Με επιτυχία η εκδήλωση της ΚΟ ΑΕΙ-ΤΕΙ-Έρευνας με θέμα: «Έρευνα-Καινοτομία-Ανάπτυξη. Πως συνδέεται η έρευνα με την παραγωγή; Ποιος ωφελείται από τα αποτελέσματα της έρευνας; Οι θέσεις του ΚΚΕ.»
Με επιτυχία πραγματοποιήθηκε η εκδήλωση της ΚΟ ΑΕΙ-ΤΕΙ-Έρευνας της ΤΕ Ηρακλείου του ΚΚΕ Πέμπτη 22 Νοέμβρη στο πανεπιστήμιο Κρήτης με θέμα: «Έρευνα-Καινοτομία-Ανάπτυξη. Πως συνδέεται η έρευνα με την παραγωγή; Ποιος ωφελείται από τα αποτελέσματα της έρευνας; Οι θέσεις του ΚΚΕ.». Ομιλητής της εκδήλωσης ήταν ο Δημήτρη Κοιλάκο μέλος του Τμήματος Παιδείας και Έρευνας της ΚΕ του ΚΚΕ.
Ο Δ. Κοιλάκος στην εισηγητική του ομιλία ανέφερε μεταξύ άλλων:
«Αγαπητοί φίλοι και σύντροφοι,
Αυτό το τρίπτυχο έρευνα-καινοτομία-επιχειρηματικότητα παρουσιάζεται από όλες τις δυνάμεις του κεφαλαίου ως η Λυδία λίθος για το στέριωμα της ανάκαμψης της καπιταλιστικής οικονομίας, λες και είναι η κότα με τα χρυσά αβγά που θα μας κάνει να ξεχάσουμε διαπαντός τα όσα δεινά περάσαμε στην κρίση.
Τα πράγματα έχουν όντως έτσι, αν πάρουμε τη θέση του κάθε μεγαλοεπιχειρηματία, του κάθε καπιταλιστή που πράγματι έχει κάθε λόγο να αποζητά μέσα και τρόπους να ενισχύσει τη θέση του στον ανταγωνισμό που θεριεύει στον κάθε κλάδο της καπιταλιστικής οικονομίας, με τους εγχώριους και ξένους ανταγωνιστές του.
Τα πράγματα, όμως, είναι τελείως διαφορετικά αν τα δούμε από τη σκοπιά των εργαζομένων στις επιχειρήσεις αυτών των καπιταλιστών, καθώς και από τη σκοπιά των εργαζομένων στην έρευνα.
Κι από τη στιγμή που η σημερινή μας εκδήλωση γίνεται σε ένα μεγάλο πανεπιστήμιο, του οποίου οι σημερινοί φοιτητές αύριο θα στελεχώσουν σε μεγάλο ποσοστό έναν από τους δυο αυτούς χώρους, και από τη στιγμή επίσης που λίγο παραδίπλα είναι ένα από τα μεγαλύτερα ερευνητικά κέντρα της χώρας, με χιλιάδες εργαζόμενους, δεν μπορούμε παρά να εξετάσουμε τα πράγματα ακριβώς από αυτή τη σκοπιά.
Όμως, η αλήθεια είναι πως όπως δεν υπάρχει ουδέτερη ανάπτυξη γενικά, έτσι δεν υπάρχει και ουδέτερη αξιοποίηση της έρευνας και της καινοτομίας. Όπως δεν μπορεί σε μια καπιταλιστική οικονομία να είναι κερδισμένοι και οι καπιταλιστές και οι εργάτες, αφού οι μεν πλουτίζουν από το μόχθο των δε και οι δε μπορούν να κερδίσουν μόνο σε σύγκρουση με τους μεν, έτσι και η ανάπτυξη της καινοτομίας δεν μπορεί να ωφελεί και τους δυο.
Αφού, λοιπόν, η καινοτομία αυξάνει την παραγωγικότητα της εργασίας, ένα ερώτημα που εύλογα προκύπτει μας βοηθά να δούμε ποιο είναι το ταξικό πρόσημο της σχετικής συζήτησης σήμερα. Το ερώτημα αυτό είναι: ποιος καρπώνεται αυτή την αύξηση της παραγωγικότητας;
Προφανώς, αυτός που έχει στα χέρια του τα μέσα παραγωγής, αυτός που μισθώνει τη δουλειά εργατών προσβλέποντας σε ενισχυμένα κέρδη. Μα καλά, θα μπορούσε ίσως να πει κανείς, δεν ευνοούνται και οι εργάτες από αυτή τη διαδικασία; Το ίδιο είναι να δουλεύει π.χ. κανείς χρησιμοποιώντας ηλεκτρονικό υπολογιστή, για να πάρουμε ένα χτυπητό παράδειγμα, και το ίδιο είναι να γράφει με το χέρι;
Προφανώς και όχι. Ούτε μπορούμε, ούτε και θέλουμε να γυρίσουμε τα πράγματα προς τα πίσω, ίσα-ίσα εμείς ως κομμουνιστές και η τάξη στην ιστορική αποστολή της οποίας είμαστε ταγμένοι, η εργατική τάξη, είμαστε οι πρώτοι που καταλαβαίνουμε τι τεράστιες δυνατότητες για τη βελτίωση της ζωής μπορεί να δώσει η ανάπτυξη της επιστήμης και της τεχνολογίας.
(…) Αυτή την τεράστια αύξηση της παραγωγικότητας την καρπώνεται εξ ολοκλήρου το κεφάλαιο, αφού μπορεί στον ίδιο χρόνο να απομυζήσει περισσότερα κέρδη από τη δουλειά ενός εργάτη.
Αναδεικνύεται λοιπόν εδώ μια μεγάλη αντίφαση: ενώ σήμερα υπάρχουν οι αντικειμενικές προϋποθέσεις για μια γενική μείωση του χρόνου εργασίας με αύξηση των αποδοχών, ο καπιταλισμός, λόγω των ίδιων των σχέσεων παραγωγής που τον διέπουν, οδηγεί σε αύξηση της εκμετάλλευσης της εργατικής δύναμης.
(…) Από όσα είπαμε μέχρι τώρα νομίζω πως προκύπτει αβίαστα το συμπέρασμα ότι το κυνήγι της καινοτομίας σχετίζεται άμεσα με την ανταγωνιστικότητα και το επιχειρηματικό κέρδος.
Παρά τις σύγχρονες δυνατότητες, η έρευνα στρέφεται κυρίως σε εκείνες τις δραστηριότητες που προσφέρουν μέγιστο κέρδος στους καπιταλιστές, με αποτέλεσμα να υποτιμάται ή και να καθυστερεί η ανάπτυξη τομέων που δεν αποδίδουν επαρκή κέρδη. Ερευνητικοί τομείς που αφορούν σοβαρές κοινωνικές ανάγκες, όπως η προστασία από πλημμύρες, σεισμούς, η υγιεινή και ασφάλεια στους χώρους δουλειάς, μπαίνουν σε δεύτερη μοίρα. Αυτό ισχύει, μάλιστα, ακόμα κι αν υπάρχει τεράστιο πεδίο ανάπτυξης ή αξιοποίησης καινοτομιών και σε αυτούς τους τομείς.
(…) Όμως, ο καπιταλισμός φορτώνει στην έρευνα κι άλλα από τα σάπια γνωρίσματά του, με αποτέλεσμα να παρεμποδίζει την ανάπτυξή της ακόμα και σε σχέση με τις δυνατότητες που αναδύονται μέσα στα ίδια τα σφιχτά πλαίσια που της επιβάλλει.
Σκεφτείτε μόνο τι εμπόδια στην ανάπτυξη της έρευνας βάζει η εμπορευματική προσέγγιση, τα μυστικά που κρατούν για χάρη του χρηματοδότη οι ερευνητές και ο μηχανισμός της πατέντας. Πόσες είναι σήμερα οι ερευνητικές ομάδες που εργάζονται στο ίδιο αντικείμενο και δεν μπορούν να ανταλλάξουν μεταξύ τους στοιχεία, δεδομένα, σκέψεις και συμπεράσματα; Είναι πιθανό πολλοί από εσάς να έχετε βρεθεί σε επιστημονικά συνέδρια και να έχετε ακούσει κάποιον εισηγητή να αρνείται να παρουσιάσει τα δεδομένα του, γιατί «δεσμεύεται». Πως μπορούν, όμως, έτσι, οι συνάδελφοί του να κρίνουν, να ασκήσουν δημιουργική κριτική, να δουλέψουν μαζί ώστε πιο γρήγορα να βγει αποτέλεσμα;
Σε τελική ανάλυση, βλέπουμε ότι η κούρσα για το πρόσθετο κέρδος ανάμεσα στους επιχειρηματικούς ομίλους βάζει εμπόδια στην ίδια τη διαδικασία της έρευνας, που από τη φύση της απαιτεί συνεργασία.
(…) Μήπως όμως θα μπορούσαμε τουλάχιστον να πούμε ότι οι νέες καινοτόμες οικονομικές δραστηριότητες εξασφαλίζουν ταυτόχρονα οικονομική ανάπτυξη και νέες καλοπληρωμένες θέσεις εργασίας;
Δε χρειάζεται να πάμε μακριά για να δούμε πως έχουν τα πράγματα. Εδώ, στην Ελλάδα, μπορούμε να βρούμε ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα για το «φωτεινό μέλλον» που φέρνουν τα γενναία προγράμματα έρευνας και ανάπτυξης. Το παράδειγμα αυτό δεν είναι άλλο από τη φαρμακοβιομηχανία, όπου οι κατά τα άλλα καινοτόμες, κερδοφόρες και εξαγωγικές μεγάλες ελληνικές και πολυεθνικές εταιρείες που δραστηριοποιούνται στη χώρα απέλυσαν χιλιάδες εργαζόμενους το 2017, ενώ ο λαός χρυσοπληρώνει το φάρμακο κι αυτές θησαυρίζουν.
Μήπως, έστω θα μπορούσαν να ελπίζουν οι νέοι επιστήμονες ότι μπορούν να βρουν βιώσιμη και ρεαλιστική διέξοδο στο σήμερα, με την ανάκαμψη της καπιταλιστικής οικονομίας, αν “εκσυγχρονίσουμε” την παραγωγική δομή της χώρας και γίνουμε “οικονομία της γνώσης” όπως ευαγγελίζονται ΣΥΡΙΖΑ, ΝΔ και τα άλλα αστικά κόμματα;
(…) Από τα όσα είπαμε παραπάνω περί έρευνας, καινοτομίας και ανάπτυξης, αποδεικνύεται ότι το μόνο που επιφέρει ως συνέπεια για τους νέους επιστήμονες που εργάζονται στο χώρο της έρευνας η σπουδή να στοιχηθούν τα πανεπιστημιακά και ερευνητικά ιδρύματα πίσω από τις αναπτυξιακές προτεραιότητες του κεφαλαίου, είναι η υπονόμευση της εργασιακής τους προοπτικής, αφού όπως είναι δομημένος σήμερα ο χώρος είναι δεδομένο ότι θα μένουν στον αέρα μόλις το κεφάλαιο, στο έδαφος του ανταγωνισμού, αποφασίσει να αναπροσαρμόσει τις προτεραιότητές του και τις ιεραρχήσεις του, μόλις αλλάξουν οι εσωτερικοί συσχετισμοί μεταξύ των κλάδων και μονοπωλιακών ομίλων, αφού σε αυτή τη βάση ρέει ή σταματά να ρέει η χρηματοδότηση, προκηρύσσονται και εναλλάσσονται τα ερευνητικά προγράμματα.
(…) Είναι κρίσιμο να επισημανθεί ότι η στροφή των πανεπιστημίων και των ερευνητικών κέντρων προς την επιχειρηματικοποίησή τους δεν συντελείται αποκλειστικά για λόγους αντιστάθμισης των περικοπών της κρατικής χρηματοδότησης στα χρόνια της κρίσης (κάτι που προφανώς επιδρά), αλλά αφορά την ίδια την αναγκαιότητα της προσαρμογής τους στις απαιτήσεις της στρατηγικής του κεφαλαίου και του ρόλου που επιφυλάσσει για την έρευνα.
Εξαιτίας αυτής και στα πλαίσια αυτής, είναι που κάθε πτυχή της λειτουργίας των πανεπιστημίων συνδέεται άμεσα με τις επιχειρήσεις και τις ανάγκες τους, έτσι που τελικά και τα ίδια τα ιδρύματα και τα κέντρα να καταλήγουν να λειτουργούν ως επιχειρήσεις.
Αυτό ακριβώς αποτυπώνεται και στη λειτουργία των πανεπιστημίων και των ερευνητικών κέντρων ως εργοδοτών. Πρόκειται για χώρους όπου οι ελαστικές σχέσεις εργασίας, οι συμβάσεις έργου και ορισμένου χρόνου πάνε σύννεφο, ιδιαίτερα για τους νέους επιστήμονες.
Άλλωστε, η κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ είναι αυτή που, μέσω ΙΚΥ και ΕΛΙΔΕΚ, επέτεινε την ανασφάλιστη και κακοπληρωμένη εργασία των νέων επιστημόνων. Το μοντέλο των υποτροφιών που προτείνεται για την ενίσχυση αρκετών υποψήφιων διδακτόρων σημαίνει μηδέν ένσημα, μηδέν ασφαλιστικά δικαιώματα, μηδέν εργασιακά δικαιώματα.
Ακόμα, όμως, και στις περιπτώσεις εκείνες που τα πανεπιστήμια μετατρέπουν σε συμβάσεις εργασίας τις περιορισμένες υποτροφίες που μέχρι πρότινος έδιναν από πόρους των ΕΛΚΕ, το πραγματικό εισόδημα των νέων επιστημόνων μειώνεται, καθώς φορτώνονται τις ασφαλιστικές και φορολογικές εισφορές. Με πρόσθετες εισφορές επιφορτίζονται και όσοι υποψήφιοι διδάκτορες αμείβονται από ερευνητικά προγράμματα, ενώ όσοι είναι με «μπλοκάκι» δεν θα μπορούν να πάρουν καν επίδομα ανεργίας όταν λήξει το πρόγραμμα.
Αγαπητοί φίλοι και σύντροφοι,
Απευθυνόμενοι ιδιαίτερα στους νέους επιστήμονες, αυτούς που στελεχώνουν τη νέα βάρδια του υψηλής επιστημονικής ειδίκευσης εργατικού δυναμικού τους λέμε ότι τώρα είναι η ώρα να πυκνώσουν τις γραμμές του ΠΑΜΕ, του ταξικού εργατικού κινήματος και να διεκδικήσουν αγωνιστικά την ικανοποίηση των σύγχρονων αναγκών τους.
Η διεκδίκηση για συμβάσεις εργασίας για όλους, με πλήρη εργασιακά και ασφαλιστικά δικαιώματα, στο ύψος των σύγχρονων αναγκών, μπορεί να απαντήσει ολοκληρωμένα στην προσπάθεια του ΣΥΡΙΖΑ να επεκτείνει το απαράδεκτο καθεστώς της υποτροφίας από τη μια και από την άλλη να φορτώσει στους εργαζόμενους επιπρόσθετο κόστος ασφάλισης, στις περιπτώσεις όπου συνάπτονται συμβάσεις εργασίας, μειώνοντας έτσι το πραγματικό τους εισόδημα.
Όσοι αμείβονται από ερευνητικά προγράμματα, ανεξαρτήτως του είδους της εργασίας τους, θα πρέπει να καλύπτονται πλήρως ασφαλιστικά με δαπάνες που θα καταβάλλει ο φορέας υλοποίησης του εκάστοτε προγράμματος.
Όσο παραμένει η υπάρχουσα κατάσταση, συνεχίζει να είναι επίκαιρη η διεκδίκηση για να καταργηθεί η υποχρέωση καταβολής ΦΠΑ για όσους εργάζονται σε ερευνητικά προγράμματα με σύμβαση έργου.
Στην προμετωπίδα των αιτημάτων για τους χώρους της έρευνας, βάζουμε σήμερα την ανάγκη Συλλογικής Σύμβασης Εργασίας για όλους τους εργαζόμενους στα πανεπιστημιακά και ερευνητικά ιδρύματα, που θα πατά στις σύγχρονες ανάγκες των εργαζομένων. Η συζήτηση αυτή αφορά ιδιαίτερα και τους υποψήφιους διδάκτορες, το εργασιακό καθεστώς των οποίων είναι, ουσιαστικά, στον αέρα, αφού από πουθενά δεν κατοχυρώνεται κανένα εργασιακό τους δικαίωμα.
Ο αγώνας αυτός για τις συμβάσεις είναι αναπόσπαστα δεμένος με τον αγώνα για την στελέχωση όλων των ερευνητικών κέντρων με το σύνολο του απαιτούμενου ερευνητικού, εργαστηριακού, διοικητικού κ.λπ. προσωπικού, με σταθερή σχέση εργασίας και αξιοπρεπείς μισθούς.
(…) Το “ξερίζωμα” του κέρδους ως κινήτρου της παραγωγής, θα οδηγήσει στο σχεδιασμό της έρευνας και της καινοτομίας με γνώμονα τις κοινωνικές ανάγκες. Σ’ αυτές τις συνθήκες η αύξηση της παραγωγικότητας της εργασίας θα γίνεται κτήμα της κοινωνίας, οδηγώντας σε γενική μείωση του εργάσιμου χρόνου με κάλυψη των διευρυνόμενων λαϊκών αναγκών. Μόνο σ’ αυτές τις συνθήκες, οι φρέσκιες ιδέες των νέων επιστημόνων, οι καινοτόμες λύσεις που μπορούν να δώσουν με τη δουλειά τους, θα προσανατολίζονται στη γενική κοινωνική ευημερία, στην ικανοποίηση των λαϊκών αναγκών.
Αυτή είναι η μόνη ρεαλιστική διέξοδος σήμερα, σε αυτό το δρόμο σας καλούμε ως ΚΚΕ να συμπορευτούμε.
Το μόνο που χρειάζεται σήμερα για να δούμε πραγματικά άσπρη μέρα, για να μπορεί πραγματικά η επιστήμη και η έρευνα να αναπτυχθεί σχεδιασμένα κι απρόσκοπτα ώστε να βελτιωθεί η ποιότητα ζωής όλων και να μειωθεί ο εργάσιμος χρόνος είναι να αλλάξουν χέρια τα κλειδιά της οικονομίας.
Η εργατική εξουσία και μπορεί και επιβάλλεται να σχεδιάζει την εκπαίδευση και την απορρόφηση στην εργασία όλων των εργαζομένων, στη βάση του σχεδιασμού για την ικανοποίηση των λαϊκών αναγκών.
Ο νέος επιστήμονας δεν θα έχει να αντιμετωπίσει το πρόβλημα της ατομικής του επιβίωσης και σταδιοδρομίας, που τον αναγκάζει σήμερα να μεταναστεύει, αλλά το πως θα συμβάλει με τις γνώσεις και τη δουλειά του για τους σκοπούς της κοινωνίας κι όχι του εκάστοτε εργοδότη του.
Τα τεράστια επιτεύγματα της πρώτης σοσιαλιστικής κοινωνίας, της ΕΣΣΔ, και σε αυτούς τους τομείς δείχνουν το δρόμο. Η εργατική εξουσία είναι η μόνη που μπορεί να απελευθερώσει την επιστήμη και καινοτομία από τη μέγγενη του κέρδους. Να την αναπτύσσει αλματωδώς στη βάση της κοινωνικής ιδιοκτησίας, να τη συνδέει με την παραγωγή με ανώτερο, άμεσο και ορθολογικό τρόπο, στη βάση του κεντρικού, επιστημονικού, πανεθνικού σχεδιασμού, για την κάλυψη των αναγκών της κοινωνίας.
Οι νέοι επιστήμονες έχουν επιλογή: την αγωνιστική συμπόρευση με το ΚΚΕ, στον αγώνα για την ανατροπή του σάπιου καπιταλιστικού συστήματος, για τον απεγκλωβισμό της επιστήμης και της τεχνολογίας, της δουλειάς και της ζωή τους από τη μέγγενη της ανταγωνιστικότητας και της κερδοφορίας του κεφαλαίου.»
Στην συνέχεια ακολούθησε πλούσια συζήτηση με τους παρευρισκόμενους φοιτητές και εργαζόμενους.