Η συγχώρεση ως καρπός της προσευχής. Του Χαράλαμπου Παπαδόπουλου
Ένας οδηγός κάνει παράνομη προσπέραση και βρίσκεται στο αντίθετο ρεύμα κυκλοφορίας που οδηγούμε εμείς. Κι εμείς αντί να μειώσουμε ταχύτητα και να πιάσουμε όσο μπορούμε άκρη για να αποφύγουμε την σύγκρουση, αυξάνουμε ταχύτητα λέγοντας στον εαυτό μας ότι έχουμε δίκιο, δεν παρανομούμε, ο άλλος είναι που κάμνει το λάθος. Πολύ σωστά. Αυτό θα δείξει και το πόρισμα της τροχαίας. Εμείς όμως είναι πολύ πιθανό, ότι δεν θα διαβάσουμε ποτέ αυτό το πόρισμα. Μ’ αυτό το έξυπνο παράδειγμα ο ομιλητής, στις καθιερωμένες ομιλίες που γίνονται στον Ιερό Ναό Πέτρου και Παύλου Γιαννιτσών κάθε Κυριακή απόγευμα, ήθελε να δείξει ότι παρόμοια φερόμαστε όταν δεν συγχωρούμε τους άλλους, επειδή το φταίξιμο ήταν δικό τους, αυτοί μας αδίκησαν. Ο τίτλος της ομιλίας ήταν «η συγχώρεση ως καρπός της προσευχής».
Αρχικά εξήγησε ο ομιλητής ότι για την συγχώρεση υπάρχει μεγάλη παρανόηση και νομίζουμε ότι όταν συγχωρούμε τους άλλους γινόμαστε αδύναμοι και ευάλωτοι. Μια αιτία της παρανόησης είναι ότι δεν διαβάζουμε την Αγία Γραφή. Και νομίζουμε ότι συγχωρώ τους άλλους σημαίνει να κάμνουμε ατελείωτη υπομονή, μέχρι που να μην αντέχουμε άλλο, προσδοκώντας και κάνοντας προσευχή για να διορθωθούν οι άλλοι. Στο Ευαγγέλιο λέει όμως «εν τη υπομονή υμών κτήσασθε τας ψυχάς ημών». Κάντε υπομονή με στόχο να οικοδομήσετε τις δικές σας ψυχές, όχι για να διορθώσετε τους άλλους.
Για να δείξει ο ομιλητής τι σημαίνει συγχώρεση χρησιμοποίησε ένα παράδειγμα από την Παλαιά Διαθήκη. Δυο χρόνια μετά την έξοδό τους από την Αίγυπτο, οι Εβραίοι και πάλι έδειξαν μεγάλη απιστία και αχαριστία προς τον Θεό, αν και είχαν ζήσει την θαυμαστή διάβαση της Ερυθράς Θάλασσας και πολλά άλλα θαύματα. Επί πλέον κυνηγούσαν να σκοτώσουν τον Μωυσή και τους λίγους Εβραίους που έμεναν πιστοί στον αληθινό Θεό. Και είπε ο Θεός στον Μωυσή, μέχρι πότε αυτός ο λαός θα με εξοργίζει και δεν θα πιστεύει στα τόσα θαύματα που τους κάνω ; Λοιπόν, θα τους εξαφανίσω και θα αναστήσω από το δικό σου σπέρμα και από την γενιά σου ένα έθνος πολύ μεγαλύτερο και σ’ αυτό θα παραδώσω τη γη της επαγγελίας, όπως υποσχέθηκα. Η πρόταση ήταν πολύ δελεαστική για τον Μωυσή , λογικά θα έπρεπε να την αποδεχθεί.
Ο Μωυσής όμως δεν θυμώνει, δεν αγανακτεί, δεν θεωρεί ότι αδικείται. Επικρατεί το έλεος και η ευσπλαχνία, αντί της δικαιοσύνης και της λογικής. Με διάθεση ικεσίας στρέφεται προς τον Θεό και προσεύχεται για τον λαό του. Και παλεύει με τον Θεό και του λέει. Οι Αιγύπτιοι αλλά και οι άλλοι λαοί έχουν ακούσει και μάθει ότι Εσύ τους έβγαλες από την Αίγυπτο και είσαι προστάτης τους. Θα πουν ότι επειδή δεν κατόρθωσε να τους φέρει στην χώρα που τους υποσχέθηκε, τους έστρωσε νεκρούς πάνω στην έρημο. Αλλά Κύριε Εσύ που είσαι δίκαιος και αληθινός, συγχώρησε την αμαρτία τους και γίνε εύσπλαχνος σ’ αυτούς.
Δεν είναι και τόσο φρόνιμο να υπερασπίζεσαι τους επίδοξους δολοφόνους σου. Ο Μωυσής εκλαμβάνει την αδικία, την πονηριά, ακόμα και την απειλή κατά της ζωής του σαν αφορμή για προσευχή. Η εντολή της αγάπης προς τους εχθρούς υλοποιείται με στροφή προς τον Θεό. Πόσο παράδοξο ακούγεται αυτό, να μας αδικούν και να τους συγχωρούμε, να παρακαλούμε τον Θεό να τους ελεήσει. Πόσο φρόνιμο είναι ενώ μας κυνηγούν, να μην ασχολούμαστε με τις αρρωστημένες πράξεις τους, αλλά να στρεφόμαστε προς τον Θεό, με προσευχή γεμάτη αγάπη. Αυτοί να θέλουν να μας ρίξουν στον βόρβορο της πονηριάς κι εμείς να πέφτουμε μαζί τους στο έλεος του Θεού. Πόσο ελεύθερος και γαλήνιος πνευματικά γίνεται τότε ο άνθρωπος. Ας βάλουμε στη θέση του Μωυσή τους εαυτούς μας και στη θέση των Εβραίων όλους τους εχθρούς μας, συγγενείς και μη. Τα βάσανά μας, οι αδικίες είναι μεγάλα αλλά όχι σαν αυτά του Μωυσή. Είναι αλήθεια όμως ότι τέτοιου είδους καταστάσεις δεν αντιμετωπίζονται ανθρωπίνως. «Χωρίς εμού ου δύνασθαι ποιείν ουδέν» μας είπε ο Χριστός.
Η κίνηση προς τον Θεό μέσω της προσευχής θα πρέπει να είναι η πρώτη μας κίνηση. Εμείς όμως μόλις αισθανθούμε την προσβολή παραδιδόμαστε σε ατελείωτους λογισμούς. Ψάχνουμε το γιατί, το πώς ,με λογική και δικαιοσύνη. Σε παρακαλώ Θεέ μου φώτισε τον γείτονά μου, βάλε μυαλό στον άντρα μου, κάνε να μην μιλάει η γυναίκα μου. Σε μένα μη δώσεις τίποτα, δεν χρειάζεται, οι άλλοι μόνο χρειάζονται την βοήθειά Σου. Το πρόβλημα δεν είναι η επίθεση που δεχθήκαμε, αλλά οι λογισμοί. Αν χωρίσει ένα παιδί μας, η πρώτη μας κίνηση είναι να διαγράψουμε το όνομα του γαμπρού ή της νύφης από τα ονόματα που δίνουμε για μνημόνευση στην Εκκλησία. Αντί να παρακαλούμε τον Θεό να ελεήσει τον άνθρωπο αυτό, τον σπρώχνουμε στο κακό. Όλα αυτά είναι μακριά από το θέλημα του Θεού. Αυτό που βαφτίσαμε σαν συγχώρεση, ήταν στην πραγματικότητα εγωισμός. Μόνο αν πονάμε για τον εαυτό μας και για τους άλλους προσευχόμαστε δυνατά, όπως ο Μωυσής.
Ο πειρασμός βέβαια παραμένει. Να συγχωρήσω, να αγαπήσω, να γαληνέψω με την βοήθεια του Θεού. Τι θα γίνει όμως με τον πόλεμο που δέχομαι; Μέχρι πότε θα αντέχω, θα σκύβω το κεφάλι, δεν θα μιλώ, δεν θα αντιδρώ και θα με θεωρούν οι άλλοι αδύναμο, άμυαλο ; Ο πειρασμός υπάρχει αλλά όχι εκεί που νομίζουμε. Η συγχώρεση και η αγάπη προς τον εχθρό μας δεν είναι συγχωροχάρτι. Έτσι κι ο Θεός δέχθηκε την ικεσία του Μωυσή, αλλά έβαλε κανόνα στους Εβραίους να περιπλανώνται 40 χρόνια στην έρημο κι ούτε να μπουν στην γη της επαγγελίας. Η συγχώρηση λοιπόν δεν σημαίνει αμνήστευση, υποδούλωση στο κακό. Όπως λέει και ο σοφός λαός μας : «ο απερίσκεπτος ούτε συγχωρεί ούτε ξεχνά, ο επιπόλαιος και συγχωρεί και ξεχνά, ο σώφρων συγχωρεί αλλά δεν ξεχνά» και το ίδιο με άλλα λόγια «το σ’ αγαπώ δείχνει ποιος είμαι, το σου μιλώ δείχνει ποιος είσαι».
Τελειώνοντας ο ομιλητής είπε και το πώς προσευχόμαστε. Η προσευχή που είπε ο Μωυσής θα μπορούσε να είναι και δική μας προσευχή. Διότι ο θεόπτης Μωυσής δεν μιλούσε ανθρώπινα, αλλά θεόπνευστα. Καλύτερα να μην χρησιμοποιούμε αυτοσχέδιες προσευχές, αλλά τα κείμενα και τις προσευχές των αγίων που μας παραδόθηκαν από τον ίδιο τον Χριστό, όπως για παράδειγμα η υπέροχη προσευχή προς την Παναγία μας που λέμε κάθε βράδυ στο Απόδειπνο και αρχίζει με τα λόγια «Άσπιλε, αμόλυντε, άφθορε, άχραντε…». Έτσι φτάνουμε στην ευλογημένη κατάσταση της ελευθερίας απ’ αυτό τον κόσμο όπου δεν μας ενοχλούν και δεν μας πειράζουν οι συνάνθρωποί μας, όχι γιατί δεν πονάμε, όχι γιατί δεν αγαπάμε αυτή η ζωή, όχι γιατί δεν αισθανόμαστε τις προσβολές και τα χτυπήματά τους, αλλά γιατί παίρνουμε ζωή πλέον από τον Δεσπότη Χριστό. Αμήν.