Ετήσια έκθεση Δημόσιας Διοίκησης: Η διαφθορά συνέβαλε στην ένταση της κρίσης
Την ετήσια έκθεση πεπραγμένων για την καταπολέμηση της διαφθοράς και της κακοδιοίκησης στον δημόσιο τομέα υπέβαλε την Τρίτη στον Πρωθυπουργό και τον Πρόεδρο της Βουλής η Γενική Επιθεωρήτρια Δημόσιας Διοίκησης Μαρία Παπασπύρου.
Η κ. Παπασπύρου επισημαίνει στην έκθεσή της ότι «η διαφθορά συνιστά έναν αδιόρατο τρόπο ανακατεύθυνσης του πλούτου σε πόλους εξουσίας και ισχύος και πως παράλληλα, λειτουργεί και ως μηχανισμός de facto αποκλεισμού μεγάλων μερίδων της κοινωνίας από την πρόσβαση σε δημόσια αγαθά, αποτελώντας μέσο εκμετάλλευσης της πλειοψηφίας των πολιτών, οι οποίοι εξαναγκάζονται να συμπράττουν με τους έχοντες τα ηνία αυτού του μηχανισμού, προκειμένου να απολαύσουν αγαθά και υπηρεσίες που θα έπρεπε να μπορούν να απολαμβάνουν ελεύθερα, τηρούμενης της εκάστοτε νόμιμης διαδικασίας. Υπό αυτή την έννοια, η διαφθορά συνέβαλε καθοριστικά στην ένταση της κρίσης που βίωσε η χώρα. Έχοντας μάλιστα αφήσει γυμνούς πολλούς θεσμούς από χρήσιμα εργαλεία, η διαφορά ενήργησε και ως τροχοπέδη στη διοικητική ανασυγκρότηση προς αντιμετώπιση της κρίσης».
Χαρακτηρίζει συνταγματική επιταγή την πάταξη της διαφθοράς, την εδραίωση της κοινωνικής ειρήνης και την ανάκτηση της εμπιστοσύνης του πολίτη προς το κράτος. Αναγνωρίζει ότι τα τελευταία χρόνια, οι σκοποί αυτοί εξυπηρετήθηκαν μέσω μεγάλων μεταρρυθμιστικών τομών, που αφορούσαν στην εισαγωγή νομοθεσίας που ρύθμιζε με σαφέστερο και αποτελεσματικότερο τρόπο πεδία υψηλού κινδύνου για την ανάπτυξη της διαφθοράς και στην εισαγωγή θεσμών που διαφύλασσαν τον στρατηγικό ρόλο του κράτους στην καταπολέμηση των σχετικών παθογενειών.
Ουσιαστική συμβολή στην αντιμετώπιση της διαφθοράς, τονίζει, παρείχαν τα θεσμικά, διαρθρωτικά μέτρα, τα οποία ελήφθησαν το 2017, και με τα οποία επιδιώχθηκε η εύρυθμη λειτουργία των σωμάτων και υπηρεσιών επιθεώρησης και ελέγχου. Ενδεικτικά, αναφέρει τη σημαντική βελτίωση του ρυθμιστικού πλαισίου για τη λειτουργία του θεσμού, του Γενικού Επιθεωρητή Δημόσιας Διοίκησης και την ενίσχυση της στρατηγικής θέσης που κατέχει στο σύστημα επιθεωρήσεων και ελέγχων της δημόσιας διοίκησης.
Απότοκο των μεταρρυθμίσεων υπογραμμίζει η κ. Παπασπύρου, αποτέλεσε η αριθμητική αύξηση και η θωράκιση της αποτελεσματικότητας των ελέγχων που διενήργησε η υπηρεσία του ΓΕΔΔ, όπου οι έλεγχοι κορυφώνονται αριθμητικά μόλις την τελευταία διετία. Επί παραδείγματι, προσθέτει "είναι χαρακτηριστικό ότι στον τομέα ελέγχων οικονομικής διαχείρισης κατά την τριετία 2015-2017 καταγράφεται αύξηση κατά 30% έναντι του μέσου όρου αυτών της προηγούμενης τριετούς περιόδου''.
Επιπλέον "θεσμική τομή" χαρακτηρίζει και τον ορισμό του ΓΕΔΔ ως ενός εκ των δύο εκπροσώπων της Ελλάδας στις εργασίες της GRECO, υπενθυμίζοντας ότι η δημιουργία του θεσμού του ΓΕΔΔ εντάσσεται στη σύσταση της Ομάδας κρατών κατά της διαφθοράς του Συμβουλίου της Ευρώπης GRECO για την ίδρυση ενός ειδικού ανεξάρτητου ελεγκτικού οργάνου, με επαρκή νομιμοποίηση και εξουσία, ώστε να μπορεί να εποπτεύει την υλοποίηση του εθνικού στρατηγικού προγράμματος δράσης κατά της διαφθοράς και να συντονίζει τη δράση των επιμέρους μηχανισμών του.
Συνοπτικά επισημαίνει ότι με τις παραπάνω τομές και μεταρρυθμίσεις ανατράπηκε η πεποίθηση των πολιτών περί της ατιμωρησίας των υπαιτίων και καλλιεργήθηκε κλίμα εμπιστοσύνης προς τους αρμοδίους ελεγκτές της δημόσιας διοίκησης ενώ βασικός στόχος του Γ.Ε.Δ.Δ. είναι η διασφάλιση της τήρησης της ελεγκτικής διαδικασίας αλλά και της αποδοτικότητας του ελεγκτικού συστήματος.
Οι υποθέσεις οικονομικής διαχείρισης αποτελούν σταθερά τη βασική κατηγορία των ελέγχων που πραγματοποιούνται κάθε έτος, ενώ το 2017 η ΓΕΔΔ προχώρησε στον έλεγχο 1.123 υποθέσεων μετά από τη διερεύνηση ενός υπερδεκαπλάσιου αριθμού καταγγελιών, επώνυμων και ανώνυμων, εκθέσεων - πορισμάτων ελέγχου ή εγγράφων άλλων Υπηρεσιών που τέθηκαν υπόψη της, καθώς και δημοσιευμάτων των ΜΜΕ, σημειώνεται μεταξύ άλλων στην έκθεση που θα αναρτηθεί στην ιστοσελίδα του ΓΕΔΔ (www.gedd.gr).
Επίσης σημειώνεται ότι ιδιαίτερη έμφαση δόθηκε στην αξιολόγηση και περαιτέρω έλεγχο επώνυμων καταγγελιών (42,7%) και εκθέσεων ελέγχου άλλων Σωμάτων και Υπηρεσιών (34,7%) καθώς σε αυτές περιλαμβάνεται και ο μεγάλος αριθμός υποθέσεων που προέκυψαν από τη παρακολούθηση της υλοποίησης των.
Σε ότι αφορά την Πειθαρχική Αρμοδιότητα, το 2017 κοινοποιήθηκαν στο Γραφείο του ΓΕΔΔ 1.813 πειθαρχικές αποφάσεις. Από αυτές κρίθηκε αναγκαία η υποβολή 170 ενστάσεων προκειμένου οι αντίστοιχες υποθέσεις να κριθούν εκ νέου από ανώτερο πειθαρχικό όργανο. Εξ αυτών οι 83 ενστάσεις ασκήθηκαν ενώπιον Δευτεροβάθμιων Πειθαρχικών Συμβουλίων στρεφόμενων κατά αποφάσεων Πειθαρχικών Συμβουλίων που εξέτασαν την υπόθεση σε πρώτο βαθμό. Οι λοιπές ασκήθηκαν κατά αποφάσεων μονομελών και συλλογικών οργάνων των φορέων (π.χ. Εκτελεστική Επιτροπή Δήμου, Διοικητικό Συμβούλιο ΝΠΔΔ, Διοικητικό Συμβούλιο Α.Ε. κ.α.).
Επίσης οι ανώνυμες καταγγελίες ελέγχθηκαν σε ποσοστό 15,6% επί του συνολικού έργου της ΓΕΔΔ γεγονός που σημαίνει ότι ελέγχθηκαν 479 επώνυμες και 175 ανώνυμες καταγγελίες.
Σε ό,τι αφορά τη θεματολογία των υπό έλεγχο υποθέσεων, δεν διαπιστώνεται σημαντική διαφοροποίηση με άλλες χρονιές. Οι υποθέσεις οικονομικής διαχείρισης αποτελούν σταθερά τη βασική κατηγορία των ελέγχων που πραγματοποιούνται κάθε έτος ενώ για το 2017 παρατηρήθηκε μια αύξηση των υποθέσεων που αφορούν Ασφαλιστικά Ταμεία γεγονός που μάλλον οφείλεται στις νομοθετικές αλλαγές που οι Υπηρεσίες κλήθηκαν να εφαρμόσουν.
Την ΓΕΔΔ σε μεγάλο ποσοστό (33,2%) απασχόλησαν οι εποπτευόμενοι ιδιωτικοί φορείς γεγονός που πιθανώς οφείλεται στην ανάγκη επαρκούς εποπτείας των εν λόγω φορέων από τις εντεταλμένες προς τούτο δημόσιες υπηρεσίες ενώ στη δεύτερη θέση παραμένουν οι Δήμοι με ποσοστό 22,9.
Επισημαίνεται ότι η γεωγραφική κατανομή των υποθέσεων παραμένει σχεδόν ίδια, με την Περιφέρεια Αττικής να προηγείται κατά πολύ των υπολοίπων γεωγραφικών περιοχών λόγω της συγκέντρωσης της διοικητικής δραστηριότητας στην ευρύτερη περιοχή της πρωτεύουσας και των άλλων αστικών κέντρων.
Μία πιο σύνθετη αναγωγή των υποθέσεων που ελέχθησαν ανά περιοχή 100.000 κατοίκων φέρνει στην πρώτη και δεύτερη θέση τις 10 γεωγραφικές περιφέρειες των Ιονίων Νήσων και του Νότιου Αιγαίου αντιστοίχως, με πιθανή αιτιολογία την διαπλοκή ιδιωτικού με το δημόσιο τομέα εξαιτίας του οικονομικού ενδιαφέροντος που προκύπτει από την αυξημένη τουριστική κίνηση.