Αφιερωματα

Συνεντεύξεις

Κύριε Όσκαρ Ουάιλντ .. αυτοπροσδιοριστείτε παρακαλώ!

Η συνέντευξη αυτή έγινε την περίοδο της πρεμιέρας του έργου «Ένας ιδανικός σύζηγος»(1893), μάλιστα μετά τη δήλωση του σκωτσέζου θεατρικού κριτικού Γουίλιαμ Αρτσερ ότι η «αίρεση του Οσκαρ» απειλούσε να παρασύρει και τον ίφιο τον συγγραφέα. Θεωρείται ότι συγγραφέας της ήταν ο ίδιος ο Όσκαρ Ουάιλντ. Πάντως είχε δημοσιευθεί ανώνυμα με τον τίτλο «Ο κ. Όσκαρ Ουάιλντ μιλάει για τον κ.  Όσκαρ Ουάιλντ. Μια συέντευξη», ενώ ο εκδότης της αλληλογραφίας του συγγραφέα, Νταφ Χαρτ-Ντέιβς, υποστηρίζει ότι ήταν μια συνεργασία μεταξύ του συγγραφέα και του γραμματέα του, του Ρόμπερτ Ρος.

Το είδος αυτού του τύπου της συνέντευξης, η «αυτοσυνέντευξη», ενίοτε είναι το αγαπημένο παιχνίδι των συγγραφέων που έχουν ένα ξεχωριστό ταλέντο στη γλώσσα και, επιπλέον, ενδιαφέρονται να στρέψουν την προσοχή του κοινού προς την κατεύθυνση που οι ίδιοι επιθυμούν, συχνά δηλαδή σε διαφορετική κατεύθυνση από εκείνη που τους έχει «φιλοτεχνηθεί» από τον Τύπο. Τα πιο διάσημα παραδείγματα συγγραφέων που προτιμούσαν να δημοσιεύουν δικές τους συνεντεύξεις με τον εαυτό τους είναι αυτά των Τρούμαν Καπότε, Γκορ Βιντάλ και Νόρμαν Μέιλερ.
 


Όταν συνάντησα τον κ. Οσκαρ Ουάιλντ ετοιμαζόταν για μια σύντομη επίσκεψη στην Αλγερία. Συνεπώς θα περίμενε κανείς να τον βρει να διαβάζει κάτι σχετικό με το επικείμενο ταξίδι του, ενδεχομένως τα δρομολόγια. Εκείνος όμως είχε ανοιγμένη μπροστά του μια γαλλική εφημερίδα που περιείχε κριτική του θεατρικού έργου του «Ενας ιδανικός σύζυγος» ­ μάλιστα υπήρχε ένα σημείο στην κριτική το οποίο σχολίαζε την εμφάνιση του συγγραφέα μετά την παράσταση.
«Πόσο καλά καταλαβαίνουν οι Γάλλοι τις ευφυείς και προμελετημένες στιγμές στη ζωή ενός καλλιτέχνη» ανέφερε σαρκαστικά ο κ. Ουάιλντ δίνοντάς μου το άρθρο, σαν να είχε κιόλας τελειώσει η συνέντευξή μας. Ετσι όμως βρήκα αφορμή να κάνω μια πρώτη, αναγνωριστική ερώτηση:
- Σας ευχαριστεί να βγαίνετε στη σκηνή μετά το τέλος μιας παράστασης;
«Καθόλου. Κανένας καλλιτέχνης δεν ενδιαφέρεται να δει το κοινό του, ενώ αντίθετα το κοινό ενδιαφέρεται να δει τον καλλιτέχνη. Προσωπικά προτιμώ το γαλλικό έθιμο όπου ο μεγαλύτερος σε ηλικία ηθοποιός του έργου ανακοινώνει το όνομα του συγγραφέα».
- Θα επιθυμούσατε να εφαρμοστεί το ίδιο έθιμο και στην Αγγλία;
«Οπωσδήποτε. Οσο περισσότερο ενδιαφέρεται το κοινό για τον καλλιτέχνη τόσο λιγότερο ενδιαφέρεται για την τέχνη του. Το κοινό δεν θα πρέπει να ξέρει τίποτε για την προσωπικότητα του καλλιτέχνη, δεν έχει νόημα να ξέρει ούτε κατά τύχην. Μπορεί...». Στο σημείο αυτό έκανε μια παύση, για να συνεχίσει αμέσως μετά: «...μπορεί να είχε περισσότερο ενδιαφέρον το να ανακοινώνει το όνομα του συγγραφέα ο νεότερος ηθοποιός».

- Δικαιούμαι λοιπόν να συμπεράνω ότι παρουσιαστήκατε στη σκηνή μόνον κατόπιν της επιμονής του κοινού.
«Ναι, είμαι πάντα καλόβολος. Εφόσον το κοινό εκτιμά τη δουλειά μου θα ήταν κρίμα να χαλάσω τη βραδιά των θεατών».
- Κάποιοι έχουν κριτικάρει τους λόγους που εκφωνείτε επί σκηνής. Διαφωνούν με αυτά που λέτε.
«Σύμφωνα με το έθιμο, ο συγγραφέας θα πρέπει να βγει στη σκηνή και, απλώς, να ευχαριστήσει τους καλούς του φίλους για την υποστήριξή τους και την παρουσία τους. Είμαι ευχαριστημένος λοιπόν που το άλλαξα αυτό, επειδή ο καλλιτέχνης δεν πρέπει να παρουσιάζεται ως υπηρέτης του κοινού. Αν και αναγνωρίζω την εκτίμηση που δείχνουν οι ηθοποιοί και το κοινό για τη δουλειά μου, θεωρώ ότι η ταπεινοφροσύνη είναι υποκρισία και η μετριοφροσύνη υποδηλώνει ανικανότητα. Η αυτοπεποίθηση είναι ταυτόχρονα καθήκον και δικαίωμα του καλλιτέχνη».
- Γιατί πιστεύετε ότι λίγοι άνθρωποι των γραμμάτων γράφουν έργα που παρουσιάζουν στο κοινό;
«Κατ' αρχάς λόγω της ανεύθυνης λογοκρισίας. Το γεγονός ότι η "Σαλώμη" έχει απαγορευτεί αποδεικνύει την τρέλα αυτού του θεσμού. Αν οι ζωγράφοι αναγκάζονταν να δείχνουν τα έργα τους στους υπαλλήλους του Σόμερσετ Χάουζ, τότε αυτοί που χρησιμοποιούν τη μορφή και το χρώμα θα έπρεπε να βρουν άλλο μέσο να εκφραστούν. Αν έπρεπε κάθε μυθιστόρημα να περνάει από κάποια αστυνομική αρχή, τότε αυτός που έχει πάθος με τη γραφή θα ήταν αναγκασμένος να βρει άλλον τρόπο. Καμία τέχνη δεν έχει επιβιώσει της λογοκρισίας».
- Είπατε «κατ' αρχάς». Υπάρχει και δεύτερος λόγος;
«Κατά δεύτερον, φταίει η φήμη που έχουν διαδώσει οι δημοσιογράφοι στο εξωτερικό τα τελευταία 30 χρόνια, ότι δηλαδή το καθήκον του δραματουργού είναι να ευχαριστεί το κοινό του. Ο σκοπός της τέχνης δεν είναι ούτε να προκαλεί μόνο πόνο ούτε να ευχαριστεί. Η τέχνη είναι τέχνη. Οπως είπα και πριν, η τέχνη πρέπει να επιβάλλεται στον θεατή και όχι το αντίθετο».

- Δεν υπάρχουν εξαιρέσεις;
«Βεβαίως. Στα τσίρκα, όπου συχνά οι επιθυμίες του κοινού πραγματοποιούνται».
- Θεωρείτε ότι η γαλλική κριτική είναι ανώτερη από τη δική μας - τη βρετανική;
«Θα ήταν άδικο να συγκρίναμε τη γαλλική κριτική με την αγγλική. Ο γάλλος κριτικός είναι πάντα ένας καλλιεργημένος άνθρωπος, ένας άνθρωπος των γραμμάτων. Στη Γαλλία ποιητές όπως ο Γκοτιέ έχουν υπάρξει και κριτικοί, ενώ στην Αγγλία προέρχονται από μια λιγότερο διακεκριμένη κοινωνική τάξη. Δεν έχουν ούτε τις ίδιες ικανότητες αλλά ούτε και τις ίδιες ευκαιρίες. Παρ' όλο που διαθέτουν ηθικές αξίες, δεν έχουν τα προσόντα για να κάνουν κριτική ενός τόσο πολύπλοκου θέματος όπως είναι η τέχνη. Δεν μπορεί κάποιος να γράψει κριτική χωρίς να έχει επαφή με όλες τις άλλες τέχνες».
- Δέχεστε ότι είναι ειλικρινείς;
«Ναι, αλλά είναι ηλίθια ειλικρινείς. Ο θεατρικός κριτικός πρέπει να είναι τόσο ευέλικτος όσο και ένας ηθοποιός, για να μπορεί να αλλάζει τη διάθεσή του ανάλογα με τον παλμό της στιγμής».
- Τουλάχιστον είναι ειλικρινείς;
«Απολύτως. Δεν πιστεύω ότι κάποιος κριτικός θα παρουσίαζε αρνητικά τη δουλειά κάποιου δραματουργού, εκτός αν αντιπαθούσε τον συγγραφέα, αν είχε κάποιο δικό του έργο που θα επιθυμούσε να έχει παρουσιασθεί στο ίδιο θέατρο, αν είχε εχθρούς στον θίασο ή κάτι παρόμοιο. Μιλάω βέβαια για τους κριτικούς του Λονδίνου. Στην επαρχία, και το κοινό και οι κριτικοί είναι καλλιεργημένοι. Αντίθετα, στο Λονδίνο μόνο το κοινό είναι καλλιεργημένο».

- Φοβάμαι ότι δεν έχετε σε πολλή εκτίμηση τους κριτικούς μας, κύριε Ουάιλντ. Τουλάχιστον πιστεύετε ότι είναι έντιμοι;
«Σε μια αγορά που δεν υπάρχουν πλειοδότες...».
- Παρ' όλα αυτά, τους βγάζει ασπροπρόσωπους η καλή τους μνήμη, η ικανότητά τους να θυμούνται παλαιότερες παραστάσεις.
«Ναι, όπως άλλωστε φανερώνει η κλασική ιστορία της παράστασης του Μακρέντι. Αυτή θα πρέπει να είναι μια επώδυνη ανάμνηση. Οι μεσήλικοι κριτικοί παινεύονται ότι μπορούν να θυμηθούν την παράσταση "Διπλωματία", μια όχι και τόσο ευχάριστη εμπειρία».
- Αρνείσθε λοιπόν ότι έχουν ένα αξιόπιστο παρελθόν;
«Δεν έχουν ούτε παρελθόν ούτε μέλλον και είναι ανίκανοι να νιώσουν το έργο».
- Τι προτείνετε να γίνει τότε;
«Θα πρέπει να πάρουν σύνταξη και να έχουν το δικαίωμα να γράφουν μόνο για πολιτική, για θεολογία, για οικονομία ενδεχομένως, τέλος πάντων για οποιοδήποτε άλλο θέμα πιο εύκολο από την τέχνη».
- Εδώ που τα λέμε, είπα παρασυρόμενος από τους αφορισμούς του συνομιλητή μου, οι κριτικοί θα πρέπει να φαίνονται και να μην ακούγονται.
«Οι γέροι δεν θα πρέπει ούτε να φαίνονται» απάντησε ο κ. Ουάιλντ με στόμφο.
- Είπατε πρόσφατα ότι υπάρχουν μόνο δύο κριτικοί στο Λονδίνο. Μπορώ να ρωτήσω...
«Θα πρέπει να τους ικανοποίησε αυτό το σχόλιο, αλλά πρέπει να σας πω ότι έσβησα τον έναν από τη λίστα μου την περασμένη εβδομάδα».
- Ποιος έμεινε;
«Νομίζω ότι είναι καλύτερα να μην αναφέρω το όνομά του γιατί μπορεί να πάρουν τα μυαλά του αέρα. Η ματαιοδοξία είναι δικαίωμα μόνο του δημιουργού».

- Πώς ορίζετε την ιδανική κριτική;
«Οσον αφορά τη δουλειά μου, απαιτώ ανεπιφύλακτη αναγνώριση».
- Και ποιον βγάλατε από τη λίστα σας;
«Τον κ. Γουίλιαμ Αρτσερ της εφημερίδας "World"».
- Τι είναι αυτό που σας κάνει να διαφωνείτε με το επίμαχο κείμενό του το οποίο σας άλλαξε τη διάθεση απέναντί του;
«Δεν διαφωνώ με τίποτε, αλλά με θλίβουν τα πάντα. Θεωρώ κακόγουστο το γεγονός ότι με αποκαλεί με το μικρό μου όνομα, όπως και το ότι έκλεψε τις χυδαιότητες από τον "National Observer", μάλιστα από την εποχή που το έντυπο αυτό ήταν θρασύ και ανίκανο».
- Ο κ. Αρτσερ αναρωτήθηκε αν σας ευχαρίστησε το γεγονός ότι το κοινό σάς φώναζε με το μικρό σας όνομα όταν σας ζητούσε να βγείτε επί σκηνής μετά την παράσταση.
«Το να με αποκαλέσει έτσι το ενθουσιασμένο κοινό είναι κομπλιμέντο, αλλά όταν αυτό το κάνει ένας δημοσιογράφος είναι απλή αγένεια. Αυτού του τύπου ο δημοσιογράφος χαρακτηρίζεται από τους κακούς του τρόπους».
- Πιστεύετε ότι οι γάλλοι ηθοποιοί, όπως και οι κριτικοί, είναι καλύτεροι από τους άγγλους συναδέλφους τους;
«Οι άγγλοι ηθοποιοί είναι εξίσου καλοί, αλλά είναι καλύτεροι όταν δεν προσπαθούν να στηριχθούν αποκλειστικά στην προσπάθεια πιστής μεταφοράς της πρόζας, γιατί δεν έχουν την εξαίσια ορθοφωνία των Γάλλων, δεν είναι τόσο καθαροί και τόσο μελωδικοί. Ενας μακρύς μονόλογος μπορεί να τους εξουθενώσει. Στο γαλλικό θέατρο πάμε να ακούσουμε, ενώ στο αγγλικό πάμε να δούμε. Υπάρχουν βέβαια και εξαιρέσεις. Ο κ. Τζορτζ Αλεξάντερ, ο κ. Λούις Γουόλερ, ο κ. Φορμπς Ρόμπερτσον και άλλοι έχουν εξαίσια φωνή και ξέρουν πώς να τη χρησιμοποιήσουν. Μακάρι να μπορούσα να πω το ίδιο και για τους κριτικούς, αλλά στην περίπτωση του θεατρικού έργου, στην Αγγλία, δίνεται πολλή έμφαση σε αυτό που λέμε "επιχείρηση". Παρ' όλα αυτά υπάρχουν κάποιοι άγγλοι ηθοποιοί που μπορούν να παραγάγουν ένα εκπληκτικό αποτέλεσμα με τη βοήθεια ενός μονοσύλλαβου και δύο τσιγάρων».
Υστερα από μια σύντομη παύση, ο κ. Γουάιλντ προσέθεσε: «Ισως τελικά αυτό να είναι ηθοποιία».
- Είστε ευχαριστημένος με την απόδοση των ηθοποιών στην παράσταση του δικού σας έργου, του «Ενας ιδανικός σύζυγος»;
«Είμαι γοητευμένος με όλους. Αλλά ίσως παραείναι συναρπαστικοί. Η σκηνή είναι το καταφύγιο των συναρπαστικών».
- Εχετε ακούσει το σχόλιο ότι όλοι οι χαρακτήρες του έργου σας μιλάνε όπως κι εσείς;
«Ναι, έχω ξανακούσει τέτοιου είδους σχόλια» είπε ο κ. Γουάιλντ ανάβοντας ένα τσιγάρο, «και μάλιστα πιστεύω ότι έχει γραφτεί και κάτι τέτοιο. Η αλήθεια είναι ότι μόνο τα τελευταία χρόνια έχει την ευκαιρία ο κριτικός να δει θεατρικά έργα γραμμένα από κάποιον που κατέχει το ύφος. Στην περίπτωση του δραματουργού είναι αδύνατον να μη νιώσει ότι ένα έργο τέχνης, για να είναι τέχνη, θα πρέπει να εκφράζει τον καλλιτέχνη, να είναι σαρξ εκ της σαρκός του καλλιτέχνη. Ολα τα έργα του Σαίξπηρ είναι αυτό: σαρξ εκ της σαρκός του Σαίξπηρ. Το ίδιο συμβαίνει και με τα έργα του Ιψεν και του Δουμά. Τα δικά μου έργα είναι σαρξ εκ της δικής μου σαρκός».

- Εχετε επηρεαστεί ποτέ από τους προκατόχους σας;
«Μπορώ να δηλώσω με σιγουριά ότι δεν υπάρχει ούτε ένας δραματουργός αυτού του αιώνα που να με έχει επηρεάσει στο ελάχιστο. Μόνο δύο με ενδιαφέρουν».
- Και είναι;
«Ο Βικτόρ Ουγκό και ο Μέτερλινκ».
- Υπάρχουν άλλοι συγγραφείς που να σας έχουν επηρεάσει;
«Εκτός από την αρχαιοελληνική και τη λατινική θεατρική πρόζα και ποίηση, οι μόνοι συγγραφείς που με έχουν επηρεάσει είναι ο Κητς, ο Φλομπέρ και ο Γουόλτερ Πέιτερ [σ.τ.μ.: Walter Pater, 1839-1894, ιστορικός της τέχνης και κριτικός, κυριότερο έργο του οποίου είναι το «Renaissance», μια διεξοδική παρουσίαση της τέχνης στην Αναγέννηση], τους οποίους ήξερα πολύ προτού ακόμη τους γνωρίσω. Για να αναγνωρίσει κάποιος στους υπόλοιπους συγγραφείς το ύφος, θα πρέπει πρώτα να το έχει βρει στην ψυχή τους».
- Θεωρείτε το «Ένας ιδανικός σύζυγος» το καλύτερό σας έργο;
Ένα χαριτωμένο χαμόγελο σχηματίζεται στα χείλη του κ. Ουάιλντ.
«Εχετε, φαίνεται, ξεχάσει την κλασική φράση ότι μόνο οι μετριότητες καλυτερεύουν. Τα τρία έργα μου [σ.τ.μ.: εκτός από το «Ενας ιδανικός σύζυγος», έργο του 1893, αναφέρεται και στα έργα «Η βεντάλια της Λαίδης Ουίντερμιρ» και «Μια γυναίκα χωρίς σημασία», που και τα δύο είχαν πρωτοπαιχθεί ένα χρόνο πριν] είναι μεταξύ τους ­ όπως είχε πει κάποτε και ένας θαυμάσιος νεαρός ποιητής ­ "όπως ένα λευκό τριαντάφυλλο που βρίσκεται πάνω σε ένα πράσινο κοτσάνι, με ένα όμοιό του". Σχηματίζουν δηλαδή έναν τέλειο κύκλο συμπληρώνοντας και τη ζωή με την τέχνη».
- Πιστεύετε ότι οι κριτικοί θα καταλάβουν το καινούργιο σας έργο, που θα ανεβάσει ο κ. Τζορτζ Αλεξάντερ;
«Ελπίζω πως όχι».
- Να μην τολμήσω να ρωτήσω, φαντάζομαι, αν πιστεύετε ότι θα ευχαριστήσει το κοινό.
«Όταν ένα θεατρικό έργο ­ που είναι έργο τέχνης - παρουσιάζεται στο κοινό, δεν δοκιμάζεται το έργο αλλά η σκηνική παρουσίασή του. Ενώ όταν ένα έργο δεν είναι τέχνη, τότε αυτό που δοκιμάζεται είναι το κοινό».
- Τι έργο λοιπόν θα περιμένουμε να δούμε;
«Ενα ασήμαντο, μια κομψή σαπουνόφουσκα που έχει και τη φιλοσοφία της».
- Ποια είναι η φιλοσοφία της;
«Οτι πρέπει να αντιμετωπίζουμε όλα τα ασήμαντα πράγματα στη ζωή μας με σοβαρότητα και όλα τα σοβαρά πράγματα με ειλικρινή και προσεκτική επιπολαιότητα».
- Δεν τείνετε προς τον ρεαλισμό;
«Καθόλου. Ο ρεαλισμός είναι μόνο το φόντο, δεν μπορεί να εμπνεύσει τον καλλιτέχνη για να δημιουργήσει».
- Παρ' όλα αυτά που λέτε, σας συγχαίρουν για τον τρόπο με τον οποίο απεικονίζετε τη λονδρέζικη κοινωνία.
«Αν ο Ρόμπερτ Τσίλτερν, ο χαρακτήρας του "Ενας ιδανικός σύζυγος", ήταν ένας απλός υπάλληλος, η τραγωδία του θα ήταν το ίδιο ανθρώπινη και θλιβερή. Τον τοποθέτησα στην υψηλή κοινωνία μόνο και μόνο επειδή γνωρίζω καλά αυτή την τάξη. Οταν κάποιος αναφέρεται σε πραγματικά συμβάντα, είναι καλύτερα να γνωρίζει καλά το θέμα του».
- Τότε μάλλον δεν θεωρείτε ότι η τέχνη πρέπει να ασχολείται με την τραγικότητα της ανθρώπινης ύπαρξης.
«Αν ένα κάρο πατήσει έναν δημοσιογράφο στο Στραντ, κάτι που δυστυχώς δεν έχω δει ποτέ, δεν αποτελεί δραματικό γεγονός. Ισως να κάνω λάθος, αλλά ένας καλλιτέχνης πρέπει να έχει και κάποια όρια».
- Λοιπόν, είπα και σηκώθηκα να φύγω, διασκέδασα πάρα πολύ.
«Ημουν σίγουρος γι' αυτό» είπε ο κ. Γουάιλντ. «Αλλά πείτε μου, πώς καταφέρνετε να παίρνετε τις συνεντεύξεις σας;».
- Α, ο Πίτμαν, είπα απρόσεκτα.
«Αυτό είναι το όνομά σας; Δεν είναι και πολύ ωραίο όνομα».
Τότε και εγώ τα μάζεψα και έφυγα.

ESPA BANNER