Το σταμναγκάθι ή κιχωριον το ακανθώδες είναι ουσιαστικά μια άγρια ποικιλία ραδικιού.
Η επιστηµονική ονοµασία του σταµναγκαθιού είναι Cichorium spinosum. Πρόκειται όντως για έναν εξάδελφο του ραδικιού που φύεται στη λεκάνη της Μεσογείου, µε την Κρήτη, την Κύπρο, τη Σικελία και τη Μάλτα να είναι ιδιαίτερα πλούσιες σε αυτό.
Αυτοφυές απαντάται στα χιονισμένα δύσβατα μέρη των ορεινών όγκων της Κρήτης αλλά και σε απόκρημνες ακρογιαλιές του νησιού. Το σταμναγκάθι είναι ένα άγριο χόρτο, με οδοντωτά φύλλα, τα οποία περιέχουν μία γλυκόπικρη ουσία, η οποία προσδίδει στο φυτό σημαντικές ιδιότητες. Είναι χειμερινό χόρτο και ιδιαίτερα ανθεκτικό στις χαμηλές θερμοκρασίες και το χιόνι.
Την ονομασία σταμναγκάθι την απόκτησε από το αγκάθι που το περιβάλλει και από την χρήση που είχε αυτό στο στόμιο της στάμνας με το νερό τα παλαιότερα χρόνια.
Διότι τον παλιό καλό καιρό που οι άνθρωποι καθημερινά πήγαιναν σε φυσικές πηγές ή σε πηγάδια για να εφοδιαστούν με το νερό της ημέρας, η μεταφορά γίνονταν με πήλινες στάμνες. Επειδή πολλών ειδών ζωύφια πήγαιναν να δροσιστούν και αυτά από το νερό της στάμνας, οι άνθρωποι έκοβαν το αγκάθι και το εφάρμοζαν “σαν καπάκι” στο στόμιο της στάμνας απωθώντας με αυτόν τον τρόπο τους παρείσακτους επισκέπτες.
Έτσι έγινε γνωστό στην κοινωνία σαν...
στάμνα-αγκάθι, το αγκάθι της στάμνας δηλαδή.
Το σταμναγκάθι είναι γνωστό ως τροφή αλλά και ως βότανο από την αρχαιότητα και ήταν πάντα μια αξιοζήλευτη τροφή την οποία λίγοι είχαν την δυνατότητα να αποκτήσουν. Διότι η συγκομιδή του ήταν και είναι μια πολύ επίπονη κουραστική και πολλές φορές επικίνδυνη διαδικασία.
Καλλιεργείται ευρέως στην Κρήτη, από όπου και έγινε γνωστό, ωστόσο φαίνεται ότι μπορεί να αναπτύσσεται εξίσου ικανοποιητικά σε παραθαλάσσιες ζώνες αλλά και πλαγιές βουνών και οροπεδίων (πάνω από 1000 μέτρα υψόμετρο) και σε άλλες περιοχές της χώρας.
Διατροφική αξία
Τα χαρίσματα του σταμναγκαθιού δεν είναι μόνο γευστικά. Γνωστό από την αρχαιότητα για τις διουρητικές του ιδιότητες, αναφέρεται από τον Αριστοφάνη, τον Θεόφραστο και τον Διοσκουρίδη. Η µοντέρνα ανάλυση της σύστασής του επιβεβαίωσε τους αρχαίους που το εκτιμούσαν ιδιαίτερα:
Το σταμναγκάθι περιέχει σημαντικές ποσότητες αντιοξειδωτικών, όπως βιταμίνη C (36,58 mg/100 γρ.), βιταμίνη Ε (α-τοκοφερόλη- 9,78 mg/100 γρ.), β-καροτένιο (2,66 mg/100 γρ.), βιταμίνη Α (5717 IU/100 γρ.) και φαινόλες (20,31 mg/100γρ.). Επίσης περιέχει γλουταθειόνη (13,77 mg/100 γρ.), η οποία είναι ένα αμινοξύ που μετατρέπεται στον οργανισμό σε υπεροξειδάση της γλουταθειόνης, που είναι ισχυρός αντιοξειδωτικός παράγοντας. Ουσιαστικά η γλουταθειόνη είναι ένα είδος αντιοξειδωτικού που βοηθά το σώμα να απαλλαγεί από τις τοξίνες. Το σταμναγκάθι είναι επίσης καλή πηγή σιδήρου, ψευδαργύρου, καλίου και μαγνησίου. Περιέχει μέτριες ποσότητες σε α-λινολενικό οξύ ALA (C18:3) ω-3 λιπαρά οξέα (44.4 mg /100 γρ.).
Οι πολυφαινόλες έχουν ισχυρή αντιοξειδωτική δράση και τα Ω-3 λιπαρά οξέα είναι σύμμαχος της καρδιάς και της καλής υγείας του οργανισμού.
Γενικά θεωρείται διουρητικό, χωνευτικό, τονωτικό και χολαγωγό.
Χολαγωγό – υπακτικό. Στα αρχαία χρόνια το χρησιμοποιούσαν για την θεραπεία προβλημάτων της χολής και του ήπατος. Αυτή η δράση του οφείλεται σε μία ουσία, το «κιχώριο» και βοηθά στην αποσυμφόρηση της χοληδόχου κύστεως και του ήπατος.
Αντιοξειδωτικό. Τα β-καροτένια που περιέχει συμβάλλουν στην αντιμετώπιση των ελεύθερων ριζών, γεγονός που βοηθά στην καρδιαγγειακή προστασία του οργανισμού και προάγει την αντιγήρανση των ιστών.
Τονωτικό – χωνευτικό. Είναι τονωτικό του στομάχου και ευνοεί την πέψη. Βοηθά στην απομάκρυνση της χοληστερίνης από το αίμα, ενώ αναφέρεται πως το αφέψημα των φύλλων του δρα κάτα του διαβήτη και της παχυσαρκίας.
Αντιρευματικό. Όλα τα είδη ραδικιών έχουν διουρητικές ιδιότητες. Εξαιτίας αυτής της ιδιότητας βοηθά και στην αντιμετώπιση των ρευματισμών, αλλά και της κατακράτησης υγρών κατά την διάρκεια της έμμηνου ρύσεως.
Αδένες. Δρα ρυθμιστικά στην λειτουργία πολλών αδένων
Δέρμα. Θεραπεύει πολλές δερματικές παθήσεις. Αναφέρεται πως από τα αρχαία χρόνια το χρησιμοποιούσαν για την θεραπεία κρεατοελιών, σπυριών και κάλων.
Το σταμναγκάθι συνοδεύεται πάντα από εξαιρετικό παρθένο ελαιόλαδο στην κουζίνα των Κρητικών. Στη Δυτική Κρήτη το σταμναγκάθι τρώγεται συνήθως βραστό ή λεμονάτο με κατσίκι ή αρνί (φρικασέ). Στην Κάσο το παστώνουν και το χρησιμοποιούν το καλοκαίρι στο «τσικνωτό» (γιαχνί). Όπως συμβαίνει με όλα τα χόρτα της Κρήτης, η παρασκευή της σαλάτας εξαρτάται από τις τοπικές ιδιαιτερότητες και από τη φαντασία της κάθε νοικοκυράς. Δεν είναι σπάνιες οι περιπτώσεις που το σταμναγκάθι χρησιμοποιείται αναμεμειγμένο με άλλα άγρια χόρτα, με λίγο κρεμμύδι (χρησιμοποιείται το χλωρό κρεμμύδι και, κυρίως, τα υπέργεια μέρη του) και άνηθο. Μαγειρεύεται με πολλούς τρόπους. Ωμό ή βραστό με λίγο ελαιόλαδο και λεμόνι.
ΠΡΟΣΟΧΗ στην αγορά του
Δυστυχώς τα τελευταία χρόνια που έγινε μόδα το σταμναγκάθι, έκαναν την εμφάνιση τους πολλών ειδών σταμναγκάθια στις λαϊκές αγορές της Αθήνας και στα μεγάλα super-market. Τα περισσότερα από αυτά όμως, δεν έχουν σχέση με το γνήσιο και από αρχαιοτάτων χρόνων γνωστό σταμναγκάθι.
Το σταμναγκάθι καταρχήν έχει πικρή γεύση, σταμναγκάθι που δεν έχει πικρή γεύση είτε ωμό είτε μαγειρεμένο δεν είναι σταμναγκάθι, και αν είναι δεν είναι το άγριο. Επίσης το σταμναγκάθι έχει πολύ σγουρά φύλλα τα οποία θυμίζουν λάμα πριονιού όταν τα κοιτάς.
medlabgr.blogspot.com