Διευκρινήσεις αναφορικά με το ζήτημα της υπαγωγής ή μη των ερευνητών που απασχολούνται σε ΑΕΙ και Ιδρύματα Τεχνολογίας και Έρευνας σε ΦΠΑ, παρέχει ο Υφυπουργός Οικονομικών κ. Γεώργιος Μαυραγάνης, μετά την κοινοβουλευτική παρέμβαση του Βουλευτή Ηρακλείου κ. Λευτέρη Αυγενάκη. Όπως ενημερώνει ο κ. Γ. Μαυραγάνης: «Δεν υπάγονται σε ΦΠΑ ερευνητές προγραμμάτων της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και σε προγράμματα που συντρέχουν δεσμοί εξάρτησης με τον εργοδότη».
Αναλυτικότερα, όπως αναφέρεται στην έγγραφη απάντηση: «Με την απόφαση του Υπουργού Οικονομικών 1040588/1700/538/0014 ΠΟΛ.1128/8.4.97 ορίζεται ειδική διαδικασία καταβολής ΦΠΑ για τις αγορές αγαθών και λήψεις υπηρεσιών από Ανώτατα Εκπαιδευτικά Ιδρύματα ή Ιδρύματα Τεχνολογίας και Έρευνας, που συμβάλλονται με την Ευρωπαική Επιτροπή για την πραγματοποίηση ερευνητικών προγραμμάτων για λογαριασμό της.
Σύμφωνα με την παράγραφο 5 του άρθρου 4 της εν λόγω Απόφασης, οι ερευνητές που απασχολούνται για την υλοποίηση ων ανωτέρω προγραμμάτων δεν υπάγονται στο ΦΠΑ, καθώς θεωρείται ότι δημιουργούνται δεσμοί εξάρτησης μεταξύ του παρέχοντα την υπηρεσία και του λήπτη αυτής, κατ’ εφαρμογή του άρθρου 3, παρ.1, δεύτερο εδάφιο Κώδικα ΦΠΑ (ν.2859/2000).»
Υπογραμμίζεται δε ότι «από τα ανωτέρω προκύπτει ότι οι ερευνητές που συμμετέχουν στην πραγματοποίηση ερευνητικών προγραμμάτων δεν υπάγονται σε ΦΠΑ μόνο στην περίπτωση που για το πρόγραμμα στο οποίο συμμετέχουν ακολουθείται η ειδική διαδικασία της ΠΟΛ. 1128/97. Αντίθετα, στην περίπτωση που ένα συγκεκριμένο πρόγραμμα δεν πληροί τις προϋποθέσεις για την εφαρμογή της εν λόγω απόφασης ή ο φορέας υλοποίησης έχει επιλέξει το κανονικό καθεστώς, δεν έχει εφαρμογή η παράγραφος 5 του άρθρου 4 της εν λόγω Απόφασης, αλλά ισχύουν οι διατάξεις του δεύτερου εδαφίου της παραγράφου 1 του αρθρου 3 του Κώδικα ΦΠΑ, όπως εξειδικεύτηκαν με τις ΑΥΟ Σ.800/129/ΠΟΛ.684.3.87 και Σ.866/139/ΠΟΛ.74/10.3.87, σύμφωνα με τις οποίες η παροχή υπηρεσιών από φυσικά πρόσωπα, έστω και με σύμβαση μίσθωσης έργου, δεν υπάγεται στο ΦΠΑ, όταν από τον τρόπο της παροχής των υπηρεσιών αυτών προκύπτει ότι δημιουργούνται δεσμοί εξάρτησης όσο αφορά τους όρους εργασίας ή την αμοιβή και συνεπάγονται την ευθύνη του εργοδότη. Οι διατάξεις αυτές έχουν γενική εφαρμογή σε κάθε περίπτωση παροχής υπηρεσιών από φυσικά πρόσωπα, συνεπώς και στους ερευνητές.»
Όπως διευκρινίζει ο Υφυπουργός Οικονομικών «για την διαπίστωση της ύπαρξης δεσμών εξάρτησης θα πρέπει να συντρέχουν οι εξής προϋποθέσεις:
-η υπηρεσία να παρέχεται για ορισμένο χρόνο
-να εκτελείται σύμφωνα με τις οδηγίες, τις εντολές και την εποπτεία του εργοδότη,
-την ευθύνη για το αποτέλεσμα της υπηρεσίας να την έχει ο εργοδότης
-να υπάρχει διαρκής απασχόληση και φυσική παρουσία του παρέχοντος στους χώρους εργασίας του εργοδότη
-η αμοιβή να καταβάλλεται περιοδικά (π.χ. μηνιαία).
Η ύπαρξη δεσμών εξάρτησης, σύμφωνα με τα ανωτέρω, διαπιστώνεται από την αρμόδια Δ.Ο.Υ., στην οποία υπάγεται ο ερευνητής, μετά τον έλεγχο των πραγματικών περιστατικών.»