Η Μεγάλη Σαρακοστή
Βρισκόμαστε ήδη ενώπιον της περιόδου των σαράντα ημερών προ της Μ. Εβδομάδας, περιόδου που είναι γνωστή ως Μεγάλη Τεσσαρακοστή (επί το λαϊκότερο Σαρακοστή). Πρόκειται για την περίοδο από την καθαρή Δευτέρα έως την Κυριακή των Βαΐων. Χαρακτηριστικό αυτής της χρονικής περιόδου είναι η νηστεία από διάφορες τροφές (κυρίως από κρέας), οι ιδιαίτερες εκκλησιαστικές ακολουθίες και το κλίμα κατάνυξης που τις συνοδεύει. Το τεσσαρακονθήμερο της νηστείας θεσπίστηκε από το γεγονός ότι και ο Χριστός, σύμφωνα με την Καινή Διαθήκη, νήστεψε σαράντα ημέρες, προτού αρχίσει τη δημόσια δράση Του.
Σε παλαιότερες εποχές, όταν οι άνθρωποι τηρούσαν αυστηρά την εκκλησιαστική τάξη, η νηστεία τηρούνταν σχεδόν απαρέγκλιτα από όλους τους χριστιανούς, κυρίως τις γυναίκες. Μάλιστα, όπως γράφει ο μεγάλος λαογράφος Γεώργιος Μέγας, τις τρεις πρώτες μέρες της Σαρακοστής η νηστεία είναι απόλυτη. Ούτε ψωμί ούτε νερό! Κατά το πλείστον γυναίκες, γριές και νέες, τηρούσαν το λεγόμενο «τρίμερον». (Ελληνικαί εορταί, σ.124). Κατά τη διάρκεια της Σαρακοστής επικρατούσαν (και ίσως επικρατούν ακόμη) κατά τόπους διάφορες συνήθειες κοινωνικής μορφής, όπως η διανομή φαγητών σε γείτονες και παιδιά, για ψυχικό. Συχνές ήταν κατά την περίοδο αυτή οι παννυχίδες (αγρυπνίες), δηλαδή ολονύκτιες ακολουθίες στους ναούς. Για τις αγρυπνίες αυτές, στα παλιότερα χρόνια, οι κάτοικοι ξυπνούσαν από τον «τουμπακάρη», ο οποίος περιερχόταν τους δρόμους χτυπώντας τύμπανα (,ο.π. σ. 125-26).
Στη διάρκεια της Σαρακοστής υπάρχουν και διάφορα λαϊκά έθιμα, ανάλογα με την εορτή, όπως π. χ. των αγίων Θεοδώρων, την Κυριακή της Ορθοδοξίας, της Σταυροπροσκυνήσεως, την Τετάρτη του Μεγάλου Κανόνος, των αγίων Σαράντα (9 Μαρτίου), του Ευαγγελισμού. Πολλά και σημαντικά ήταν και τα έθιμα της 1ης Μαρτίου, επειδή μέχρι το 152 π. Χ. ο Μάρτιος ήταν ο πρώτος μήνας του έτους και θεωρούνταν η αρχή του καλοκαιριού, όπως το λέει και η λαϊκή παροιμία: «Από Αύγουστο χειμώνα κι από Μάρτη καλοκαίρι».
Ωστόσο, δεν είναι σκοπός μου να ασχοληθώ με τα έθιμα της Σαρακοστής. Θα εστιάσω στη σημασία που έχει αυτή η περίοδος για τη ζωή μας σε κάθε εποχή και προπάντων σε εποχές καθολικά κρίσιμες σαν τη δική μας. Από θεολογική και εκκλησιαστική άποψη, πρώτα-πρώτα, η Σαρακοστή είναι η πορεία προς τη μεγάλη εορτή του Πάσχα. Είναι ένα ταξίδι. «Κι όταν κάποιος ξεκινάει για ένα ταξίδι θα πρέπει να ξέρει πού πηγαίνει. Αυτό συμβαίνει με τη Μεγάλη Σαρακοστή. Πάνω απ’ όλα η Μεγάλη Σαρακοστή είναι ένα πνευματικό ταξίδι που προορισμός του είναι το Πάσχα, η εορτή των εορτών», γράφει ο π. Αλέξανδρος Σμέμαν στο βιβλίο του «Μεγάλη Σαρακοστή» (σ. 13). Επομένως, για να αντιληφθούμε τη σημασία της Σαρακοστής, πρέπει να κατανοήσουμε πρώτα τι είναι και τι σημαίνει το Πάσχα για τη ζωή της Εκκλησίας και του κάθε χριστιανού χωριστά. Και όπως γράφει και πάλι ο μακαριστός π. Αλέξανδρος Σμέμαν «το Πάσχα πανηγυρίζουμε την Ανάσταση του Χριστού σαν γεγονός που έγινε και γίνεται και ακόμη γίνεται σε μας. Γιατί ο καθένας από μας έλαβε τα δώρα αυτής της νέας ζωής και τη δύναμη να την αποδεχτεί και να ζήσει δια μέσου της. Είναι ένα δώρο που αλλάζει ριζικά τη διάθεσή μας απέναντι σε κάθε κατάσταση αυτού του κόσμου, ακόμη και απέναντι στο θάνατο» (σ. 14). Είναι, επομένως, η Σαρακοστή η προετοιμασία μας, για να δεχτούμε αυτή τη νέα ζωή, είναι ο δρόμος που οδηγεί προς τον τελικό προορισμό. Τη Σαρακοστή ζούμε με το όραμα και την πρόγευση του Πάσχα, που κάνει τη δυσκολία της άσκησης χαρά και φως και τη δική μας προσπάθεια μια πνευματική άνοιξη.
Από αυτή τη σκοπιά βλέποντας τα πράγματα, μπορούμε ίσως να αντιληφθούμε και την κοινωνική διάσταση που έδιναν στη Σαρακοστή οι παλαιότεροι: κάνοντας «ψυχικά», όπως είπαμε, οι άνθρωποι, ζούσαν έμπρακτα τη νέα ζωή της αγάπης προς το συνάνθρωπο, χτίζοντας σχέσεις με το μοίρασμα της τροφής και κοινωνώντας των προβλημάτων του γείτονα και πλησίον τους. Έτσι, η Σαρακοστή ήταν η ευκαιρία να βγουν οι άνθρωποι από το Εγώ τους, να στραφούν προς τον άλλο, τον άνθρωπο που είχε ανάγκη, και με τον τρόπο αυτό να πραγματωθούν ως άνθρωποι. Γιατί αληθινός άνθρωπος είναι εκείνος που συμπονά, εκείνος που ενδιαφέρεται διακριτικά και όχι φαρισαϊκά για το διπλανό του, εκείνος που συστέλλει το Εγώ του και διαστέλλει εντός του την αγάπη και το ενδιαφέρον του υπέρ του άλλου. Υπ’ αυτή την έννοια, η Σαρακοστή έρχεται να μας θυμίσει σήμερα, σε εποχές δύσκολες, ότι δεν υπάρχουμε μόνο εμείς ως άτομα, αλλ’ ότι δίπλα μας υπάρχουν οι φτωχοί, οι ξένοι, οι άστεγοι, προς τους οποίους πρέπει να στρέψουμε το βλέμμα.
Όμως, ως περίοδος άσκησης ενώπιον του Πάσχα, η Σαρακοστή μας ζητά να ζήσουμε στραμμένοι και προσανατολισμένοι προς μια πνευματική ενατένιση της ζωής. Σ’ αυτό το πλαίσιο πρέπει να δούμε και τη συμμετοχή στις εκκλησιαστικές ακολουθίες καθώς και τη νηστεία σαν ένα είδος προετοιμασίας και αναμονής, «ένα είδος πνευματικής αυτοσυγκέντρωσης γι’ αυτό που έρχεται», δηλαδή την Ανάσταση. Συγχρόνως, βέβαια, η νηστεία με την ασκητική της μορφή συντελεί στην απελευθέρωση του ανθρώπου από τα πάθη και τις άλογες ορέξεις του σώματος, αφού μόνο με την άσκηση και την υπομονετική προσπάθεια ο άνθρωπος αντιλαμβάνεται ότι δεν μπορεί να ζήσει μόνο «επ’ άρτω». Η νίκη επί των παθών και η υπέρβαση των σαρκικών επιθυμιών επαναφέρουν εντός του ανθρώπου την προτεραιότητα του πνεύματος. Επιπλέον, σε εποχές θεοποίησης της κατανάλωσης, όπως η δική μας, αυτή η ασκητική στάση του ανθρώπου, η υιοθέτηση δηλαδή ενός λιτού τρόπου διατροφής, σύμφωνα με τη σοφία και την πείρα των Πατέρων της Εκκλησίας, μπορεί να συμβάλει αφενός στην καλύτερη υγεία του ανθρώπου και αφετέρου στην προστασία του περιβάλλοντος, το οποίο καταστρέφεται μέρα με τη μέρα από την ανθρώπινη αδηφαγία και απληστία.
Η Σαρακοστή είναι μια πρόκληση και πρόσκληση συγχρόνως: πρόκληση για να δοκιμάσουμε και να γευτούμε την ασκητική της Ορθοδοξίας, που είναι καταστάλαγμα μιας πείρας αιώνων, και πρόσκληση για να προετοιμαστούμε πνευματικά και σωματικά για τη μεγάλη γιορτή του Πάσχα. Γιατί ο άνθρωπος δεν είναι ούτε μόνο πνεύμα ούτε μόνο σώμα. Είναι μια ολότητα ψυχοσωματική και ως τέτοιος προσανατολίζεται προς την πνευματική ζωή. Γι’ αυτό δεν υπάρχει αληθινή πνευματική ζωή, χωρίς τη συμμετοχή και του σώματος σ’ αυτήν. Η Σαρακοστή είναι μια ευκαιρία να ζήσουμε με όλο μας το είναι τη ζωή του πνεύματος.
Του κ.Ιωάννη Τσερεβελάκη Θεολόγου και Πρωτοψάλτου του Ιερού Ενοριακού Ναού Γενεσίου Θεοτόκου Μπεντεβή Ηρακλείου