Τόσκας: Η ασφάλεια στα σύγχρονα δημοκρατικά κράτη είναι προϋπόθεση για την οικονομική ανάπτυξη
Για την κοινωνική συνοχή, τα δικαιώματα και το κράτος δικαίου κλήθηκε να μιλήσει ο αναπληρωτής υπουργός Προστασίας του Πολίτη, Νίκος Τόσκας κατά τη διάρκεια ομιλίας του στο περιθώριο του 8ου Περιφερειακού Συνεδρίου για την Παραγωγική Ανασυγκρότηση: Η ανάταξη της Δυτικής Αττικής.
Ο κ. Τόσκας τονίζοντας τη σημασία της ασφάλειας στην περιοχή της Δ. Αττικής έδωσε έμφαση τόσο στις πολλαπλές της διαστάσεις όσο και στο ρόλο που καλείται να διαδραματίσει το κράτος κι η αστυνομία για να λυθούν αυτά τα προβλήματα.
«Η περιοχή της Δυτικής Αττικής έγινε ίσως το χαλί που κρύφτηκαν πολλών ειδών προβλήματα. Κρύφτηκαν με μεθόδευση, είτε από αδιαφορία, με αποτέλεσμα να βρίσκουμε ένα τεράστιο μωσαϊκό προβλημάτων. Προβλήματα που δεν λύνονται μόνο με κατασταλτικούς τρόπους κι αστυνόμευση και γι' αυτό το λόγο γίνεται αυτή η κυβερνητική προσπάθεια σήμερα, για να συνδυαστούν αυτές οι προσπάθειες. Η ασφάλεια στα σύγχρονα δημοκρατικά κράτη είναι απαραίτητη προϋπόθεση και για την οικονομική ανάπτυξη και για την δημοκρατία και για την κοινωνική συνοχή. Όταν υπάρχει πρόβλημα στην ασφάλεια επηρεάζονται και οι βασικοί πυλώνες που προανέφερα», σημείωσε ο αναπληρωτής υπουργός Προστασίας του Πολίτη.
«Το ελληνικό κράτος καλείται μαζί με την αστυνομία να διαδραματίσει ένα σημαντικό ρόλο ενός μηχανισμού που πρέπει να χαρακτηρίζεται από τη δυνατότητα κοινωνικής παρέμβασης με τη χρησιμοποίηση μορφών αστυνόμευσης που δεν είναι παραδοσιακοί, που δεν είναι μηχανισμοί οι οποίοι προστρέχουν όταν υπάρχει ανάγκη για κατασταλτική χρήση, αλλά πρέπει να παίζουν τον ρόλο της προληπτικής λειτουργίας», πρόσθεσε στη συνέχεια ο κ. Τόσκας.
«Γι'αυτό προσπαθούμε να αναπτύξουμε πεζές περιπολίες σε μέρη που δεν τολμούσε να μπει περιπολικό. Με τη δημιουργία σχέσεων τέτοιων μεταξύ της αστυνομικής παρουσίας και των πολιτών δημιουργείται ένα περιβάλλον ησυχίας και τάξης σε γειτονιές που περισσεύουν τα προβλήματα, που ξέρουμε πως η έλλειψη παιδείας, και παραγωγικής βάσης δημιουργούν εντάσεις. Σε ένα τέτοιο περιβάλλον καλείται ο απλός αστυνομικός να δείξει την παρουσία του, να δώσει περιβάλλον ησυχίας και τάξης και πρόληψης και επιμένουμε σ αυτό. Δεν υπάρχει περιβάλλον χωρίς προβλήματα», επισήμανε στη συνέχεια.
Όσον αφορά στο ρόλο της αστυνομίας, ο κ. Τόσκας, υπογράμμισε ότι είναι «η προσπάθεια να διατηρήσει την κοινωνική συνοχή και να δημιουργήσει έναν υγιή χώρο σε πολλές περιπτώσεις ξεκινώντας από το μηδέν. Για χρόνια πολλά η Δυτική Αττική είναι μια απόκληρη περιοχή που ταλανίζεται από πληγές και παραμελημένες περιοχές και λανθασμένες πολιτικές επιλογές».
«Προσπαθούμε να ξεφύγουμε από την έννοια του απλά αναγκαίου και να πάμε ένα επίπεδο παραπάνω τις ζωτικές λειτουργίες. Δεν έχουμε περιθώρια ούτε λαθών, ούτε χρόνου, διότι η κατάσταση έχει φτάσει στο απροχώρητο και δεν είμαστε διατεθειμένοι να κουκουλώσουμε καταστάσεις ή να αφήσουμε καταστάσεις να εξελιχθούν ακόμα σε χειρότερες διαστάσεις, όπως γινόταν τόσα χρόνια. Πρέπει σε αυτό το περιβάλλον η αστυνομία να δείξει το ανθρώπινό της πρόσωπο, να πλησιάσει τον πολίτη αλλά να δείξει και τη δύναμη της εκεί που απαιτείται», συμπλήρωσε.
Ακόμη, ο κ. Τόσκας ανέφερε ότι εφαρμόζονται δύο επιχειρησιακά σχεδία, της Δ. Αττικής και των Αχαρνών. «Καθορίσαμε το επίπεδο αστυνόμευσης στο δήμο Φυλής, όπως συμφωνήθηκε και με το μνημόνιο συνεργασίας με το δήμο. Στις περιοχές Μάνδρας και Μεγάρων δραστηριοποιούνται καθημερινά κινητές αστυνομικές δυνάμεις που ανταποκρίνονται σε κάποιο βαθμό στην επίλυση τοπικών προβλημάτων. Εφαρμόσαμε τον θεσμό του αστυνομικού της γειτονιάς. Υπηρεσίες ενεργών στο βαθμό που είναι ρεαλιστικό και στο βαθμό που μπορούν, και υπηρεσίες τροχαίας».
Καταλήγοντας ο κ. Τόσκας ανέφερε σε αριθμούς τους ελέγχους, τις προσαγωγές, τις συλλήψεις και τις παραβάσεις μέσα στο 2017, γεγονός που κατέδειξε την αύξηση της αστυνομικής παρουσίας με αποτέλεσμα να έχει μειωθεί η αναγκαιότητα της καταστολής.
Τέλος, όσον αφορά στην αντιμετώπιση των πληγμάτων που προκύπτουν από τις φυσικές καταστροφές, ο αναπληρωτής υπουργός Προστασίας του Πολίτη τόνισε ότι γίνονται προσπάθειες να καταπολεμούνται συλλογικά από τις χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης και όχι από κάθε κράτος ξεχωριστά.