Διαβάστηκε το DNA της κοινής μύγας!
Μια διεθνής επιστημονική κοινοπραξία αποκωδικοποίησε το γονιδίωμα της κοινής μύγας, που τρυπώνει στα σπίτια μας. Οι επιστήμονες ελπίζουν ότι η αποκάλυψη των γενετικών μυστικών της οικιακής μύγας θα δώσει νέες πληροφορίες, που θα βοηθήσουν στη βελτίωση της ανθρώπινης υγείας και του περιβάλλοντος και, κυρίως, θα οδηγήσουν σε καλύτερο έλεγχο του εν λόγω εντόμου, το οποίο αφενός μπορεί να γίνει πολύ ενοχλητικό και αφετέρου πηγή μόλυνσης.
Η οικιακή μύγα (Musca domestica) αρέσκεται να ζει σε περιττώματα ανθρώπων και ζώων. Παίζει σημαντικό ρόλο στην αποσύνθεση και διάσπαση αυτών των περιττωμάτων, αλλά και στην μετάδοση περισσότερων από 100 ανθρωπίνων νόσων, όπως η φυματίωση, ο τυφοειδής πυρετός και το τράχωμα (εξαιτίας του οποίου 6 εκατ. παιδιά τυφλώνονται στον κόσμο κάθε χρόνο).
Καθώς η ζωή της μύγας και των ανθρώπων «διασταυρώνεται» πολύ συχνά, η ανάγνωση του γονιδιώματός της φέρνει στο φως εκείνα τα γονίδια που επιτρέπουν στις μύγες να ζουν σε τοξικά περιβάλλοντα και να επιβιώνουν χωρίς πρόβλημα. Οι επιστήμονες ευελπιστούν ότι, κατανοώντας πώς οι μύγες αποκτούν ανοσία έναντι τόσων παθογόνων μικροοργανισμών, θα βοηθήσει στην ανάπτυξη νέων θεραπειών και εμβολίων για τις ανθρώπινες παθήσεις.
Ήδη οι ερευνητές, με επικεφαλής τον Τζεφ Σκοτ του Πανεπιστημίου Κορνέλ των ΗΠΑ, που έκαναν τη σχετική δημοσίευση στο περιοδικό γενετικής "Genome Βiology", δήλωσαν ότι εντόπισαν γονίδια σχετικά με το ανοσοποιητικό σύστημα και την εξουδετέρωση τοξικών ουσιών, τα οποία είναι μοναδικά στη μύγα και θα μελετηθούν περαιτέρω, καθώς μπορεί να βοηθήσουν τους ανθρώπους να αντιμετωπίσουν τοξικές ουσίες και ασθένειες.
«Οι οικιακές μύγες αποτελούν ένα γοητευτικό έντομο για τους επιστήμονες σε πολλά επίπεδα, όπως η αναπτυξιακή βιολογία, ο προσδιορισμός του φύλου, η ανοσολογία, η τοξικολογία και η φυσιολογία. Το πλήρες πλέον γονιδίωμά της θα αποτελέσει ένα πολύτιμο εργαλείο για τους ερευνητές σε όλα αυτά τα πεδία και θα επιταχύνει τις επιστημονικές ανακαλύψεις», δήλωσε ο Τζεφ Σκοτ.
Η κοινή μύγα διαθέτει ένα γονιδίωμα σχεδόν επταπλάσιο από εκείνο της απλούστερης μύγας δροσόφιλας (Drosophila melanogaster), η οποία συνήθως χρησιμοποιείται στα επιστημονικά πειράματα. Η κοινή μύγα έχει πολλά περισσότερα γονίδια που ενισχύουν το ανοσοποιητικό σύστημά της.
Τα ειδικά γονίδια της μύγας με τα οποία εξουδετερώνει τις τοξικές ουσίες στα περιττώματα και γενικά στο περιβάλλον, θα μπορούσαν μελλοντικά να αξιοποιηθούν για τη διαχείριση των ανθρωπίνων αποβλήτων.
Πηγή: ΑΜΠΕ