Από προχθές η Ελληνική Δημοκρατία βρίσκεται εγκλωβισμένη σε ένα βίντεο κακής ποιότητας. Τα όσα λέγονται στην υποκλαπείσα συνομιλία Μπαλτάκου-Κασιδιάρη, με τον τρόπο και στο περιβάλλον όπου λέγονται, δεν αφορούν προφανώς μόνον τους συνομιλητές ούτε καν μόνο τους αναφερόμενους. Στο βίντεο διασύρονται η υπαρκτή δημοκρατία και οι θεσμοί της.
Οι λέξεις, οι εκφράσεις, οι χειρονομίες, το όλο πνεύμα προσέγγισης κορυφαίων θεσμικών προσώπων δείχνει την πολιτική λειτουργία σαν διαρκή συναλλαγή εν κρυπτεία, σαν αλυσίδα συνωμοσιών, στην καλύτερη περίπτωση σαν αδιάκοπους τακτικούς ελιγμούς σύμφωνα με ένα δόγμα: ο σκοπός αγιάζει τα μέσα.
Ποιος είναι ο σκοπός; Οι ψήφοι των αγανακτισμένων, παρασυρθέντων, ακροδεξιών που μετανάστευσαν στη Χρυσή Αυγή – η προφανέστερη εκδοχή. Ας πάμε βαθύτερα: Η εξουσία. Η νομή της εξουσίας, παντί τρόπω, ακόμη και με τίμημα την αλλοίωση της δημοκρατικής ουσίας του κράτους.
Το βίντεο δεν είναι η επιτομή της λεκτικής χυδαιότητας μόνο, είναι και επιτομή του πιο ωμού αμοραλισμού, μια βαλκανομαφιόζικη εκδοχή μακιαβελισμού. Η πολιτική στον κοινοβουλευτισμό διεξάγεται με όρους ιδιοτελούς συμφέροντος, εντοπιότητας, μικρονιτερέσου, θρησκευτικής συνάφειας και συνωμοσιολογίας. Η κατασκευή και δημοσιοποίηση του βίντεο δείχνει, επιπλέον, ότι η πολιτική είναι συνωμοσία, εκβιασμός, εκδίκηση, ολοσχερής εξόντωση του αντιπάλου, είναι μια εκδήλωση ριζικού κακού.
Λέμε συχνά, στερεοτυπικά, ότι η ζωή αντιγράφει την τέχνη. Μερικοί είπαν ήδη ότι το βίντεο θύμιζε σαν κακέκτυπο το πολιτικό σίριαλ «House of cards». Αλλά ποιος είναι εδώ ο Φρανκ Αντεργουντ, ο βουλευτής που στρώνει με αίμα τον δρόμο προς την κορυφή; Κανείς.
Εδώ μόνο το αίμα της δημοκρατίας μένει χυμένο, σκόρπιο, σπαταλημένο. Εδώ, η ζωή αντιγράφει με τον πιο σαρδόνιο τρόπο τις κακότεχνες μυθοπλασίες του και λογοτέχνη Κασιδιάρη, την κακορίζικη αλαζονεία του κάθε ακροδεξιού, την οίηση και την ατιμωρησία ουτιδανών και τυχάρπαστων.
Αφεύκτως, η μνήμη ανασύρει μια ηχογράφηση από το παρελθόν: την υποκλαπείσα συνδιάλεξη των Μένιου Κουτσόγιωργα και Σταύρου Ψυχάρη, η οποία μετεδίδετο από τα ραδιόφωνα την εποχή του σκανδάλου Κοσκωτά. Ηταν σοκ, το ισχυρότερο σοκ που θυμάμαι από εκείνη την ταραγμένη εποχή, ακριβώς διότι η φόρμα συναρτάτο αδιάσπαστα με το περιεχόμενο: ο τότε απειλούμενος υπουργός εν τη απογνώσει του να σώσει τον ραγισμένο θρόνο του, εκφραζόταν με την ίδια ωμή χυδαιότητα που ακούσαμε από το δίδυμο Μπαλτάκου-Κασιδιάρη.
Μερικούς μήνες αργότερα, ο Κουτσόγιωργας έπεφτε ξέπνοος σαν δέντρο μες στο Ειδικό Δικαστήριο: «Δεν δύναμαι, κύριε πρόεδρε…» Σαν ομηρική αναπαράσταση Νεμέσεως.