Στο μείζον θέμα των αγροτών που τον τελευταίο καιρό βρίσκονται στους δρόμους διαμαρτυρόμενοι για το Ασφαλιστικό νομοσχέδιο που προωθεί η κυβέρνηση, αναφέρεται με ανακοίνωση του το "Αγροτικό Τμήμα του ΣΥΡΙΖΑ Κρήτης", σημειώνοντας ότι στόχος της κυβέρνησης είναι η ανάπτυξη της αγροτικής παραγωγής με πρωταγωνιστή τον αγρότη και τις συλλογικές του οργανώσεις, οι οποίες θα προωθηθούν άμεσα με το νόμο που ήδη η κυβέρνηση θα φέρει στη Βουλή το Φλεβάρη.
Συγκεκριμένα η ανακοίνωση του αγροτικού τμήματος αναφέρει τα εξής:
Το 2016 είναι μια πολύ κρίσιμη χρονιά για τη χώρα και το λαό της. Η όλη εξέλιξη θα εξαρτηθεί και από την πορεία της αγροτικής οικονομίας.
Στόχος του ΣΥΡΙΖΑ είναι η ανάπτυξη της αγροτικής παραγωγής με πρωταγωνιστή τον αγρότη και τις συλλογικές του οργανώσεις, οι οποίες θα προωθηθούν άμεσα με το νόμο που ήδη η κυβέρνηση θα φέρει στη Βουλή το Φλεβάρη. Το κόμμα και τα μέλη του θέλουν ενεργή όλη την αγροτική κοινωνία, τους επιστήμονες και τους φορείς, σ’ ένα πλατύ κίνημα ανασυγκρότησης των αγροτικών συλλογικότητων, ως του βασικού εργαλείου για το νέο μοντέλο ανάπτυξης, με άξονες την αύξηση και αναδιάταξη της παραγωγής, την ανάδειξη των υψηλών ποιοτικών χαρακτηριστικών των προϊόντων και την πλήρη αξιοποίηση των συγκριτικών μας πλεονεκτημάτων.
Οι πολιτικές των κυβερνήσεων της τελευταίας εικοσαετίας, με τη συνδρομή των κομματικών συνδικαλιστών και συνεταιριστών, προκάλεσαν τη δραματική μείωση της παραγωγής και την καταστροφή των αγροτικών οργανώσεων με το ξεπούλημα και την υποθήκευση της περιουσίας τους στο τραπεζικό σύστημα.
Η κυβέρνηση δίνει τη μάχη για την ανασυγκρότηση με ψηφισμένη την ΚΑΠ περιόδου 2014 – 2020 από τη συγκυβέρνηση ΝΔ – ΠΑΣΟΚ. Μέσα σ’ ένα πολύ δυσμενές περιβάλλον, κατάφερε πρώτη σε όλη της ΕΕ να δώσει την προκαταβολή της ενιαίας ενίσχυσης μαζί με τις υποχρεώσεις προηγουμένων ετών συνολικού ύψους 2 δις ευρώ, χωρίς την επιβολή κανενός προστίμου από την ΕΕ, για πρώτη φορά στην ιστορία της ΚΑΠ στη χώρα μας.
Το όλο σύστημα των επιδοτήσεων έχει πολλά προβλήματα. Πολλά απ’ αυτά οφείλονται στην ίδια την πολυπλοκότητα της ΚΑΠ. Υπάρχουν και άλλα όμως εξ ίσου σημαντικά, που οφείλονται στην κυριαρχία ενός παλιού – μονοπωλιακού μοντέλου διαχείρισης, το οποίο συντηρεί φαινόμενα διαφθοράς και διαπλοκής, παράγει αδικίες σε βάρος των πραγματικών παραγωγών και της αγροτικής οικονομίας συνολικά. Η κυβέρνηση εργάζεται ήδη προς την κατεύθυνση της πάταξης των αρνητικών αυτών φαινομένων και της εξομάλυνσης των αδικιών. Η ριζική ωστόσο επίλυση του όλου προβλήματος, προϋποθέτει την απελευθέρωση του συστήματος διαχείρισης από τα δεσμά του παλιού μονοπωλιακού μοντέλου. Η απελευθέρωση αυτή προϋποθέτει και θα γίνει με την ενεργό συμμετοχή των αγροτών.
Η κυβέρνηση διαπραγματεύεται ήδη το φορολογικό και το ασφαλιστικό των αγροτών. Ασκεί αυτή τη διαπραγμάτευση μέσα σ’ ένα κλίμα σφοδρής και εν πολλοίς αήθους επίθεσης από πολλές πλευρές. Εργαζόμενη με αριστερό πρόσιμο στη βασική της φιλοσοφία δεν επιβαρύνει φορολογικά τους αγρότες για τα εισοδήματα του 2015, διεκδικεί αφορολόγητο όριο στις επιδοτήσεις στο ύψος των 12.000 ευρώ, αποκρούει κατηγορηματικά μια ακόμα μείωση των συντάξεων και συνδέει τις αναγκαίες αυξήσεις με το πραγματικό εισόδημα, έτσι ώστε όλοι να συμβάλλουν στην λύση του ασφαλιστικού ανάλογα με τις δυνατότητές τους. Η επιβάρυνση θα είναι σταδιακή στη διάρκεια 4 χρόνων, στο ασφαλιστικό θα κυμανθεί από 10% (για την τεράστια πλειοψηφία των αγροτών) μέχρι 30% (για κάποια λίγα υψηλά εισοδήματα) και γύρω στο 10% με 15% στο φορολογικό. Δεν ισχύουν όσα ακούγονται για τον τριπλασιασμό των εισφορών των αγροτών. Η ευνοϊκή μεταχείριση για τους αγρότες ως προς τις δαπάνες του ΟΓΑ οι οποίες καταβάλλονται κατά 85% από τον κρατικό προϋπολογισμό θα συνεχίσει να υπάρχει.
Ο δημόσιος διάλογος που διεξάγεται ήδη, με τις συζητήσεις κυβέρνησης και φορέων αλλά και τους αγώνες, επιτρέπει την κατάθεση βελτιωτικών προτάσεων και η κυβέρνηση έχει την πολιτική βούληση να τις συζητήσει. Ελπίζουμε όλα τούτα να εξασφαλίσουν την καλύτερη δυνατή λύση, ώστε να διασφαλιστεί η βιωσιμότητα της αγροτικής οικογένειας για να συνεχίσει να δίνει ζωή στην ύπαιθρο, να παράγει προϊόντα και πολιτισμό.
Το βασικό ζητούμενο ωστόσο και σε κάθε περίπτωση είναι η ριζική αλλαγή του παραγωγικού μοντέλου στον αγροτικό τομέα της χώρας που θα επιτρέψει την αλλαγή της σχέσης εισαγωγών – εξαγωγών των αγροτικών προϊόντων, υπέρ των εξαγωγών.