Αληθινή ιστορία: «Με 20 ευρώ στην τσέπη, βούτηξα το παιδί μου κι έφυγα…»
Με λένε Χρύσα και είμαι μαμά ενός υπέροχου αγοριού. Έφυγα στα 20 μου για να ακολουθήσω τον έρωτα της ζωής μου σε ένα νησί. Η διάφορα μας ήταν 15 χρόνια.
Εγώ τυφλή από αγάπη, εγκατέλειψα τα πάντα ,πίστευα ότι η ζωή μου ήταν εκείνος και μόνο εκείνος. Όμως, δυστυχώς, όλα άλλαξαν…όλα…
Στα πέντε χρόνια σχέσης αποκτήσαμε τον μικρό μας. Η χαρά μου ήταν μεγάλη, απερίγραπτη, ήξερα όμως ότι είχα κάνει λάθος…
Η βία ήταν μέρος της καθημερινότητας. Ακόμα και όταν ήμουν έγκυος.
Οι καταστάσεις που ζούσα με ξεπερνούσαν, ένιωθα καθημερινά να καταρρέω μόνη, ολομόναχη, και σε έναν τόπο που ποτέ δεν αγάπησα, που ποτέ δεν ένιωσα κομμάτι του…
Ένα “δεν”, ένα “όχι” και ένα “γιατί” ήταν η συντροφιά μου.
Σκέφτηκα να κάνω υπομονή για το παιδί, για να έχει και τους δύο γονείς κοντά του όμως…εγώ;
Πού ήμουν εγώ;
Δέκα χρόνια γέρασα, μαύρισα. Ξύλο, φτώχεια, βρίσιμο και κλάμα…
Ζητούσα βοήθεια από την μάνα μου και μου απαντούσε: «Εσύ το διάλεξες»…
Χωρίς λεφτά, χωρίς βοήθεια, ένα πρωινό που έλειπε στη δουλειά, βούτηξα κυριολεκτικά το παιδί μου και έφυγα…!
Μπήκα στο καράβι και έφυγα, όλα μου τα λεφτά ήταν 20 ευρώ!
Ο μικρός με ρώταγε «Μανούλα που πάμε;» κι εγώ απλά τον κοίταζα σαν χαμένη…
Τότε σκέφτηκα ότι είχα αποτύχει. Έφτασα στον Πειραιά και έβλεπα τον κόσμο. Από τη μια χαιρόμουν και από την άλλη έκλαιγα. Πήρα του παιδιού μου να φάει και αρχίσαμε να περπατάμε.
Φτάσαμε στο σπίτι μου το πατρικό…Εκεί που μεγάλωσα, όμως δεν μου ανήκε πια…Ένιωθα ασφαλής κατά ένα περίεργο τρόπο. Κανείς δεν θα μας χτύπαγε, ούτε θα μας φώναζε πια…Είπα στον μικρο ότι είναι περιπέτεια…ότι είναι παιχνίδι…άσχετα αν τα μάτια μου έλεγαν άλλα…
Την άλλη μέρα…αποφάσισα να αφήσω το παιδί σε γνωστό ίδρυμα μέχρι να δω τι θα κάνω.
Ήμουν μισή αλλά ήταν ασφαλής έτσι.
Ήξερα ότι ο δαίμονας θα με έψαχνε αλλά κάτι μέσα μου έλεγε: «Μπορείς, μην σταματάς ό,τι και να γίνει!».
Έψαχνα δέκα μέρες συνεχόμενα, ασταμάτητα, μέχρι που βρήκα δουλειά: 490 ευρώ μισθός για 10 ώρες…
Δούλεψα ένα μήνα και νοίκιασα ένα σπίτι 20 τ.μ. με 120 ευρώ ενοίκιο.
Έπειτα, ο δρόμος άνοιξε και βρήκα καλύτερη δουλειά. Πρόσεχα μια γιαγιά, ο μισθός ανέβηκε και η κυρία Άννα με αγάπησε και με βοήθησε. Μέσα σε ένα χρόνο πήγα σε ένα όμορφο σπιτάκι, μικρό αλλά όμορφο, κάνω δύο δουλειές και ο μικρός μου χαμογελάει…
Έκανα αίτηση διαζυγίου και ευτυχώς ο τύραννος δέχτηκε. Αφού φυσικά με κυνήγησε ανελέητα!!!
Τώρα στο μόνο που δεν συγχωρώ τον εαυτό μου είναι ότι βασάνισα το αγόρι μου. Δεν ξέρω αν θα μας συγχωρέσει που πέρασε όλα αυτά, αλλά ό,τι έκανα ήταν και είναι για εκείνον.
Για να μεγαλώσει και να γίνει ένας σωστός άντρας, σύζυγος και πατέρας.
Μακάρι μια μέρα να καταλάβει…