Σε σειρά ενεργειών, έτσι ώστε οι επιπτώσεις από το ρωσικό εμπάργκο στις εισαγωγές νωπών αγροτικών προϊόντων να είναι οι μικρότερες δυνατές για τους παραγωγούς της χώρας μας, θα προβεί το υπουργείο Εξωτερικών σε συνεργασία με το υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης και σε άμεση συνεννόηση με τον πρωθυπουργό, όπως επισημαίνει σε σημερινή του ανακοίνωση. Οι ενέργειες αυτές, εκτός από αποζημιώσεις των παραγωγών που θα πληγούν από το ρωσικό εμπάργκο, περιλαμβάνουν και ενεργοποίηση μηχανισμών για τη διάθεση των προϊόντων σε άλλους εξαγωγικούς προορισμούς αλλά και την εσωτερική αγορά.
Σύμφωνα με την ανακοίνωση του υπουργείου Εξωτερικών, θα γίνουν οι κατάλληλες ενέργειες έτσι ώστε οι επιπτώσεις του εμπάργκο (το περιεχόμενο του οποίου δεν έχει ακόμη αποσαφηνιστεί, όπως τονίζεται στην ίδια ανακοίνωση) «για τα ελληνικά νωπά αγροτικά προϊόντα, να είναι η μικρότερη δυνατή, σε συνέχεια επαφών που είχαν γίνει και πριν την αναγγελία του».
Ο δεύτερος στόχος είναι να λειτουργήσουν άμεσα μηχανισμοί που θα αναπληρώνουν τις τυχόν απώλειες Ελλήνων παραγωγών μέσω της διάθεσης των προϊόντων στην εσωτερική κατανάλωση ή σε άλλους εξαγωγικούς προορισμούς, ενώ τέλος, αν «παρά τις προηγούμενες προσπάθειες υπάρξουν απώλειες, να καταβληθούν σχετικές αποζημιώσεις. Οι Έλληνες παραγωγοί θα έχουν την πλήρη συμπαράσταση της πολιτείας».
Όπως σημειώνει το ΥΠΕΞ, η ρωσική αγορά, ναι μεν είναι σημαντικός προορισμός για τα ελληνικά αγροτικά προϊόντα αλλά «ο σχετικός κύκλος εργασιών σε απόλυτους αριθμούς είναι περιορισμένος και αντιμετωπίσιμος, σε εθνικό, και κατά μείζονα λόγο, σε κοινοτικό επίπεδο».
Στην ανακοίνωση τονίζεται ακόμη ότι η Ελλάδα ως κράτος μέλος της ΕΕ «συμμετέχει στη διαμόρφωση και εφαρμογή των συλλογικών ευρωπαϊκών αποφάσεων συνεκτιμώντας πλήθος παραμέτρων με μόνο κριτήριο τη συνολική και μακροπρόθεσμη προστασία των εθνικών συμφερόντων, οικονομικών και διεθνοπολιτικών. Δεν βοηθούν, συνεπώς, τη διεθνή θέση της χώρας και τα στρατηγικά εθνικά συμφέροντα, από το Κυπριακό μέχρι την οριστική έξοδο από την οικονομική κρίση, αποσπασματικές, νευρικές και δημοκοπικές αντιδράσεις, χωρίς πλαίσιο αναφοράς και χωρίς δυνατότητα απάντησης σε κανένα απλό ερώτημα για τις επιπτώσεις και το επόμενο βήμα».
Στη συνέχεια γίνεται αναφορά στις ελληνορωσικές οικονομικές σχέσεις, σημειώνοντας ότι «ιδίως οι τομείς του τουρισμού και της ενέργειας, αλλά και γενικότερα οι εμπορικές συναλλαγές, εξελίσσονται με πολύ ικανοποιητικό τρόπο».
Και η ανακοίνωση καταλήγει ως εξής:
«Πολιτικά, όλη η διεθνής κοινότητα αντιλαμβάνεται πολύ καλά ότι η Ελλάδα ως μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης και της ευρωατλαντικής συμμαχίας είναι πάντα ένας αξιόπιστος Ευρωπαίος εταίρος που αξιοποιεί, όμως, όλες τις ειδικότερες περιφερειακές του ταυτότητες (βαλκανική, μεσογειακή, παρευξείνια) και όλες τις παραδοσιακές του σχέσεις, όχι μόνο σε διμερές επίπεδο αλλά και για να διασφαλισθεί η θετική εξέλιξη της συλλογικής Ευρωπαϊκής και ευρωατλαντικής πολιτικής σε όλα τα μεγάλα διεθνή μέτωπα. Πάντα στο πλαίσιο του διεθνούς δικαίου και με στόχο την ειρήνη και την σταθερότητα.
Η ΕΕ και οι ευρωατλαντικοί εταίροι οφείλουν, επίσης, να αντιληφθούν τάχιστα ότι δεν είναι δυνατό να υπάρχουν υποψήφιες προς ένταξη στην ΕΕ χώρες που είναι μάλιστα μέλη της Συμμαχίας, οι οποίες μετέχουν a la carte στην ευρωπαϊκή πολιτική και επωφελούνται από το κόστος που καταβάλλουν τα κράτη-μέλη.
Η θέση της χώρας σε όλα αυτά τα θέματα διαμορφώνεται στο πλαίσιο της πάγιας εθνικής στρατηγικής και εκφράζεται με ταυτόσημους όρους από τον Πρωθυπουργό στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο και στις επαφές με τους άλλους Αρχηγούς κρατών ή Κυβερνήσεων, από τον Αντιπρόεδρο και Υπουργό Εξωτερικών στο Συμβούλιο Εξωτερικών Υποθέσεων και στις επαφές με τους ομολόγους τους και από όλους τους Υπουργούς στις αντίστοιχες συνθέσεις του Συμβουλίου (Υπουργών) της Ευρωπαϊκής Ένωσης κ.ο.κ. Αυτό ισχύει στην κρίση στην Ουκρανία και σε όλα τα άλλα - πολλά δυστυχώς - μέτωπα της διεθνούς πολιτικής, ιδίως στη ευρύτερη περιοχή της Μέσης Ανατολής και Β. Αφρικής».