Ενθαρρυντικά τα πρώτα αποτελέσματα από το εμβόλιο της Οξφόρδης
Ενθαρρυντικά είναι τα αποτελέσματα από την Φάση Ι της κλινικής δοκιμής ανάπτυξης του εμβολίου AZD1222 (ChAdOx1), που αναπτύσσει το Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης σε συνεργασία με τη φαρμακευτική εταιρεία AstraZeneca.
Σύμφωνα με τα στοιχεία που δημοσιεύθηκαν στην έγκριτη επιστημονική επιθεώρηση The Lancet πριν από λίγο, και αφορούν στο σκέλος της κλινικής δοκιμής όπου είχαν λάβει μέρος 1.077 υγιείς εθελοντές -ηλικίας 18-55 ετών, που είχαν ταξινομηθεί σε πέντε νοσοκομεία του Ηνωμένου Βασιλείου, από τέλη Απριλίου έως τέλη Μαΐου- το AZD1222 συντέλεσε στην παραγωγή αντισωμάτων και λευκών αιμοσφαιρίων, που μπορούν να βοηθήσουν το ανοσοποιητικό να καταπολεμήσει τον νέο κορωνοϊό SARS-CoV-2.
Συγκεκριμένα, το εμβόλιο αύξησε τα επίπεδα των αντισωμάτων που εξουδετερώνουν τον ιό και των Τ-κυττάρων του ανοσοποιητικού συστήματος που στοχεύουν τον SARS-CoV-2, στον οργανισμό των εμβολιασμένων εθελοντών. Συγκεκριμένα, προκάλεσε παραγωγή εξουδετερωτικών αντισωμάτων εντός 28 ημερών από τον εμβολιασμό και Τ-κυττάρων εντός 14 ημερών.
«Παρατηρήσαμε πολύ καλή ανοσοαπόκριση, όχι μόνο ως προς τα εξουδετερωτικά αντισώματα αλλά και επί των Τ-κυττάρων του ανοσοποιητικού συστήματος» δήλωσε ο επικεφαλής του Ινστιτούτο Jenner του Πανεπιστημίου της Οξφόρδης Άντριαν Χιλ.
Προσέθεσε, δε, ότι «αυτό σημαίνει ότι προκαλούμε διπλή διέγερση του ανοσοποιητικού συστήματος» έναντι του νέου κορωνοϊού.
Η Σάρα Γκιλμπερτ, καθηγήτρια Ιολογίας στο Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης και επικεφαλής της ομάδας ανάπτυξης του εμβολίου, στις πρώτες της δηλώσεις μετά τη δημοσίευση των αποτελεσμάτων, σημειώνει: «Πρέπει να γίνει ακόμα πολλή δουλειά, πριν μπορέσουμε να επιβεβαιώσουμε ότι το εμβόλιο μας θα βοηθήσει έναντι της πανδημίας της COVID-19, αλλά τα πρώτα αποτελέσματα είναι ενθαρρυντικά. Παράλληλα με τη συνέχιση της Φάσης 3 της κλινικής δοκιμής, πρέπει να συνεχίσουμε να συλλέγουμε πληροφορίες για τον ιό, καθώς για παράδειγμα δεν γνωρίζουμε ακόμα πόσο ισχυρή πρέπει να είναι η ανοσοαπόκριση, για να παρέχουν επαρκή προστασία έναντι της λοίμωξης COVID-19».
Και προσθέτει ότι, «αν το εμβόλιό μας είναι αποτελεσματικό, είναι μια πολλά υποσχόμενη προοπτική, καθώς αυτός ο τύπος εμβολίου μπορεί να παραχθεί σε μεγάλη κλίμακα».
Το AZD1222 ανήκει στα λεγόμενα «εμβόλια ιικού φορέα», δηλαδή σε αυτά που χρησιμοποιούν έναν ιό για να μεταφέρει τα γονίδια του κορωνοϊού στα ανθρώπινα κύτταρα και να προκληθεί ανοσο-απόκριση. Στην προκειμένη περίπτωση, το AZD1222 βασίζεται σε έναν ανασυνδυασμένο αδενοϊό-φορέα που προκαλεί λοίμωξη στους χιμπατζήδες. Ο αδενοϊός-φορέας έχει τροποποιηθεί γενετικά ώστε να είναι αδύνατον να αναπαραχθεί εντός του ανθρώπινου οργανισμού.
Στο AZD1222 έχει προστεθεί γενετικό υλικό, το οποίο χρησιμοποιείται για την παραγωγή πρωτεϊνών από τη γλυκοπρωτεΐνη της ακίδας του SARS-CoV-2 (S). Η συγκεκριμένη πρωτεΐνη είναι απαραίτητη για την προσκόλληση του ιού στα κύτταρα και απαιτείται για την είσοδό του μέσα σε αυτά.
Σύμφωνα με το θεωρητικό πρωτόκολλο, ο εμβολιασμός με το AZD1222 βοηθά το ανοσοποιητικό σύστημα να αναγνωρίσει τον νέο κορωνοϊό όταν έρθει σε επαφή με το σώμα και να ενεργοποιηθεί ώστε να παράγει ειδικά αντισώματα έναντι της πρωτεΐνης-ακίδας του SARS-CoV-2.
Η Δρ. Γκιλμπερτ υπενθυμίζει εξάλλου ότι ένα αποτελεσματικό εμβόλιο έναντι του SARS-CoV-2, είναι απαραίτητο για την πρόληψη της λοίμωξης, της νόσου και του θανάτου όλων ανεξαιρέτως των πολιτών, αλλά θα πρέπει κατά προτεραιότητα να εμβολιαστούν οι εργαζόμενοι στα νοσοκομεία και οι ηλικιωμένοι, που ανήκουν στις ευπαθείς ομάδες.
Ο επικεφαλής συγγραφέας της μελέτης Άντριου Πολλαρντ, επίσης μέλος του Πανεπιστημίου της Οξφόρδης, εκφράζει την ελπίδα ότι το εμβόλιο «θα διδάξει το ανοσοποιητικό σύστημα να αναγνωρίζει τον κορωνοϊό, ώστε να μπορεί να είναι ο άνθρωπος προστατευμένος για πολύ καιρό».
Δεν προκαλεί σοβαρές παρενέργειες
Aισιόδοξα είναι εξάλλου και τα στοιχεία που αφορούν στις παρατηρούμενες παρενέργειες, καθώς το AZD1222 δεν φαίνεται να προκαλεί σοβαρές ανεπιθύμητες ενέργειες.
Σύμφωνα με την επιστημονική ομάδα, το εμβόλιο προκάλεσε στους εθελοντές ελάσσονες παρενέργειες συγκριτικά με την ομάδα ελέγχου και κάποιες εξ αυτών μπορούσαν να αντιμετωπιστούν με τη λήψη παρακεταμόλης.
Οι συχνότερα αναφερόμενες παρενέργειες ήταν κόπωση και κεφαλαλγίες, ενώ επίσης παρατηρήθηκε πόνος στο σημείο της έγχυσης, μυικό άλγος, αδιαθεσία, ρίγη και αίσθημα πυρετού.