Λένα Μαντά: Ψάχνω το χαμόγελο
Αν οι ιστορίες είναι το νόμισμα και το συνάλλαγμα της κουλτούρας μας, όπως διατείνεται ο διάσημος ψυχολόγος Jerome Bruner, τότε οι μυθοπλάστες τους αποκτούν ιδιαίτερη βαρύτητα στο σύγχρονο … Χρηματιστήριο των αξιών μας. Κι αν κάποιος θελήσει να δει το αντίκρισμα του τρέχοντος «χαρτοφυλακίου» δεν μπορεί παρά να ξεκινήσει από την κορυφή.
Η Λένα Μαντά βρίσκεται συνεχώς πρώτη στη λίστα με τα ευπώλητα της ελληνικής μυθιστοριογραφίας τα τελευταία χρόνια. Κάθε της βιβλίο θέλγει περί τους 150.000 αναγνώστες, άμα τη εμφανίση του. Δυσθεώρητο νούμερο για μία χώρα που διαβάζει όλο και λιγότερο και μία εκδοτική βιομηχανία που παράγει όλο και περισσότερους τίτλους, πασχίζοντας να ανατρέψει τα ειωθότα. Καίτοι των έργων κι όχι των λόγων, η συγγραφέας δέχτηκε πρόθυμα να συμμετάσχει σε ένα παιχνίδι 5 απρόβλεπτων ερωτήσεων, που στόχο έχουν να υποκαταστήσουν τα συνήθη βιογραφικά και τις συστάσεις.
ΕΡ: Σύζυγος, μητέρα ή συγγραφέας; Αν με ένα τρόπο ακαθόριστα υποχρεωτικό έπρεπε να απωλέσετε μία «όψη του δικού σας νομίσματος» ποια θα θυσιάζατε?
Χωρίς να το σκεφτώ θα θυσίαζα την συγγραφέα! Πάνω απ’ όλα είμαι σύζυγος και μητέρα και μετά όλα τα άλλα. Η οικογένειά μου είναι το μυστικό μου, η δύναμή μου, η ίδια μου η υπόσταση! Χωρίς τους αγαπημένους μου δεν υπάρχω εγώ, πώς να υπάρξει η συγγραφέας;
ΕΡ: Ο Βασίλης Βασιλικός χρόνια πριν πάσχισε να γράψει στην αστυνομική του ταυτότητα «επάγγελμα: συγγραφέας». Δεν το αντιμετωπίζετε ως επάγγελμα;
Δεν μπορώ να το δω έτσι, παρ’ όλο που παραδέχομαι ότι η συγγραφή απαιτεί και ωράριο και πειθαρχία. Αν όμως το δω σαν επάγγελμα, θα χάσει για μένα όλη του την γοητεία, όλη του τη μαγεία. Προτιμώ να λέω ότι είμαι «ερασιτέχνης» με την έννοια του εραστή της τέχνης και όχι της αδαούς…. Κρατάω τον ρομαντισμό μου σ’ αυτόν τον τομέα….
ΕΡ: Πίσω από τα προφανή, έχει κάτι το τρομακτικό η υπόθεση της δημοσιότητας και το βάρος της πρωτιάς που κατακτάτε κάθε φορά στα ευπώλητα;
Για την ώρα, δεν αισθάνομαι κανένα βάρος. Κάθε πρωτιά με κάνει να χαίρομαι σαν παιδί που ανοίγει ένα καινούριο δώρο από το Χριστουγεννιάτικο δέντρο. Με κάνει να αισθάνομαι δικαιωμένη και δικαιώνει φυσικά και τον κύριο Ψυχογιό, τον εκδότη μου, που μ’ εμπιστεύτηκε. Τώρα η δημοσιότητα νομίζω ότι αγγίζει κυρίως την Μαντά και λιγότερο την Λένα, που δεν έχει αλλάξει σε τίποτα τους ρυθμούς της ή τις συνήθειές της. Όταν κάθεται στον υπολογιστή της να γράψει κάτι καινούριο δεν σκέφτεται τα νούμερα, παρά μόνο αυτό που γράφει για να της αρέσει….
ΕΡ: Ο Χέμινγουεϊ κάποτε στήθηκε μεταμφιεσμένος μπροστά στην είσοδο του κεντρικού βιβλιοπωλείου που πουλούσε τα έργα του. Χρόνια μετά είπε πως ήθελε να «κατασκοπεύσει» τους αναγνώστες του, να μάθει τι είδους άνθρωποι ήταν. Νοιώσατε ποτέ μία τέτοια περιέργεια;
Στην αρχή όχι. Στην αρχή νόμιζα πως ότι έγραφα ήταν μόνο για μένα. Μετά όταν συνειδητοποίησα ότι όσα έγραφα έμπαιναν σε χιλιάδες σπίτια, χιλιάδες άνθρωποι είχαν δίπλα τους ένα βιβλίο μου, μπορεί. Ίσως γι αυτό μου αρέσει πάρα πολύ να πηγαίνω σε εκθέσεις βιβλίου και να παρακολουθώ τον κόσμο. Να βλέπω πώς αγγίζει τα βιβλία, να προσπαθώ να μαντέψω ποιο θ’ αγοράσει τελικά. Επιπλέον ήρθε το διαδίκτυο και τώρα δεν χρειάζεται να μάθω τι είδους άνθρωποι είναι οι αναγνώστες μου, αφού έτσι κι αλλιώς έγιναν φίλοι μου!
ΕΡ: Παραφράζοντας Ελύτη: «Εξόριστε συγγραφέα, στον αιώνα σου, λέγε τι βλέπεις;»
Βλέπω μοναξιά, συναντώ αδιαφορία για τον συνάνθρωπο, πληγώνομαι με την εύκολη κριτική και την κακοπροαίρετη διάθεση. Αγανακτώ με την γκρίνια και την μιζέρια. Ψάχνω το χαμόγελο… Και ανάμεσα στ’ αγκάθια του αφρόντιστου κήπου της ανθρωπότητας, πώς ξεφυτρώνει η καλοσύνη και η αγάπη; Πώς αντέχει ακόμα η οικογένεια; Πώς επιβιώνει η φιλία; Είναι που υπάρχουν εθελοντές «κηπουροί». Είναι που η ελπίδα πεθαίνει πάντα τελευταία….
Μ.Κορνάρου
Το παρόν άρθρο δημοσιεύεται στο ekriti και υπόκειται στους νόμους περί πνευματικής ιδιοκτησίας. Απαγορεύεται ρητά η αναπαραγωγή του καθ’ οιονδήποτε τρόπο χωρίς την απαραίτητη παραπομπή (link) στην ιστοσελίδα που το δημοσίευσε.