Η κληρονομιά των Ελλήνων
Από τους προγόνους μας δεν κληρονομήσαμε μόνο αυτή την πανέμορφη χώρα που σήμερα την εκχωρούμε στους ξένους γοητευμένοι από τα λαμπυρίζοντα ευρώ που μας δείχνουν…
Δεν κληρονομήσαμε μόνο μια γλώσσα με αναρίθμητες αρετές, μητέρα ουσιαστικά όλων των σύγχρονων γλωσσών της δύσης, την οποία κακοποιούμε βάναυσα και συστηματικά με εντολές του υπουργείου «παιδείας»…
Δεν κληρονομήσαμε μόνο μια απέραντη ιστορία ηρωισμών που σήμερα συκοφαντούμε και αποδομούμε μετά μανίας ώστε να μας μείνουν στο τέλος οι φανταστικοί ήρωες της δύσης που συνήθως είναι μπάτσοι, πράκτορες μυστικών υπηρεσιών που διαφημίζουν αυτοκίνητα και ρολόγια ή μπρατσάτοι εξολοθρευτές τρομοκρατών οι οποίοι απειλούν το ωραίο μας σύστημα…
Δεν κληρονομήσαμε μόνο το «κοπυράιτ» της φιλοσοφίας, της δημοκρατίας, της δικαιοσύνης, της επιστήμης, της τέχνης από γιγαντιαίες προσωπικότητες όπως ο Αριστοτέλης, ο Πλάτωνας, ο Περικλής, ο Σόλων, ο Δημόκριτος, ο Ιπποκράτης, ο Όμηρος, ο Ευριπίδης και τόσοι άλλοι, το έργο των οποίων το 95% από εμάς το αγνοεί πλήρως αθωώνοντας την άγνοιά του με ένα βολικό «έλα μωρέ, τα έκφυλα γεροντάκια τώρα»…
Κληρονομήσαμε επίσης και την ισχυρή προσωπικότητα. Χαρακτηριστικό γνώρισμα των προγόνων μας που δικαιολογεί εν πολλοίς τον αλληλοσπαραγμό των πόλεων αλλά και τον αλληλοσπαραγμό εντός των πόλεων…
Σήμερα λέμε πως στους δέκα Έλληνες υπάρχουν τουλάχιστον έντεκα απόψεις. Χαριτολόγημα μεν άλλα με ισχυρή βάση αλήθειας. Παράδειγμα η σημερινή πολιτική κατάσταση στη χώρα μας:
Μετά από σχεδόν έξι χρόνια κατρακύλας της χώρας στα τάρταρα της υπανάπτυξης, της φτώχειας, της ταπείνωσης και του εξευτελισμού, όλοι έχουμε πια συνειδητοποιήσει πώς το δίλλημα («διακύβευμα» θα το έλεγε ο Βενιζέλος, μια λέξη εφεύρημα που δεν σημαίνει απολύτως τίποτα, όπως άλλωστε και κάθε πομφόλυγα που ακούγεται σήμερα στα τοκ-σόου και στην αίθουσα των τριακοσίων) είναι ένα και σαφές:
Υποτέλεια ή ανεξαρτησία; Τόσο απλά, τόσο επιγραμματικά.
Στην πρώτη περίπτωση αφήνουμε άλλους να αποφασίζουν για το παρόν και το μέλλον μας με την παραδοχή ότι είμαστε παντελώς άχρηστοι, ανίκανοι να αυτοδιοικηθούμε, τεμπέληδες του κερατά, γεννημένοι επαίτες κλπ αλλά και με την ελπίδα παράλληλα ότι οι «άλλοι», οι φίλοι, οι σύμμαχοι, οι εταίροι, οι συγκάτοικοι στο κοινό σπίτι (πόσο τρυφερό!) θα μας δουν με συμπάθεια, κατανόηση, αλληλεγγύη, ανθρωπιά και ως καλοί δάσκαλοι θα κάνουν τη χώρα μας καλύτερη κι από τη δική τους. Δεν θα κοιτάξουν δηλαδή το δικό τους συμφέρον ή την ικανοποίηση του ένστικτου της κατασπάραξης, διαψεύδοντας πανηγυρικά τον Πλαύτο που έλεγε ότι ο άνθρωπος είναι λύκος για τον άνθρωπο. Κι αν αυτό δεν γίνει φέτος ή του χρόνου, έχουμε τον Τσίπρα που θα τους αλλάξει μια μέρα. Ζωή να ‘χουμε (θα ‘χουμε;).
Στη δεύτερη περίπτωση συμπεριφερόμαστε σαν Έλληνες (This is Sparta!), τους στέλνομε στο διάολο, ζητάμε από τους εχθρούς τους να εγγυηθούν τα σύνορά μας με αντάλλαγμα στρατιωτικές διευκολύνσεις, κάνουμε μια καινούργια αρχή με εθνοσυνέλευση, έχουμε δικό μας νόμισμα όπως και οι άλλες 180 χώρες από τις περίπου 195 του πλανήτη, ανοίγουμε ξανά τα εργοστάσια που μας έκλεισαν και τα πολυκαταστήματα που μας έκαψαν, εκμεταλλευόμαστε πλήρως την πλούσια γη, το πλούσιο υπέδαφος, την πλούσια θάλασσα, την ενέργεια από τις πλούσιες ανανεώσιμες πηγές που διαθέτουμε, τον τουρισμό, τη ναυτιλία, την παιδεία στη χώρα που γεννήθηκε... Μετά από δεκαετίες προσκόλλησης στη δύση που μονίμως μας λοιδορεί και μας λεηλατεί, γινόμαστε ξανά Έλληνες.
Ένα κι ένα κάνουν δύο λοιπόν.
…Όμως οι απόψεις είναι όσες και τα κεφάλια σε αυτή τη χώρα. Και οι μεν οπαδοί της υποτέλειας είναι στην ουσία ενωμένοι ως εξουσία, κι ας εμφανίζονται με πολλούς σχηματισμούς, πράγμα χρήσιμο για να είναι πολυσυλλεκτικοί, οι δε νοσταλγοί της ανεξαρτησίας είναι κόκκοι άμμου σε παραλία.
Προσωπικές φιλοδοξίες, διαφωνίες σε δευτερεύοντα, τριτεύοντα και τεταρτεύοντα ζητήματα έχουν σαν αποτέλεσμα να υπάρχουν δεκάδες μικρομάγαζα, οχυρωμένα το καθένα στο δικό του δίκιο, που όμως δεν εμπνέουν τον κόσμο και που τροφοδοτούν την αποχή και την παραίτηση. Αποτέλεσμα είναι να έχουμε μια Βουλή που αποτελείται κατά 90% από ανδρείκελα στην υπηρεσία ξένων τοκογλύφων και αρπακτικών πράγμα που σε καμιά περίπτωση δεν αντιπροσωπεύει τον ελληνικό λαό.
Σε ξέγνοιαστες εποχές είναι ωραίες, ενδιαφέρουσες και χρήσιμες οι διαφωνίες. Αυτές γεννούσαν την ανάγκη για τις κουβέντες στα ταβερνεία, στα συμπόσια και στην Πνύκα και από αυτές προέκυψαν οι σπουδαίες ιδέες.
Όμως εδώ τώρα το να αναλισκόμαστε σε απέραντες βυζαντινολογίες για το από πού εκπορεύεται το άγιο πνεύμα ενώ οι Τούρκοι είναι απ’ έξω, είναι εγκληματικό.
Αν όντως μετά από το στραπάτσο των μνημονίων και εν όψει του εφιαλτικού μέλλοντος που έρχεται με καλπασμό, συνειδητοποιήσαμε οι περισσότεροι το δίλλημα υποτέλεια ή ανεξαρτησία, αυτό που επιβάλλεται να συνειδητοποιήσουμε τώρα είναι πως απέναντί μας βρίσκεται ένας εξωτερικός εχθρός.
Κληρονομήσαμε το «κουσούρι»(;) των προγόνων μας να μην συμπεριφερόμαστε αγεληδόν. Να είμαστε προσωπικότητες με άποψη. Να διαφωνούμε ακόμα και με τον εαυτό μας. Ας ελπίσουμε όμως πως κληρονομήσαμε και το άλλο: Μπροστά στον εξωτερικό εχθρό τα παραμερίζανε όλα. Γίνονταν μια γροθιά και ο αντίπαλος δεν είχε τύχη. (Αν οι Έλληνες ενωθούν αλλοίμονο μας, έλεγε ο Τσόρτσιλ που κάτι κατάλαβε).
Έτσι και τώρα. Σημασία δεν έχει αν το καράβι μας θα το βάψουμε μπλε, πράσινο, κόκκινο, πορτοκαλί ή βυσσινί. Προέχει να σώσουμε το καράβι που το πάνε στα βράχια. Μετά συζητάμε για το χρώμα.
Γράφει ο Δημήτρης Βαρος.