Tάκης Ζαχαράτος: «Όταν έχασα τη μητέρα μου αποφάσισα να την τιμήσω με το να γίνω ίδιος εκείνη»
Ο Τάκης Ζαχαράτος μίλησε στο περιοδικό "People" για τη διαδρομή του, τις όμορφες, αλλά και τις σκληρές στιγμές που αντιμετώπισε στη ζωή του.
-Ήσουν αθλητής της ενόργανης. Πώς σου ήρθε η ιδέα των σόου;
Ξεκίνησε σαν πλάκα. Έλειπαν οι γονείς μου από το σπίτι και πήρα την κλασική ασπρόμαυρη φωτογραφία της Marlene Dietrich με τα φτερά και τα φρύδια. Πήρα το σχολικό μου μολύβι και είδα το πρόσωπό μου σαν λευκό καμβά. Ήθελα να το εξαφανίσω και πάνω εκεί να ξεκινήσω να ζωγραφίζω εκείνο της Dietrich. Προσπάθησα να το κάνω, αλλά δεν γινόταν. Έψαχνα για περούκες, χωρίς να ξέρω γιατί. Κάτι με πήγαινε εκεί. Σε κάποια καλλιστεία στην Πάτρα, όπου πήγα να χτενίσω ‒γιατί ήμουν κομμωτής‒, βρήκα μια κατεστραμμένη πορτοκαλόξανθη περούκα, από τις παλιές με την πετονιά. Καραφλή μπροστά. Και σκέφτομαι “αυτή μοιάζει με τα μαλλιά της Αλίκης”. Και τη βάζω μαζί με ένα καπέλο, για να κρύβω την καράφλα μπροστά. Και μετά λέω “δεν παίρνω και ένα βιβλίο για το μακιγιάζ;”. Όπως σχεδιάζει κάποιος σε ένα χαρτί για πλάκα, έτσι κι εγώ ζωγράφιζα στο πρόσωπό μου. Και προσπαθούσα να κάνω την Αλίκη.
Στην αρχή, μου έβγαινα Νίτσα Μαρούδα, μετά Βέρα Κρούσκα, στη συνέχεια Νόρα Βαλσάμη. Κάποια στιγμή το βρήκα, δεν ήταν κι εύκολο να το φτάσεις και σε ένα επίπεδο που να μοιάζει. Κάπως έτσι άρχισα να κάνω την Αλίκη. Στη συνέχεια ακολούθησαν κάποια βίντεο με μιμήσεις για πλάκα, τις Τετάρτες που το κομμωτήριο ήταν κλειστό. Μετά ήρθε η Ρούλα Κορομηλά στο κομμωτήριο. Δεν είχα καμία διάθεση να φύγω τότε από την πόλη μου, αλλά ήρθε ξαφνικά αυτή η νεράιδα με το ραβδάκι και μου είπε “θα κάνεις μια εκπομπή”. Ρωτάω τον πατέρα και μου απαντά “κάν’ το!”. Μετά είχα την τύχη να δουλέψω με τον Μιχάλη Κακογιάννη, τον σπουδαίο αυτό άνθρωπο και σκηνοθέτη, με τον οποίο είχαμε μέχρι τέλους μια υπέροχη σχέση. Πήγαινα στο σπίτι του και τον έβλεπα, λέγαμε ιστορίες για την Κάλλας, τον Κennedy, τη Μarilyn, για το πώς γυρίστηκε ο Ζορμπάς. Είχαν δει μια διαφήμιση που είχα κάνει. Και βρέθηκα από το κομμωτήριο στην Πάτρα, στο πλατό του Κακογιάννη με την Ειρήνη Παππά (σ.σ. στην ταινία Άνω Κάτω και Πλαγίως ). Δεν ήμουν καν επαγγελματίας. Κάποια στιγμή μού λέει ο Κακογιάννης: “Τελικά είσαι επαγγελματίας, σε ευχαριστώ πολύ”. Ο ρόλος είχε μια ιδιαιτερότητα: Έπρεπε να είναι τραβεστί το βράδυ και αγόρι το πρωί. Όσες τραβεστί είχαν δοκιμαστεί δεν μπορούσαν να κάνουν το αγόρι το πρωί, όσοι άντρες πέρασαν δεν μπορούσαν να κάνουν το τραβεστί. Εγώ κάλυπτα και τα δύο. Ήταν και μεγάλος ρόλος. Ευτυχώς είχα άγνοια κινδύνου, γιατί, αν συνειδητοποιούσα πως παίζω σε ταινία του Κακογιάννη, μπορεί να τρόμαζα και να μην το έκανα ποτέ.