Το είδαν, το μελέτησαν, το απέρριψαν… «Αντιπεριβαλλοντικό και αντιαναπτυξιακό» το καθ’ υπαγόρευσιν της τρόικας νομοσχέδιο της συγκυβέρνησης για τους αιγιαλούς και τις παραλίες, αποφαίνεται το Συμβούλιο Περιβάλλοντος του ΑΠΘ, με βάση εμπεριστατωμένη έρευνα ειδικής επιστημονικής επιτροπής, και ζητά την απόσυρσή του!
Το Συμβούλιο Περιβάλλοντος του μεγαλύτερου πανεπιστημιακού ιδρύματος της χώρας ασχολήθηκε με το θέμα «επειδή πιστεύει ότι η διαχείριση και προστασία του αιγιαλού έχουν εξαιρετική σημασία για τη χώρα μας, και αφού έλαβε πολλά αιτήματα από μέλη της πανεπιστημιακής κοινότητας». Ετσι, προχώρησε σε συγκρότηση επιστημονικής επιτροπής προκειμένου να εξετάσει το σχέδιο νόμου για την «Οριοθέτηση, διαχείριση και προστασία αιγιαλού και παραλίας». Τα μέλη της επιτροπής ήταν οι: Α. Γιαννακού (Τμήμα Χωροταξίας και Ανάπτυξης), Α. Γκιζάρη (Νομική Σχολή), Κ. Κατσιφαράκης (Τμήμα Πολιτικών Μηχανικών), Ι. Κρεστενίτης (Τμήμα Πολιτικών Μηχανικών), Κ. Παπαζάχος (Τμήμα Γεωλογίας) και Χ. Χιντήρογλου (Τμήμα Βιολογίας), που ήταν ο συντονιστής.
Είναι θέμα προτεραιοτήτων
«Είναι αναμφισβήτητο ότι προτεραιότητες της χώρας πρέπει να είναι η αύξηση του ρυθμού ανάπτυξης, ο εξορθολογισμός και η απλοποίηση του νομικού πλαισίου για την προστασία και ολοκληρωμένη διαχείριση της παράκτιας ζώνης και η βέλτιστη εφαρμογή της κείμενης σχετικής νομοθεσίας για την προστασία και αειφορική χρήση της βιοποικιλότητας», επισημαίνουν οι ειδικοί και αποδεικνύουν ότι το νομοσχέδιο δεν εξυπηρετεί αυτές τις προτεραιότητες για τους ακόλουθους λόγους:
Στερείται επαρκούς επιστημονικής τεκμηρίωσης, αφού αγνοεί τις σύγχρονες επιστημονικές απόψεις και τεχνολογίες σε σχέση με την παράκτια γεωμορφολογία, οικολογία και βιολογία, ενώ εισάγει καινοφανείς επιστημονικά έννοιες, όπως η «τεκμαρτή παραλία», οι μη προστατευόμενες λίμνες και ποταμοί, η παρόχθια ζώνη προκαθορισμένου πλάτους, χωρίς καμία αξιοποίηση των διεθνώς καθιερωμένων επιστημονικών τεχνικών και γνώσεων.
Είναι και αντιαναπτυξιακό, καθώς ακολουθεί την αποτυχημένη συνταγή του χρονικά προσωρινού και εντελώς αμφίβολου οικονομικού οφέλους, υιοθετώντας πρακτικές τουριστικής ανάπτυξης, που όχι μόνο έχουν αποδειχτεί παρωχημένες, αλλά ήταν και ανάμεσα στις αιτίες της σημερινής οικονομικής κρίσης.
Περιορίζει την ελεύθερη πρόσβαση των πολιτών στον αιγιαλό, καταργεί στην ουσία τη συνταγματικά κατοχυρωμένη κοινή χρήση του αιγιαλού και, έχοντας ως μοναδικό γνώμονα την εισπρακτική πολιτική, επιβραβεύει συλλήβδην και στο διηνεκές την παρανομία. Παράλληλα δημιουργεί προϋποθέσεις για κρατική διαφθορά, αφού π.χ. τα πρόστιμα καθορίζονται με υποκειμενικά κριτήρια σε ό,τι αφορά την περιβαλλοντική επίπτωση.
Χάνει την ευκαιρία να τακτοποιήσει οριστικά το χωροταξικό, νομικό και περιβαλλοντικό πρόβλημα που αφορά τον αιγιαλό, διαιωνίζοντας τα χρόνια περιβαλλοντικά, χωροταξικά και ιδιοκτησιακά προβλήματα.
Η επιστημονική ομάδα του ΑΠΘ τεκμηριώνει την κριτική της εντοπίζοντας τις βασικότερες τεχνικές, επιστημονικές και νομικές αδυναμίες του νομοσχεδίου:
Διακρίνεται από προχειρότητα και σε καμιά περίπτωση δεν επιτυγχάνει τον εκσυγχρονισμό της υπάρχουσας σχετικής πολυνομίας.
Προσκρούει στο άρθρο 24 του Συντάγματος και στον Αστικό Κώδικα (άρθρα 966 και 967) για τους κοινόχρηστους χώρους.
Είναι αντίθετο επίσης με τον νόμο 3937/11 περί προστασίας της βιοποικιλότητας, τις οδηγίες της Ε.E. και τις θεμελιωμένες επιστημονικές γνώσεις.
Αγνοεί τη νομολογία του ΣτΕ και τις προτάσεις του Συνηγόρου του Πολίτη.
Αποφεύγει, με ελάχιστες εξαιρέσεις, κάθε νύξη σχετικά με τις περιβαλλοντικές επιπτώσεις και τις συμβατικές υποχρεώσεις των αναδόχων των έργων ή την αξιοποίηση του αιγιαλού για αποκατάσταση του τοπίου.
Περιλαμβάνει φωτογραφικές διατάξεις που στοχεύουν στη νομιμοποίηση της αυθαιρεσίας.
Επιτρέπει έργα στον αιγιαλό, ακόμη και την προσάμμωση. Θεσμοθετεί την επιχωμάτωση του θαλάσσιου χώρου με βάση τον αριθμό των κρεβατιών της τουριστικής μονάδας.
Αναγορεύεται ο υπουργός Οικονομίας μοναδικός ρυθμιστής όλων των διαδικασιών.
Το Συμβούλιο Περιβάλλοντος του ΑΠΘ θεωρεί επιβεβλημένη την πλήρη απόσυρση του συγκεκριμένου νομοσχεδίου και την επεξεργασία νέου «που θα προστατεύει τους μοναδικούς φυσικούς πόρους και το τοπίο της παράκτιας ζώνης, αξιοποιώντας τους παράλληλα σε μια μακροχρόνια αναπτυξιακή προοπτική». Επισημαίνει ότι καθοριστικοί παράγοντες είναι ο συντονισμός όλων των φορέων που σχετίζονται με την οικονομική ανάπτυξη, τη χωροταξία και το περιβάλλον, η συμμετοχή των επιστημονικών φορέων και των τοπικών κοινωνιών, με σκοπό την επίτευξη της απαιτούμενης συναίνεσης σε όλα τα επίπεδα.
Πηγή: Εφημερίδα των Συντακτών