"Μα τι θέλουν πια κι οι κρητικοί;" Μία ... χιουμοριστική απάντηση
Το κύριο πρόβλημά του είναι πως καίτοι νησί έχει τα χαρακτηριστικά .. ηπείρου. Να κάτι οροσειρές καταμεσής, να κάτι πεδιάδες εκτεθειμένες στους αέρηδες από την άλλη, να και μία περιμετρική πανέμορφη παραθαλάσσια ζώνη.
Ευλογημένος τόπος, δε λέω; Αλλά πως να ζήσεις; Ή "γκαρσόνι της Ευρώπης" (που 'λεγε ο προφήτης ... Σκουλάς προ δεκαετιών) ή καλλιεργητής. Κι όσα χρόνια τα "γκαρσόνια" είχαν πέραση όλοι είμασταν ευτυχισμένοι, όπως στα παραμύθια. Ζούσαμε εμείς καλά κι οι τουρίστες μας καλύτερα. Τώρα όμως που ο γερμανός στοίβαξε τις Mercedes και δεν βρίσκει αγοραστή κι ο Βρετανός σκέφτεται να κάνει το City .. american bar, μας έπιασε κι εμάς η πιλάλα.
Διότι όσο "βάζαμε κολόνια ζιβανσί και στα ποδάρια μας" και παριστάναμε τους ξενοδόχους, ο πελάτης συμβιβαζόταν. Όχι πως δεν έβλεπε ο καψερός πως δεν είχαμε υποδομές. Το 'βλεπε, αλλά σου λεγε "sea, sun, sex" να 'χει και δεν βαριέσαι. Έλα όμως που όλα τα ωραία κρατάνε λίγο. Κι όταν η Μέρκελ αρχίζει να σου λέει "κάνε κράττει" εννοεί "να κάτσεις σπίτι, να αράξεις σπίτι".
Κι επειδή ο Γερμανός, είναι Γερμανός και την πειθαρχία την έχει Ευαγγέλιο, βρεθήκαμε κι εμείς εις θέσιν δεινοτάτη.
Και κάπως έτσι στις μικρές αγγελίες μας το "πωλούνται 50 στρέμματα σε εξαιρετικού φυσικού κάλλους περιοχή, κατάλληλα για ξενοδοχείο" το αλλάξαμε σε "πωλείται αγροτεμάχιο λαστιχομένο και άμεσα καλλιεργήσιμο". Επιστρέψαμε λοιπόν, ως διορατικοί άνθρωποι στη φύση κι αρχίσαμε να φυτεύουμε ελίτσες και αμπελάκια. Όχι απερίσκεπτα. Είναι οι μόνες καλλιέργειες που μας επιτρέπει η ΚΑΠ(α) των Βρυξελλών. Και θα ζούσαμε πάλι ως μπέηδες αν εκείνος ο νοσηρός εγκέφαλος προ ετών δεν μας είχε σκάψει το λάκκο. Διότι το λάδι μας είναι καλότατο αλλά το πουλάμε στους .. Ιταλούς, που με την σειρά τους το πουλάνε στους λοιπούς εταίρους. Κι όσο να πεις μία μίζα για τον κόπο τους την θέλουνε. Κι ως γνωστόν όταν ο αγοραστής ζορίζεται, ο μεσάζων μετακυλεί το πρόβλημα στον παραγωγό. Eν ολίγοις, παλιοκατάσταση!
Αλλά και με το κρασί δεν τα πολυκαταφέραμε. Εμείς παραδοσιακά το πίναμε μεταξύ μας και το πουλούσαμε και στους συντέκνους μας αλλά ξαφνικά εκείνος ο νοσηρός εγκέφαλος -που λέγαμε- λύσσαξε να μας εκσυγχρονίσει. Μας έδωσε μία ύποπτη επιδότηση να ξεπατώσουμε τις ντόπιες ποικιλίες και μετά μας έφερε αμερικάνικα κλήματα, που αρρώστησαν από κάθε λογής φυλλοξήρα. Αργότερα μας έφτιαξε και τον ΕΛΓΑ (Ελληνικό Λογαριασμό Γεωργικών Ασφαλίσεων) για να μας αποζημιώνει τις ζημιές μας (όσο θέλει). Κι επειδή η πενία τέχνας κατεργάζεται, μας έφτιαξε και τον ΟΠΕΚΕΠΕ (κανείς δεν θυμάται τι σημαίνει κι αν σας το πω δεν θα το πιστέψετε -Οργανισμός Πληρωμών και Ελέγχου Κοινοτικών Ενισχύσεων Προσανατολισμού και Εγγυήσεων-) και μας αποτελείωσε. Το πρόβλημά μας πια είναι πως το κρασί δεν το πίνουμε παρεΐστικα αλλά απαιτούμε να το εξάγουμε. Μόνο που οι Γάλλοι στρογγυλοκάθισαν στην πρώτη θέση κι όλο γελάνε με τα χάλια μας. (Καλά, τα τελευταία χρόνια υπάρχουν προσπάθειες που .. τους έκοψαν το πολύ το γέλιο).
Απογοητευμένοι καθώς είμαστε αλλά .. μονίμως διορατικοί, εκμεταλλευτήκαμε τα αμπέλια μας αλλιώς. Τα κάναμε σταφίδα. Έτσι αισίως γεμίσαμε προ ετών τις αποθήκες της ΚΣΟΣ (πάλαι ποτέ Κοινοπραξία Συνεταιριστικών Οργανώσεων Σουλτανίνας) σταφίδα για να φτιάξει ωραιότατα κέικ όλος ο πλανήτης. Μόνο που κανείς δεν την ήθελε και προτιμούσαν όλοι την τούρκικη που ήταν φθηνότερη. Κι αν μας άφηναν θα μαζεύαμε κι άλλη σταφίδα και να την ντανιάσουμε κι αυτή στις αποθήκες σε περίπτωση που θέλουν κι άλλοι πλανήτες να φτιάξουν κέικ.
Ακόμη κι οι συντοπίτες μας στο Μυλοπόταμο που χρόνια πριν .. ανθίστηκαν την κατάσταση και το 'ριξαν στην μονοκαλλιέργεια του χασίς, αντιμετωπίσαν κρίση. Το προϊόν είχε κατακτήσει την Ολλανδική αγορά χωρίς ιδιαίτερη διαφημιστική δαπάνη, αλλά η ΚΑΠ δεν το προέβλεπε κι έτσι .. αναδιαρθρώθηκε πάραυτα. Και να σου τα ελικόπτερα κι οι επιχειρήσεις αρετής κι έτσι το σχέδιο (ευτυχώς -για να σοβαρευτούμε πρόσκαιρα) ναυάγησε.
Κατόπιν τούτου εμείς εδώ ή θα φάμε ο ένας τον άλλον ή που και που θα παίρνουμε τα "τεράστια" τρακτέρ μας και θα κάνουμε απόβαση στον Πειραιά για να μας φιλεύει κανένα σάντουιτς ο κ. Τσαυτάρης και να ξεγελάμε προσωρινά την πείνα μας.
Υ.Γ. Το κείμενο είναι ... απολογητικό και επιχειρεί να απαντήσει στο αγωνιώδες ερώτημα που συγκλονίζει κατά καιρούς το πανελλήνιο: "Μα, τι θέλουν πια κι οι κρητικοί;" Γράφεται ενόψη των νέων κινητοποιήσεων κι έχει διάθεση χιουμοριστική, αν και γλυκόπικρη, καθώς οι αλήθειες μας με μία δόση χιούμορ γίνονται πιο εύπεπτες.
Μ.Κ.
Το παρόν άρθρο δημοσιεύεται στο ekriti και υπόκειται στους νόμους περί πνευματικής ιδιοκτησίας. Απαγορεύεται ρητά η αναπαραγωγή του καθ’ οιονδήποτε τρόπο χωρίς την απαραίτητη παραπομπή (link) στην ιστοσελίδα που το δημοσίευσε.