Η Ελλάδα διεκδικεί την έδρα του Ευρωπαϊκού Οργανισμού Φαρμάκων
Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή ανακοίνωσε σήμερα ότι δεκαεννέα κράτη-μέλη, μεταξύ των οποίων και η Ελλάδα, υπέβαλαν αίτηση για τη φιλοξενία του Ευρωπαϊκού Οργανισμού Φαρμάκων (ΕΜΑ), ενώ οκτώ κράτη-μέλη υπέβαλαν αίτηση για τη φιλοξενία της Ευρωπαϊκής Αρχής Τραπεζών (ΕΑΤ). Αμφότεροι οι δύο οργανισμοί έχουν επί του παρόντος την έδρα τους στο Λονδίνο και η μετεγκατάστασή τους αποτελεί άμεση συνέπεια της απόφασης του Ηνωμένου Βασιλείου να αποχωρήσει από την ΕΕ.
Η διαδικασία υποβολής των αιτήσεων έληξε χθες τα μεσάνυχτα στις 31 Ιουλίου 2017 και η Ευρωπαϊκή Επιτροπή ανακοίνωσε ότι σήμερα ξεκινά η αξιολόγηση όλων των προσφορών "με αντικειμενικό τρόπο και με βάση τα κριτήρια που καθορίστηκαν από τον Πρόεδρο Ζαν-Κλοντ Γιούνκερ και τον Πρόεδρο της ΕΕ, Ντόναλντ Τουσκ, και εγκρίθηκαν από τους αρχηγούς κρατών και κυβερνήσεων της ΕΕ στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο στις 22 Ιουνίου 2017".
Η αξιολόγηση της Επιτροπής θα δημοσιευτεί στο διαδίκτυο στις 30 Σεπτεμβρίου 2017. Στη συνέχεια το Συμβούλιο θα προχωρήσει σε πολιτική συζήτηση με βάση την αξιολόγηση αυτή στο Συμβούλιο Γενικών Υποθέσεων (σύνθεση άρθρου 50) τον Οκτώβριο του 2017. Για να καταστεί δυνατή η ομαλή και έγκαιρη μετεγκατάσταση των δύο οργανισμών, η τελική απόφαση θα ληφθεί στο Συμβούλιο Γενικών Υποθέσεων (σύνθεση άρθρου 50) τον Νοέμβριο του 2017.
Ειδικότερα, εκτός από την Αθήνα, αίτηση για την φιλοξενία του Ευρωπαϊκού Οργανισμού Φαρμάκων υπέβαλαν το 'Αμστερνταμ, η Βαρκελώνη, η Βόννη, η Μπρατισλάβα, οι Βρυξέλλες, το Βουκουρέστι, η Κοπεγχάγη, το Δουβλίνο, το Ελσίνκι, η Λίλη, η Μάλτα, το Μιλάνο, το Πόρτο, η Σόφια, η Στοκχόλμη, η Βιένη, η Βαρσοβία και το Ζάγκρεμπ. Για τη φιλοξενία της Ευρωπαϊκής Αρχής Τραπεζών υπέβαλαν αίτηση οι Βρυξέλλες, το Δουβλίνο, η Φρανκφούρτη, το Λουξεμβούργο, το Παρίσι, η Πράγα, η Βιέννη και η Βαρσοβία.
Υπενθυμίζεται ότι η Επιτροπή έχει επανειλημμένα ζητήσει να ληφθεί γρήγορα απόφαση σχετικά με τη μετεγκατάσταση των δύο οργανισμών, καθώς ο EMA και η ΕΑΤ αποτελούν δύο καίριας σημασίας ρυθμιστικές αρχές της ΕΕ οι οποίες πρέπει να εξακολουθήσουν να λειτουργούν ομαλά και χωρίς διακοπή πέραν του Μαρτίου του 2019.