«Ο ελληνισμός της διασποράς και το Εικοσιένα: Η περίπτωση των Ελλήνων της Βενετίας», ήταν ο τίτλος της ομιλίας της ακαδημαϊκού Χρύσας Μαλτέζου, που πραγματοποίησε σήμερα το απόγευμα στην Ακαδημία Αθηνών, κατά τη διάρκεια της Πανηγυρικής Συνεδρίας για τον Εορτασμό της Επετείου της 25ης Μαρτίου.
Η ομιλήτρια αναφέρθηκε διεξοδικά στο κλίμα που κυριαρχούσε την περίοδο της Επανάστασης στην ελληνική κοινότητα της Βενετίας, τα μέλη της οποίας διατηρούσαν τον δυναμισμό τους παρά τα χτυπήματα που είχαν δεχτεί (δήμευση των περιουσιών τους από τους Γάλλους, όντας υπήκοοι μιας φιλοτουρκικής ευρωπαϊκής δύναμης μετά την προσάρτηση της Βενετίας στην Αυστρία κ.ά.).
Με το ξέσπασμα της Επανάστασης, ο δυναμισμός αυτός έγινε ακόμα εντονότερος και μεταφράστηκε με ποικίλους τρόπους: Φιλεπαναστατικές δράσεις που κινούσαν τις υποψίες της αστυνομίας, προκηρύξεις κρυμμένες «μυστικά σε τσέπες», πατριωτικά άσματα που τραγουδούσαν κρυφά οι Έλληνες, αλλά και προσπάθειες φοιτητών να μπαρκάρουν σε εμπορικά πλοία με προορισμό την Ελλάδα.
Ιδιαίτερα σημαντικός ήταν και ο ρόλος πολλών λόγιων, όπως του Κερκυραίου Ανδρέα Μουστοξύδη, ο οποίος τον Ιούλιο του 1821 έγραφε προς τον φίλο του, Βενετό νομικό Querini, υποστηρικτή του ελληνικού αγώνα: «Σας αφήνω για να ντυθώ και να τρέξω στη «Θεία Πρόνοια», γιατί έτσι ονομάζεται το καφενείο των Γραικών μου. Όλοι τρέχουμε εκεί, μεγάλοι, επιχειρηματίες, καλλιτέχνες, ναυτικοί, με μουστάκια και χωρίς, με μπερέτες κόκκινες και ξεσκούφωτοι και όλοι με δάκρυα στα μάτια, ανάμεσα στις ελπίδες και στους φόβους, αφιερώνουμε την αγάπη μας και τις κουβέντες μας στη δυστυχισμένη μα ευγενικιά μας πατρίδα». Ένα γράμμα που «αποτελεί με το περιεχόμενό του αψευδή μάρτυρα του ενθουσιασμού, με τον οποίο είχαν υποδεχθεί τα νέα της επανάστασης οι Έλληνες που κατοικούσαν στη λιμνοθάλασσα της Αδριατικής», όπως ανέφερε η ομιλήτρια.
Η παρουσία των δύο δραστήριων μελών της Φιλομούσου Εταιρείας, του Ανδρέα Μουστοξύδη, που ήταν και προσωπικός φίλος του Ιωάννη Καποδίστρια, και του Ζακύνθιου νομικού, προξένου της Ρωσίας στη Βενετία και μέλους της Φιλικής Εταιρείας, Σπυρίδωνος Ναράντζη, σχετίζεται άρρηκτα με τη δραστηριότητα που αναπτύχθηκε στην ελληνική κοινότητα την περίοδο αυτή.
Το ίδιο και το κλίμα πνευματικής ευφορίας, που καλλιεργούσε με ενθουσιασμό η Εταιρεία. «Η δράση της Φιλομούσου Εταιρείας είχε θορυβήσει την αυστριακή διοίκηση της Βενετίας που δεν άργησε να στρέψει την προσοχή της προς το ελληνικό σχολείο της πόλης, χώρο όπου συγκεντρώνονταν όχι μόνον μαθητές και δάσκαλοι, αλλά και διάφορα μέλη της Ελληνικής Κοινότητας. Η Φλαγγίνειος Σχολή κίνησε έτσι τις υποψίες της αστυνομίας, η οποία είχε κάθε λόγο να φοβάται ότι το σχολείο, εκτός από εκπαιδευτήριο, λειτουργούσε ως κέντρο παράνομης αντιστασιακής δράσης των Ελλήνων» σημείωσε.
Την αστυνομία απασχόλησαν και εστίες ελεύθερων πολιτικών συζητήσεων, όπως διάφορα καφενεία της πόλης, όπου σύχναζαν μέλη της κοινότητας, κυρίως ενθουσιώδεις φοιτητές για να μάθουν νέα από την επαναστατημένη Ελλάδα. Πρόκειται για τη «Θεία Πρόνοια», που μνημονεύει ο Ανδρ. Μουστοξύδης, αλλά και δύο ακόμη καφενεία, που συγκέντρωναν Έλληνες οι οποίοι δεν έκρυβαν τη συγκίνησή τους για τα τεκταινόμενα στην Ελλάδα: το καφενείο L' Imperatore, κοντά στην ελληνική γειτονιά, και το καφέ Florian, που σώζεται ως σήμερα στην πλατεία του Αγίου Μάρκου. «Οι Έλληνες της Βενετίας ζούσαν σε ηλεκτρισμένη ατμόσφαιρα.
Ενδεικτικό της πατριωτικής έξαρσης είναι το γεγονός ότι στα πρώτα μετά την επανάσταση χρόνια είχε επικρατήσει ανάμεσά τους η συνήθεια να δίνουν στα παιδιά τους ως βαφτιστικό όνομα, μαζί με το παραδοσιακό του παππού τους, κι ένα αρχαίο: Επαμεινώνδας, Θεμιστοκλής, Αχιλλέας, Λεωνίδας, Αριστοτέλης κ.ά. Όλοι ήταν με τον έναν ή τον άλλο τρόπο στραμμένοι νοερά προς την πατρίδα» ανέφερε, μεταξύ άλλων, η ομιλήτρια, η οποία δεν παρέλειψε να σημειώσει ακόμα μια παράμετρο για την ιστορία του Εικοσιένα: την ελλιπή ιστοριογραφική μελέτη.
«Πολυάριθμες αρχειακές πηγές που αναφέρονται στο Εικοσιένα και απόκεινται σήμερα σε δημόσιες και ιδιωτικές βιβλιοθήκες και αρχεία, παραμένουν ακόμη ανέκδοτες και συνεπώς δυσπρόσιτες στην έρευνα. Πρωτεύουσα θέση στην ανέκδοτη ιστορική ύλη κατέχει το Αρχείο των Αγωνιστών, που φυλάσσεται στην Εθνική Βιβλιοθήκη της Ελλάδος» αναφέρει. Πρόκειται για ένα ογκώδες αρχείο, ταξινομημένο σε 230 θήκες, που περιέχει αιτήσεις τις οποίες υπέβαλαν προς την «επί των αγωνισαμένων και θυσιασάντων υπέρ Πατρίδος Επιτροπήν» οι Αγωνιστές του Εικοσιένα ώστε να ανταμειφθούν για τις υπηρεσίες τους κατά την Επανάσταση. Οι αιτήσεις αυτές συνοδεύονται από έγγραφα που πιστοποιούν τη δράση τους στον Αγώνα.
Τέλος, στη συνεδρίαση η Ακαδημία Αθηνών προκήρυξε το Αριστείο των Καλών Τεχνών, που θα απονεμηθεί σε Έλληνα μουσικό ερμηνευτή εγκατεστημένο στην Ελλάδα ή στο εξωτερικό, ο οποίος με το έργο του έχει συμβάλλει σε μεγάλο βαθμό κατά την τελευταία 4ετία στην πρόοδο της τέχνης εντός και εκτός Ελλάδας. Η προθεσμία υποβολής αιτήσεων υποψηφιοτήτων ή προτάσεων τακτικών μελών από την τάξη των Γραμμάτων και Καλών Τεχνών είναι τα τέλη Δεκεμβρίου του 2014. Το αριστείο θα απονεμηθεί κατά την πανηγυρική συνεδρία της 25ης Μαρτίου 2015.