Πικραμμένος: «Εισβολή» των οικονομικών δεδομένων στις δικαστικές αποφάσεις
«Οι καιροί άλλαξαν και οι δικαστές πρέπει πλέον να συνδέσουν το δίκαιο με την οικονομία, αλλά και την θεωρία «των εξαιρετικών περιστάσεων», τόνισε ο πρώην υπηρεσιακός Πρωθυπουργός και πρώην πρόεδρο του Συμβουλίου της Επικρατείας Παναγιώτης Πικραμμένος κατά την παρουσίαση του νέου βιβλίου του Επίκουρου Καθηγητή στη Νομική Σχολή του Εθνικού Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών Γιώργου Δελλή.
Η παρουσίαση του βιβλίου του κ. Δελλή, υπό τον τίτλο «Δήμος και Αγορά- Το δημόσιο δίκαιο «αλλιώς», με βλέμμα της οικονομικής ανάλυσης» (εκδόσεις Ευρασία,) πραγματοποιήθηκε στο πολυχώρο του Συλλόγου «Οι Φίλοι της Μουσικής», στο Μέγαρο Μουσικής Αθηνών (Λ. Βασιλίσσης Σοφίας).
Ο κ. Πικραμμένος επικεντρώθηκε σε δύο «καυτά» θέματα που απασχολούν την Ελληνική κοινωνία. Το πρώτο, το οποίο που αποτελεί τον κεντρικό πυρήνα του βιβλίου του κ. Δελλή, είναι η «εισβολή» των οικονομικών δεδομένων στην διαμόρφωση της νομολογίας των δικαστηρίων και ειδικά των Διοικητικών Δικαστηρίων. Με άλλα λόγια, «το δίκαιο εξετάζεται με όρους οικονομικών αποτελεσμάτων, δηλαδή θετικών και αρνητικών «εξωτερικοτήτων», καθώς το δίκαιο πλέον θεωρείται κι αυτό μια ρύθμιση που πρέπει να κριθεί με βάση το οικονομικό της αποτέλεσμα».
Το δεύτερο είναι οι περιβόητες καθυστερήσεις στην απονομή της Δικαιοσύνης, που ταλανίζουν την Δικαιοσύνη τις τελευταίες δεκαετίες και οι οποίες έχουν ως αποτέλεσμα «η Δικαιοσύνη να αποτυγχάνει να επιτελέσει το έργο της» ενώ παράλληλα δημιουργεί πρόσθετο κόστος συναλλαγής.
Οικονομία και Δίκαιο
Σύμφωνα με τον κ. Πικραμμένο «στις δίκες ενώπιον του Συμβουλίου της Επικρατείας για τις ρυθμίσεις που προβλέπουν αύξηση της φορολόγησης, περικοπές σε μισθούς, συντάξεις, επιδόματα, αλλαγές στα εργασιακά, στην κοινωνική ασφάλιση, στη Δικαιοσύνη, στην υγεία, στην παιδεία, στην προστασία του περιβάλλοντος, οι καθαρά νομικοί ισχυρισμοί έχουν αρχίσει να περιορίζονται και οι διάδικοι προβάλλουν πλέον οικονομικά, κοινωνικά και πολιτικά επιχειρήματα προκειμένου να στηρίξουν ορθότητα των αιτημάτων τους.
Το δικαστήριο χρησιμοποιώντας τις διάφορες θεωρίες που συνδέουν το δίκαιο με την οικονομία, τη θεωρία των «εξαιρετικών περιστάσεων» αλλά και συνταγματικές αρχές που διέπουν παγίως τη νομολογιακή του στάση όπως η αρχή της ισότητας, της αναλογικότητας και της προστασίας του πυρήνα των συνταγματικών δικαιωμάτων προσπάθησε και προσπαθεί να επιτελέσει το ρόλο του που δεν είναι άλλος από τη διασφάλιση της εφαρμογής των κανόνων που έχουν ως στόχο τη διατήρηση της τάξης, της λειτουργικότητας, της αποτελεσματικότητας, της κοινωνικής ειρήνης στη χώρα και πάνω απ’ όλα την επιβίωσή της».
Απονομή Δικαιοσύνης με χρονοκαθυστέρηση
«Αποτελεσματική απονομή Δικαιοσύνης είναι η επίκαιρη απονομή Δικαιοσύνης» τόνισε ο κ. Πικραμμένος και προσέθεσε:
« Η καθυστερημένη διάγνωση της υποθέσεως και η απόφαση που εκδίδεται μετά την πάροδο μεγάλου χρονικού διαστήματος δεν τέμνει πλέον τη διαφορά. Διότι η διαφορά δεν υπάρχει πια, είτε διότι δεν υπάρχουν οι άνθρωποι, είτε διότι έχουν αλλάξει οι συνθήκες και ο χρόνος έχει δώσει πια τις δικές του λύσεις. Μια τέτοια απόφαση έχει μόνον έννοια γνωμοδότησης προς τη διοίκηση ως προς το ποια είναι η ερμηνεία της διατάξεως και ποια ήταν στην περίπτωση αυτή η ορθή λύση.
Στις περιπτώσεις μάλιστα που η ερμηνευθείσα διάταξη έχει στο μεταξύ καταργηθεί ή ουσιωδώς τροποποιηθεί – σκεφτείτε εν προκειμένω τους διάφορους φορολογικούς νόμους – η ανεπίκαιρη δικαστική απόφαση έχει μόνον ιστορική αξία.
Κάθε ανεπίκαιρη λόγω καθυστέρησης δικαστική απόφαση, όπως και κάθε κρίση η οποία αγνοεί τις ευρύτερες επιπτώσεις της απόφασης στην κοινωνική και οικονομική ζωή της χώρας προκαλούν εκτός των άλλων ένα πρόσθετο «κόστος συναλλαγής», το οποίο επιβαρύνει όχι μόνον τους διαδίκους αλλά ένα ευρύτερο σύνολο (λ.χ. τους χρήστες μιας υπηρεσίας, τους κατοίκους μιας περιοχής, τους εργαζόμενους μιας επιχείρησης, τους φορολογούμενους, τους παρόντες και τους μελλοντικούς ασφαλισμένους κ.ά)».
Εξωθεσμικά κέντρα εξουσίας
Δεν παρέλειψε ο πρώην πρόεδρος του ΣτΕ, να τονίσει:
«Ωστόσο, όταν το κόστος σε χρόνο και χρήμα για την επίλυση διαφορών από τα δικαστήρια είναι υπερβολικό, η Δικαιοσύνη αποτυγχάνει να επιτελέσει το έργο της.
Στην περίπτωση αυτή, η οικονομική ανάλυση του δικαίου θεωρεί ότι η προσφυγή στη Δικαιοσύνη παύει πλέον να αποτελεί ορθολογική επιλογή για τα μέρη της διαφοράς, τα οποία θα παρακάμψουν τη δικαστική οδό στρεφόμενα σε άλλες μορφές επίλυσης, τις οποίες θα κρίνουν ως πιο αποτελεσματικές.
Στην καλύτερη περίπτωση λοιπόν θα επιλέξουν κάποια θεμιτή μορφή εξωδικαστικής επίλυσης (διαιτησία, διαμεσολάβηση), στη χειρότερη θα καταφύγουν στη διαφθορά ή θα αναζητήσουν προστασία από εξωθεσμικά κέντρα εξουσίας».