναν στον σκουπιδότοπο να βρουν κομμάτια μετάλλου τους ζεστούς μήνες και παγιδευμένους ποντικούς τις πιο κρύες μέρες, που το τρίχωμά τους γινόταν πιο παχύ.
Αυτό που έκαναν, ήταν να βρίσκουν ποντικούς και να παίρνουν τη γούνα τους, την οποία επεξεργάζονταν και αργότερα πουλούσαν. Αφαιρούσαν μέχρι και τους αδένες που συγκρατούν το άρωμα και που χρησιμοποιείται στην κατασκευή αρωμάτων.
Με οδήγησαν μέσα από τα λιβάδια του Τζέρσεϊ και μου εξήγησαν πώς έβρισκαν τους πνιγμένους ποντικούς όταν είχε άμπωτη. Το βράδυ με προσκάλεσαν σπίτι τους, όπου γινόταν η επεξεργασία της γούνας κι εκεί έβγαλα και αυτή την οικογενειακή τους φωτογραφία».
Η φωτογραφία που βλέπουμε στη συνέχεια τραβήχτηκε από τον διεθνώς αναγνωρισμένο φωτογράφο Elliott Erwitt όταν ήταν μόλις 18 χρονών.
«Ήδη από τα 18 μου ήξερα ότι αυτό που ήθελα να κάνω στη ζωή μου ήταν να γίνω επαγγελματίας φωτογράφος. Όταν ήμουν ακόμα στο σχολείο κατάφερα να μαζέψω αρκετά χρήματα και να αγοράσω την πρώτη μου «σοβαρή» κάμερα, μια Rolleiflex, η οποία με συνόδευσε σε πολλές φωτογραφίσεις για πολλά χρόνια.
Φυσικά τότε η ποιότητα του υλικού μου δεν ήταν παρά μέτρια. Όσο περνούσαν τα χρόνια αναβάθμισα τη φωτογραφική μου μηχανή και μαζί αναβαθμίστηκε και η ποιότητα της δουλειάς μου. Όταν πρόσφατα άρχισα να ψάχνω το αρχείο μου ανακάλυψα πολλές παλιές μου φωτογραφίες που είχα βγάλει πάνω από 60 χρόνια πριν και εντυπωσιάστηκα με μερικές από αυτές, αναλογιζόμενος ότι όταν τραβήχτηκαν δεν ήμουν παρά ένας άπειρος έφηβος. Από τις αγαπημένες μου είναι η συγκεκριμένη φωτογραφία που απαθανατίζει έναν καθαριστή τζαμιών και την έβγαλα 68 χρόνια πριν».
Ο Stuart Franklin απαθανατίζει μια συγκινητική στιγμή στην Ινδία το 2000.
«Η φωτογραφία που βλέπετε βγήκε στην Ινδία στην περιοχή Jaipur το 2000 κατά τη διάρκεια ενός φεστιβάλ χαρταετών. Κάθε μέρα χιλιάδες άνθρωποι ανέβαιναν στις στέγες των σπιτιών τους και ξεκινούσαν μάχες χαρταετών. Ο στόχος του παιχνιδιού ήταν απλός: έπρεπε να κόψεις τον σπάγκο του αντιπάλου, κάτι πολύ δυσκολότερο απ’ ότι ακούγεται αν αναλογιστούμε πως οι σπάγκοι ήταν βουτηγμένοι σε ένα μείγμα από κόλλα και θραύσματα γυαλιού.
Είχα ξεχάσει εντελώς την ύπαρξη της συγκεκριμένης φωτογραφίας μέχρι πρότινος. Φυσικά θυμάμαι την περίοδο που τραβήχτηκε αλλά δεν μπορώ με τίποτα να θυμηθώ το όλο σκηνικό. Φαντάζομαι όμως πως αυτό είναι λογικό, αφού έχουν περάσει αρκετά χρόνια από τότε. Αναρωτιέμαι πόσες άραγε φωτογραφίες έχω τραβήξει σε όλη μου τη ζωή και πόσα ακόμη τέτοια συγκινητικά στιγμιότυπα δεν θυμάμαι ότι έχω απαθανατίσει».
Ο διάσημος φωτογράφος Bruce Gilden απαθανάτισε αυτή την εικόνα του μοναχικού και πιθανότατα μεθυσμένου Άγιου Βασίλη να περιμένει το τρένο το 1968.
«Στην ηλικία των 22 ή 23 χρόνων, παρακολουθούσα ένα σεμινάριο πάνω στη φωτογραφία. Μας είχαν αναθέσει μια εργασία την περίοδο κοντά στα Χριστούγεννα, οπότε κι εγώ αποφάσισα να απαθανατίσω τον Άγιο Βασίλη. Την περίοδο εκείνη κυκλοφορούσαν πολλοί Άγιοι Βασίληδες στη Νέα Υόρκη σαν μέρος του προγράμματος Santa for Volunteers of America και η δουλειά τους ήταν να συλλέγουν τις δωρεές που έκανε ο κόσμος έξω από πολυκαταστήματα. Μετά τη λήξη της βάρδιάς τους, οι εθελοντές πήγαιναν να πιούν (να σημειωθεί ότι οι περισσότεροι από αυτούς τους εθελοντές ήταν αλκοολικοί).
Έβγαλα αυτή τη φωτογραφία του συγκεκριμένου Αγίου έχοντας την απορία, «Μα καλά, γιατί ο Άγιος παίρνει το τρένο και δεν χρησιμοποιεί απλά το έλκηθρό του;». Αργότερα που έδειξα τη φωτογραφία στον εκδότη μου του άρεσε πολύ αλλά δυστυχώς δεν μπορούσε να τη δημοσιεύσει επειδή είχε περάσει η γιορτινή περίοδος. Αλλά δεν πειράζει, μπορεί να έχασα την ευκαιρία μου τότε, αλλά ποτέ δεν είναι αργά! Θα δημοσιευτεί φέτος, 46 χρόνια αργότερα».
Ο David Alan Harvey, που είναι διάσημος για τις φωτογραφίες του και την αδυναμία του για τις ωραίες παρουσίες του Ρίο ντε Τζανέιρο, έβγαλε την παρακάτω φωτογραφία.
«Οι περισσότερες φωτογραφίες που βγάζω είναι για προσωπική χρήση και σπάνια δημοσιεύεται κάτι δικό μου. Ακόμα και όταν συνεργάζομαι με περιοδικά, πολύ λίγες εικόνες μου επιλέγονται να τυπωθούν. Συνήθως οι φωτογραφίες μου καταλήγουν σε books με τη δουλειά μου αλλά πάντα ελπίζω πως θα απαθανατίσω κάτι που θα κάνει αίσθηση στον κόσμο και θα δημοσιευτεί αμέσως. Η συγκεκριμένη φωτογραφία απεικονίζει έναν καλλιτέχνη να κάνει παρκούρ στην παραλία Ipanema του Ρίο ντε Τζανέιρο και προσωπικά θεωρώ πως είναι μια πολύ δυνατή εικόνα».
Το 2003 ο Moises Saman έβγαλε την παρακάτω φωτογραφία στην Καμπούλ, όπου απαθανατίζει ταυτόχρονα την ομορφιά και τη βία.
«Η συγκεκριμένη φωτογραφία τραβήχτηκε στην Καμπούλ το φθινόπωρο του 2003 κατά τη διάρκεια μιας παρέλασης προς τιμήν του εκλιπόντος Αφγανού διοικητή Ahmad Shah Massoud. Ήταν αρχηγός της Northen Alliance και εντελώς αντίθετος με τις δραστηριότητες των Ταλιμπάν. Δολοφονήθηκε από την τυνησιακή Αλ Κάιντα από πράκτορες που παρουσιάστηκαν σαν δημοσιογράφοι, μόλις δύο μέρες πριν τις επιθέσεις της 9/11.
Το Αφγανιστάν που γνωρίζω εγώ είναι μια χώρα με ηχηρές αντιθέσεις, από τη μία έχει μια εκπληκτική ομορφιά, αλλά από την άλλη είναι μια χώρα βασανισμένη από τους διαρκείς πολέμους, τόσο με εξωτερικές δυνάμεις όσο και εγχώριες. Πραγματοποίησα πολλά ταξίδια στο Αφγανιστάν από το 2001 μέχρι το 2010 με την ελπίδα να καταγράψω την επερχόμενη ειρήνη και ευημερία που θα έφερναν οι τελευταίοι εισβολείς, αλλά δεν άργησα να συνειδητοποιήσω πως το Αφγανιστάν βρισκόταν ακόμα στο χείλος του γκρεμού και δεν θα αργούσε να πέσει στην αναρχία η οποία ολοένα και κέρδιζε έδαφος σε όλη τη χώρα».
Η Bieke Depoorter δημιούργησε την εικόνα αυτή τον καιρό που ταξίδευε στις ΗΠΑ και ζητούσε από αγνώστους να περάσει το βράδυ στο σπίτι τους.
«Την πρώτη φορά που ταξίδεψα στις ΗΠΑ αποφάσισα να ξεκινήσω ένα νέο πρότζεκτ με τίτλο «I am about to call it a day». Ήμουν επηρεασμένη από το προηγούμενο πρότζεκτ που είχα κάνει («Ou Menya») την περίοδο που ζούσα στη Ρωσία και ήθελα να εφαρμόσω την ίδια τακτική σε ένα περιβάλλον που μπορούσα να συνεννοηθώ χρησιμοποιώντας μια γλώσσα που ήξερα καλά.
Η ιδέα του πρότζεκτ ήταν να ζητάω από αγνώστους αν μπορούσαν να με φιλοξενήσουν σπίτι τους για ένα μόνο βράδυ. Αυτό που ήθελα να πετύχω ήταν να κάνω τον εαυτό μου να νιώσει οικειότητα φωτογραφίζοντας αγνώστους. Την περίοδο που ζούσα στις ΗΠΑ λοιπόν, ήταν ένα βράδυ που είχα χαθεί σε μια συνοικία της Λουιζιάνα και δεν είχα καταφέρει να βρω μέρος να μείνω.
Τότε ήταν που γνώρισα έναν κύριο ο οποίος επέμενε να μου δείξει το ομορφότερο μουσείο της πόλης. Τα εκθέματα του μουσείου ήταν καλυμμένα από ένα παχύ στρώμα σκόνης αλλά αυτή η εγκαταλελειμμένη αίσθηση που έβγαζε ο χώρος ήταν κάτι το μαγικό. Έβγαλα λοιπόν τη συγκεκριμένη φωτογραφία αλλά αποφάσισα να μην την συμπεριλάβω στο πρότζεκτ μου γιατί διέφερε πολύ από το υπόλοιπο υλικό μου. Για να είμαι ειλικρινής ακόμα και τώρα δεν μπορώ να καταλάβω αν μου αρέσει αυτή η εικόνα ή όχι, το μόνο σίγουρο όμως είναι πως τη φέρνω πολύ συχνά στο μυαλό μου».